Ο Βαγγέλης Ζιάγκος αποφάσισε τον... ξενιτεμό για να συνεχίσει την επαγγελματική του καριέρα και πρόσφατα πανηγύρισε με την ουγγρική Βάσας την κατάκτηση του κυπέλλου των ομάδων από την 2η κατηγορία και κάτω. Ο Ελληνας προπονητής μίλησε στο ΕΟΚ WebRadio για τις συνθήκες στην Ουγγαρία, αλλά και πολλά άλλα ενδιαφέροντα θέματα.
Αναλυτικά μίλησε:
Για την κατάκτηση του Hepp Cup: «Το Hepp Cup είναι η δεύτερη τη τάξει διοργάνωση μετά από αυτή του Hungary Cup. Στο Hungary Cup συμμετέχουν μόνο οι ομάδες της 1ης κατηγορίας, στο Hepp Cup συμμετέχουν όλες από τη 2η κατηγορία και κάτω. Για εμάς συνιστά μια ευχάριστη έκπληξη και μια επιτυχία μεγάλη αυτή η κατάκτηση. Η επιτυχία αυτή ήταν εκτός των φετινών μας στόχων, οπότε εξ ορισμού ήταν μια υπέρβαση. Το κάνει να φαίνεται μεγαλύτερη επιτυχία η ομάδα που αντιμετωπίσαμε στον τελικό, αφού ήταν αυτή που φάνταζε φαβορί για το νταμπλ. Είμαι ευτυχισμένος γι’ αυτό που καταφέραμε».
Για τον λόγο που αποφάσισε να πάει στη Βάσας: «Η απόφαση να εργαστώ στο εξωτερικό είχε παρθεί από καιρό, αναζητώντας κυρίως περιβάλλον εργασίας με έναν αθλητικό πολιτισμό και μια σταθερότητα οικονομική. Είχα έρθει στην Ουγγαρία ως ομιλητής σε ένα σεμινάριο προπονητικής. Εκεί έγινε η πρώτη προσέγγιση με τους νυν εργοδότες μου. Ακολούθησε μια δεύτερη δια ζώσης επαφή, με την οποία μου παρουσιάστηκε αναλυτικά η δομή και η φιλοσοφία του οργανισμού και του πρότζεκτ. Έκανα κι εγώ την προσωπική μου αναζήτηση και θεώρησα ότι τα θετικά θα ήταν περισσότερα από τ’ αρνητικά, γι’ αυτό και συμφώνησα με την ομάδα».
Το πλάνο της Βάσας: «Εγώ αισθάνομαι απόλυτα δικαιωμένος και τυχερός, γιατί νιώθω κάθε μέρα δημιουργικός στο πρότζεκτ που λέγεται Βάσας. Εργάζομαι σε έναν οργανισμό που είναι οικονομικά και διοικητικά υγιής και βγάζει σταθερότητα. Έχουμε ν’ ασχοληθούμε μόνο με το μπασκετικό μας αντικείμενο, χωρίς να μας αφορούν άλλα εξωαγωνιστικά θέματα. Είναι αμιγώς αναπτυξιακή η φιλοσοφία και η κουλτούρα του οργανισμού, αφού παρά το ότι επιτρέπεται να αγωνιστεί ξένος παίκτης, η ομάδα επιλέγει να δουλέψει με δικούς της αθλητές και κατά κύριο λόγο νεαρούς».
Για το πρωτάθλημα: «Υπάρχουν κι άλλοι ξένοι προπονητές, κυρίως από Σλοβενία και Σερβία. Και στην 1η κατηγορία η πλειοψηφία είναι ξένοι. Στη λίγκα συμμετέχουν 14 ομάδες και είναι παρεμφερές με το σύστημα της Α1. Δύο γύροι και οι πρώτες 8 ομάδες παίζουν στα play-offs, που ξεκινάνε την Κυριακή. Στις 3 νίκες κρίνεται η ομάδα που θα προκριθεί και συνεχίζουν με τον ίδιο τρόπο μέχρι και τον πρωταθλητή. Το ενδιαφέρον είναι τα play-out, όπου οι ομάδες των θέσεων 9-12 αγωνίζονται μεταξύ τους σε έναν μικρό όμιλο και οι 2 τελευταίες ομάδες του ομίλου αγωνίζονται μαζί και ο ηττημένος υποβιβάζεται. Παράλληλα, υπάρχει και η διοργάνωση του κυπέλλου που κατακτήσαμε. Έχει ένα ενδιαφέρον η λίγκα, από τη λογική ότι θα μπορούσα να τη χαρακτηρίσω αναπτυξιακή».
