Ο Περικλής Ταυρόπουλος κάνει… ποδαρικό στον νέο χρόνο στο Basketa.gr, ανοίγοντας την καρδιά του για τα 42 χρόνια πορείας του ως προπονητής, τον απολογισμό τους και, φυσικά, το μεγάλο κεφάλαιο του Πανιωνίου που μόλις άνοιξε, εξηγώντας το ποιο είναι το όνειρό του με τον Ιστορικό, που θέλει να αποτελέσει, στο φινάλε της κοινής τους περιπέτειας τη «σφραγίδα» στην καριέρα του.
Μπορείς να είσαι ένας απλός άνθρωπος και, ταυτόχρονα, επιτυχημένος, αναγνωρισμένος από τους ανθρώπους του χώρου σου; Αν κρίνουμε από τα κομπλιμέντα των τεχνικών, είτε της γενιάς του είτε των νεότερων, τότε ναι αυτό είναι εφικτό. Και ο Περικλής Ταυρόπουλος, μέσα σε μια πορεία 42 ετών, μπορεί να είναι σίγουρος, ότι αυτό τουλάχιστον το πέτυχε, πέρα από όσα αγωνιστικά επιτεύγματα έχει να παρουσιάσει στο παρκέ.
Όχι πως αυτά είναι και λίγα, από τη σπουδαία ιστορία του Παπάγου, που έφτασε κι έμεινε στην τότε Α1, έως μια σειρά άλλων ομάδων, που είδαν την τύχη τους να αλλάζει στα χέρια του, είτε στην Ελλάδα είτε στην Κύπρο, αφήνοντας έργο. Με τη διαφορά, όμως, ότι αυτό το έργο ήθελε να το αφήνει και εντός, αλλά και εκτός γηπέδου, με όσους ανθρώπους συναναστράφηκε όλα αυτά τα χρόνια.
Πολλές φορές αυτό ακούγεται ως… ευχολόγιο, αλλά στην προκειμένη περίπτωση μιλάμε για πράξη και επιθυμία, όπως την εξέφρασε στο Basketa.gr, λίγο προτού ο Πσνιώνιος αγωνιστεί με το Παγκράτι στο Κλειστό του Μετς, σε μεταξύ τους φιλικό παιχνίδι εν όψει της συνέχειας της Β’ Εθνικής.
Εκεί μας τα είπε όλα. Για το όραμά του για τον Πανιώνιο, που μοιράζεται με μια παρέα ρομαντικών του μπάσκετ, με κορυφαίο πρόσωπο ασφαλώς τον Φάνη Χριστοδούλου. Για την επαφή του με τον «Μπέμπη» του ελληνικού μπάσκετ και το τι έχει μάθει από την κοινή τους καθημερινότητα. Για τον Ιστορικό που επιστρέφει, αυτή την φορά πραγματικά, αποδεικνύοντάς μας του λόγου του αληθές πρόσφαρα στο Unicef Trophy με την κατάκτησή του. Για το τι θέλει να εμφυσήσει στους έμπειρους παίκτες με τις μεγάλες παραστάσεις, που έχει να διαχειριστεί σε σύγκριση με τις προηγούμενες, πολύ διαφορετικές προκλήσεις του. Για το τι του έμαθαν αυτά τα 42 χρόνια στο μπάσκετ, όσα έζησε και όσα θετικά ή αρνητικά θα ήθελε να… ξαναζήσει, εξηγώντας γιατί δε θα άλλαζε τίποτα.