Για την καθημερινότητά του στην Ουγγαρία: «Είναι μια καθημερινότητα που κινείσαι μεταξύ σπιτιού και γηπέδου. Είναι πολλές οι ώρες που περνάς στο σπίτι ή στο γραφείο. Στην καλύτερη περίπτωση θα βγεις για ένα περπάτημα, ένα τρέξιμο ή έναν καφέ με τους συνεργάτες σου. Οι Ούγγροι είναι ένας διαφορετικός λαός σε σχέση με τον ελληνικό και τη μεσογειακή κουλτούρα. Αυτό έχει αντίκτυπο και στη δουλειά μας. Μου ήταν και παραμένει ακόμα δύσκολο, παρ’ ό,τι έχω κάνει βήματα προόδου σε αυτό, το να διαχειριστώ την εσωστρέφεια των αθλητών και το ότι δεν εκφράζουν εκδηλώνουν τα συναισθήματά τους. Φαίνεται ότι με την μεταξύ μας συναναστροφή ήταν κάτι που στην αρχή τους φαινόταν δύσκολο, αλλά σιγά σιγά έχει αρχίσει και τους αρέσει».
Για το πέρασμά του απ’ τον Λίβανο και την Αλ-Ριγιάντι: «Είναι πολύ ανάμικτα τα συναισθήματα. Έχω μόνο ωραίες στιγμές και ανθρώπους να θυμάμαι. Ήταν μια «μαγική» χρονιά που τα κατακτήσαμε όλα. Πρωτάθλημα, κύπελλο και Τσάμπιονς Λιγκ Ασίας, με το τελευταίο μάλιστα ως αουτσάιντερ. Έπαιξε καθοριστικό ρόλο η συζήτησή μου με τον Σλόμπονταν Σούμποτιτς, που είχε κατακτήσει δύο πρωταθλήματα με την Αλ-Ριγιάντι νωρίτερα. Περίμενα να δω χαμηλότερο επίπεδο, ωστόσο είδα ένα πολύ υψηλότερο απ’ όσο φανταζόμουν. Πήρα και αποκόμισα πολλά, αλλά μου προκαλεί μεγάλη θλίψη γιατί ξέρω ότι οι Λιβανέζοι τώρα δεν περνάνε καλά».
Για το αν βλέπει τον εαυτό του να μακροημερεύει στο εξωτερικό: «Οι συνθήκες εργασίας στην ελληνική μπασκετική αγορά, με κάποιες ελάχιστες εξαιρέσεις, δεν είναι καλές. Νομίζω ότι το εξωτερικό αποτελεί προτεραιότητα πλέον για τους προπονητές. Φοβάμαι ότι έτσι θα συνεχίσει να είναι για αρκετά χρόνια ακόμα η κατάσταση κι αυτό γιατί έχουμε ν’ αλλάξουμε πολλά για να γίνουμε ξανά ως χώρα ένα ελκυστικό εργασιακό περιβάλλον, όσον αφορά τον επαγγελματικό αθλητισμό. Απ’ την άλλη, η ξενιτιά είναι ζόρικη για κάποιον που έχει οικογένεια και το τίμημα είναι μεγάλο, αλλά μάλλον αποτελεί μονόδρομος».
Για τη φετινή πορεία του Ολυμπιακού στην Ευρωλίγκα και τον Παναθηναϊκό: «Η πλειοψηφία των αγώνων του Ολυμπιακού ήταν ένα θέαμα πολύ ελκυστικό κι ευχάριστο. Ακόμη και τον απλό φίλο του μπάσκετ τον άφηναν «χορτάτο» και ευχαριστημένο απ’ αυτό που έβλεπε. Το ότι ο Ολυμπιακός απέκτησε πλεονέκτημα έδρας και μάλιστα όχι ως 4ος, είναι μια τεράστια επιτυχία από μόνη της. Όσον αφορά τον Παναθηναϊκό, είμαι αντίθετος με την κριτική που γίνεται απέναντι στο προπονητικό επιτελείο. Κατά τη γνώμη μου, ο Δημήτρης Πρίφτης είναι ένας απ’ τους κορυφαίους Έλληνες προπονητές. Κάποιες συγκυρίες και ατυχείς επιλογές στο μεταγραφικό κομμάτι του καλοκαιριού πάντα συμβαίνουν. Στην Ελλάδα διαθέτουμε το «ανθρωποφαγικό» ένστικτο, που έχουμε την τάση να υπερμεγενθύνουμε ένα κακό αποτέλεσμα και να φέρνουμε την καταστροφή. Μην ξεχνάμε ότι από την αρχή της σεζόν ο Παναθηναϊκός ταλαιπωρείται από προβλήματα και απουσίες, ενώ έχει θέμα και στο δημιουργικό κομμάτι. Πρέπει να βλέπουμε τα πράγματα ψύχραιμα και νηφάλια».