Κόουτς μετά από τόσα χρόνια στον ίδιο χώρο, τι είναι αυτό που συνεχίζει να δίνει νόημα σε έναν προπονητή να παραμένει ενεργός και να στοχεύει σε κάτι κάθε χρόνο; Ποια είναι η κινητήρια δύναμή του, όταν έχει περάσει τόσος καιρός;
Είμαι 42 χρόνια στον χώρο και η πρώτη λέξη που μου έρχεται στο μυαλό, είναι το μεράκι. Πρέπει να χαίρεσαι αυτό που κάνεις. Είμαι ένας από τους τυχερούς, που κατάφεραν να βιοποριστούν, εκτός από τη δουλειά μου ως καθηγητής στα ΤΕΦΑΑ, με ένα αντίκειμενο που ξεκινήσαμε να έχουμε ως χόμπι. Είναι σπουδαίο πράγμα για έναν εργαζόμενο να περνά η ζωή του και αυτό να έχει γίνει, έχοντας κάνει αυτό που αγάπησε. Οι περισσότεροι δεν έχουν αυτή την ευκαιρία και τη δυναμική. Τώρα πια, λοιπόν, για μένα απλά είναι το μεράκι, μαζί με το στόχο που τίθεται κάθε χρόνο, όπως συνέβη για μένα τα προηγούμενα χρόνια σε Παπάγου, Έσπερο, Πρωτέα και άλλες ομάδες. Ένας άλλος σημαντικός παράγοντας στους σταθμούς μου, φυσικά, είναι και το ότι με αφήνουν να δουλέψω όπως εγώ νομίζω, αλλιώς δε θα ήμουν σε αυτούς τους συλλόγους. Τα σημαντικά στοιχεία για να συνεχίζεις, λοιπόν, είναι το μεράκι, να έχεις ένα στόχο και να σε αφήνουν να δουλέψεις, όπως νομίζεις.
Την φετινή σεζόν αποδέχθηκες την πρόκληση του Πανιωνίου. Πέραν της ιστορικότητας του συλλόγου και του μεγέθους αυτής της πρόκλησης, τι ήταν αυτό που σε έκανε να νιώσεις ασφάλεια, ώστε να πεις το «ναι» σε μια ομάδα ταλαιπωρημένη τα τελευταία χρόνια;
Η επιλογή ανήκει πρωτίστως στον Πανιώνιο. Η ομάδα με διάλεξε, όχι εγώ την ομάδα, και συγκεκριμένα ο φίλος μου, Χρήστος Μαγγίνας, μαζί φυσικά με τους κυρίους Ηλιάδη και Μικρόπουλο, με στόχο την άνοδο, ενώ προηγουμένως στόχος ήταν η παραμονή των ομάδων μου στην κατηγορία. Από τη δική μου πλευρά, το θέμα δεν είναι μόνο να έχω τη δυνατότητα να δουλέψω, όπως θέλω εγώ, την ομάδα, αλλά και το ποιος είναι ο στόχος κι αν αυτός με γεμίζει. Αυτά είναι δύο στοιχεία, όπου… δε σηκώνω μύγα στο σπαθί μου, γιατί δε θέλω μια επιτυχία ή μια αποτυχία να μου πιστώνεται από πράγματα, που αποφασίζουν άλλοι. Η πρόταση του Πανιωνίου, λοιπόν, ήταν πολύ τιμητική, ειδικά για το όνομα της ομάδας, αλλά και ως Νεοσμυρνιώτης έχω ζήσει τα υπέρ και τα κατά του να βρίσκεσαι σε αυτό το σύλλογο. Τα τελευταία χρόνια, βέβαια, ήταν περισσότερα τα αρνητικά και υπήρξαν, ευτυχώς, άνθρωποι του Ερασιτέχνη που δεν άφησαν την ομάδα να πέσει στη Γ’ Εθνική, κάτι που δε γνωρίζουμε θα έδινε κίνητρο στους κυρίους Ηλιάδη και Μικρόπουλο να έρθουν. Ο στόχος και η κατεύθυνση ήρθε από τη διοίκηση, εν συνεχεία, δεν ήταν άλλος από την άνοδο κι εγώ τον αποδέχθηκα με τη σειρά μου.
Μιας και αναφέρθηκες στους στόχους, ποια είναι η διαφορά της φετινής σου αποστολής, όπου έχεις αναλάβει μια ομάδα με μεγάλο μπάτζετ και πολύ έμπειρους παίκτες υψηλού επιπέδου, άρα κι έναν ξεκάθαρο στόχο πρωταθλητισμού, σε σύγκριση με τα προηγούμενα χρόνια, όπου ανέλαβες ομάδες με πολύ πιο περιορισμένα δεδομένα στον Παπάγου, τον Πρωτέα και, τελευταία, τον Έσπερο;
Υπάρχουν τα υπέρ και τα κατά σε κάθε κατάσταση, γιατί και οι στόχοι ανάλογα με το μπάτζετ και τις επιλογές σε παίκτες, φυσικά, είναι διαφορετικοί. Το να κάνεις, αρχικά, μια πολύ καλή πορεία με ομάδα, που έχει ξεκινήσει με χαμηλό μπάτζετ για την παραμονή της, φαίνεται πολύ πιο δυνατή επιτυχία από το να διαχειριστείς μια ομάδα με μεγάλο μπάτζετ και στόχο τον πρωταθλητισμό. Είναι, όμως, μεγάλο λάθος να το πιστεύεις αυτό. Στην Elite League, για παράδειγμα, το Ψυχικό πέρυσι νίκησε πέρυσι τον Τρίτωνα και ο Έσπερος πέρασε ομάδες με τριπλάσιο μπάτζετ. Φέτος, λοιπόν, που έχουμε ένα πολύ καλό μπάτζετ έχουμε δύο πολύ δυνατές προκλήσεις. Η μία είναι η διαχείριση των παικτών και το πώς θα αποδεχθεί ο καθένας το ρόλο του άλλου στο παρκέ. Η δεύτερη είναι το πώς θα κοιτούν στα μάτια τους αντιπάλους, που είναι θεωρητικά μικρότερα μεγέθη. Μπορεί να φαίνεται απλό, αλλά είναι δύσκολο να πείσεις παίκτες σαν τον Βεργίνη και τον Παπαδιονυσίου, για παράδειγμα, ή άλλους παίκτες μας που θα μπορούσαν να είναι βασικοί σε κάθε άλλη ομάδα της Elite League, να δίνουν την ψυχή τους και να σέβονται τον εαυτό τους στο παρκέ απέναντι σε παίκτες παίκτες με εντελώς διαφορετικές παραστάσεις και άλλη αγωνιστική αναφορά. Πρόκειται για παίκτες με παραστάσεις ακόμη και σε ευρωπαϊκό επίπεδο, που πρέπει να πείσεις να δίνουν τον καλύτερό τους εαυτό, κάνοντάς τους να καταλάβουν πως τίποτα δεν είναι δεδομένο και κανένας αντίπαλος δεν είναι αμελητέα ποσότητα. Δεν είναι εύκολη, λοιπόν, αυτή η προσπάθεια διαχείρισης και σεβασμού προς τον αντίπαλο και είναι κάτι που έχω ζήσει φέτος. Θεωρώ, μάλιστα, ότι είχαμε στα πρώτα παιχνίδια του πρώτου γύρου της Β’ Εθνικής αρκετά μέτρια αποτελέσματα ως προς την εμφάνισή μας στο παρκέ στη συμπεριφορά στο παρκέ, παρότι οι νίκες έρχονταν. Κινδυνεύσαμε αρκετές φορές να βρεθούμε από κάτω εξαιτίας της συμπεριφοράς μας στο παρκέ, αλλά δεν το πληρώσαμε. Τελευταία, μάλιστα, θα έλεγα πως έχουμε βελτιώσει πολύ το συγκεκριμένο κομμάτι και φαίνεται στα αποτελέσματα, αλλά πρέπει να συνεχίσουμε να το δουλεύουμε μέχρι το τέλος της χρονιάς.
Τι είναι αυτό που θέλεις να αφήνεις ως αποτύπωμα στους παίκτες σου, οποιασδήποτε ηλικίας ή παραστάσεων; Τι θέλεις να θυμούνται από εσένα;
Δε θέλω να αφήσω κανένα αποτύπωμα αναφορικά με την μπασκετική πορεία κάθε παίκτη. Εκεί, για καθέναν είναι θέμα δουλειάς και πρέπει κάθε προπονητής να δουλεύει. Η δική μου βοήθεια με ενδιαφέρει να έρχεται στο πώς θα παρουσιάζεται ο χαρακτήρας του παίκτη στο παρκέ και εκτός αυτού, ώστε φεύγοντας να έχουν τελειώσει από τη συνεργασία μας βελτιωμένοι και να έχουν στον χώρο τους μια καθαρή και ξάστερη κουβέντα, κερδίζοντας από όλους το σεβασμό. Αυτό που με νοιάζει, λοιπόν, είναι να με βοηθήσουν και να τους βοηθήσω στο πώς θα στέκονται σαν άνθρωποι στο γήπεδο και, κατά συνέπεια, στην κοινωνία. Μπορεί να φαίνεται ρομαντικό αυτό που λέω, αλλά αυτό με ενδιαφέρει και θα μου μείνει. Το μπάσκετ έρχεται τελευταίο.
Έχουμε ακούσει εσένα και τους ανθρώπους της ομάδας να μιλούν για έναν Πανιώνιο ενιαίο. Ποιο είναι το αληθινό όραμα του Πανιωνίου και κατά πόσο υπάρχει σκοπός να είσαι μέρος του;
Για το στόχο ξεκαθαρίσαμε εξαρχής με τη διοίκηση, από τους κυρίους Ηλιάδη και Μικρόπουλο, μέχρι τον Φάνη Χριστοδούλου και τον Χρήστο Μαγγίνα, ότι είναι να βρεθούμε αρχικά στην Elite League και ύστερα στην Basket League, βήμα προς βήμα και χωρίς άγχος, με πρώτο μότο την ανθρώπινη συμπεριφορά. Αν είμαστε ομάδα και υγιείς σαν σύνολο, θα φτάσουμε πρώτα στην Elite League που είναι ένας μακρινός στόχος ακόμη. Όταν φτιάξουμε το σύνολο αθλητών, που θα συνεργάζονται άψογα πρώτα σαν χαρακτήρες και ύστερα ως παίκτες με τους κατάλληλους αυτοματισμούς, θα φτάσουμε και στην Basket League. Θα ήθελα κι εγώ να είμαι μέλος αυτής της ομάδας, φτάνοντας μέχρι την Basket League κι εκεί να σταματήσω, κάτι που λέω για πρώτη φορά.
Είναι κομμάτι του οράματος και της επανόδου αυτής η παρουσία στο Final Eight του Κυπέλλου Ελλάδας; Τι σημαίνει για το brand name της ομάδας αυτή η παρουσία ξανά ανάμεσα στους κορυφαίους;
Είναι μια υπέροχη στιγμή για το σύλλογο και θα κοιτάξουμε να την απολαύσουμε και να παίξουμε το παιχνίδι μας όσο καλύτερα μπορούμε απέναντι σε αντιπάλους πολύ υψηλού επιπέδου. Ο στόχος παραμένει, φυσικά, η άνοδος από τη Β’ Εθνική και σε κάθε στιγμή πρέπει να είμαστε προσεκτικοί, καθώς αν δεν το κάνεις μπορεί να το πληρώσεις. Είναι, όμως, μια ιδιαίτερη συγκυρία η παρουσία μας στην Κρήτη και θα φερθούμε με τον τρόπο, που της αξίζει, όπως κάναμε όλο αυτό τον καιρό με τον θεσμό του Κυπέλλου, τον οποίο τιμήσαμε, παρότι μας στοίχισε αγωνιστικά.
Πώς είναι η καθημερινότητα με τον Φάνη Χριστοδούλου;
Ο Φάνης μας βοηθά να γινόμαστε καλύτεροι σαν άνθρωποι. Είναι ένας φοβερά ταπεινός άνθρωπος κι αυτό για μένα είναι αξία ζωής. Κάπως έτσι είναι και ο δικός μου χαρακτήρας. Έχουμε κοινές απόψεις, κι ενώ έχει πολύ μπάσκετ μέσα του, ο ίδιος δεν επεμβαίνει. Θεωρώ απίστευτο το πόσο απλός άνθρωπος είναι για μια προσωπικότητα τέτοιου μεγέθους. Θέλω σαν άνθρωπος να μαθαίνω από όλους κι αυτά είναι, που έχω μάθει από τον Φάνη.
Έχουμε δει πολλούς προπονητές, και δη νέους όπως ο Αλέξης Καρατζάς πρόσφατα, να μιλούν με εγκωμιαστικά λόγια για εσένα και την επιρροή σου πάνω τους. Ποιο είναι το δικό σου σχόλιο;
Είναι κάτι που μου αρέσει και με γεμίζει. Το θέμα, λοιπόν, είναι πρώτα να είμαστε άνθρωποι και ύστερα προπονητές ή αθλητές, να νοιαζόμαστε για τους άλλους. Ευχαριστώ, επομένως, όλους τους προπονητές μέσα από την καρδιά μου για τα λόγια τους. Για μένα, άλλωστε, η ανθρώπινη επαφή είναι να πιεις έναν καφέ ή ένα κρασί και να συζητήσεις, να δεις τι σκέφτεται ο άλλος για σένα και για τη ζωή γενικότερα, τίποτα άλλο.
Έχει μείνει κάποιος στόχος, μετά από τόσο καιρό, που θα ήθελες να πετύχεις;
Ο στόχος είναι στην ομάδα μόνο να παίζουμε καλά και να ανέβουμε μέχρι την Basket League. Θέλω, όμως, να αναφέρω ιδιαίτερα τους Σπύρο Καραδήμα και Άρη Καλούδη, σε αυτό το σημείο, στους οποίους έχω φορτώσει πάρα πολλά και δουλεύουν απεριόριστες ώρες. Θέλω μαζί τους, όπως και με όλους τους άλλους, να φτάσουμε τον Πανιώνιο ψηλά.
Ποια στιγμή σε όλα αυτά τα χρόνια θα ήθελες να ξαναζήσεις;
Τα τελευταία χρόνια είναι πολύ καλά και τα χάρηκα πολύ στον Έσπερο, τον Δούκα και τον Παπάγου. Στον Παπάγου, δε, έχω ζήσει στο παρελθόν τα καλύτερα χρόνια της ζωής μου, όταν φτάσαμε στην τότε Α1 και μείναμε. Θα ήθελα, όμως, τα καλύτερα χρόνια να είναι τα καλύτερα και να ξεπεράσω όλες τις άλλες εμπειρίες, να τελειώσω έτσι την πορεία μου με τον Πανιώνιο στην Basket League.
Θα ήταν, δηλαδή, οι τίτλοι τέλους σου με τον Πανιώνιο στην Basket League;
Μπορεί. Δεν ξέρω, προσωπικά, αν μπορώ να ανταποκριθώ στις απαιτήσεις της Basket League ως προπονητής. Μπορεί και να θελήσω να συμβάλω από άλλο πόστο στο μπάσκετ. Θα δείξει το μέλλον.
Θα άλλαζες κάτι σε οποιαδήποτε στιγμή όλης αυτής της πορείας σου;
Όχι, ειλικρινά δε θα το ήθελα. Μπορεί πιο νέος σε κάποια πράγματα να έχω πει πως μετανιώνω, ή πως θα ήθελα να εξελιχθούν διαφορετικά, αλλά αυτά είναι που σου μαθαίνουν περισσότερο. Αν δεν υπήρχαν αυτές οι μεταπτώσεις στην πορεία μου και οι λανθασμένες επιλογές, δε θα έφτανα στο σημείο, που βρίσκομαι σήμερα.