Τα απρόσμενα ενίοτε εξελίσσονται σε μεγάλες εμπειρίες ζωής, ευχάριστες και επιτυχημένες. Οπως αυτή του Βασίλη Φραγκιά στην... εξωτική Μογγολία, εκεί όπου "ρίζωσε" στους Ερντενέτ Μάινερς, κέρδισε τίτλους και σεβασμό στον αθλητισμό της χώρας και για όλα αυτά μίλησε στο διαδικτυκαό ραδιόφωνο της ΕΟΚ και την εκπομπή "Μπασκετικοί μετανάστες".
Για το πώς βρέθηκε στη Μογγολία: «Έγινε από σπόντα μέσω του συνεργάτη μου ο οποίος είχε μια επικοινωνία με κάποιον από εκεί ψάχνοντας να βρουν κάποιους ξένους. Του πρότειναν στην αρχή να πάει αυτός να δουλέψει, αλλά δε μπορούσε. Έτσι, μου πρότεινε να πάω εγώ, δεν είχα δουλειά εκείνο το διάστημα και το αποδέχθηκα. Για εμένα ήταν κάτι πρωτόγνωρο όλο αυτό».
Για την Ουλάν Μπατόρ, πρωτεύουσα της Μογγολίας: «Είναι πάρα πολύ κρύα πρωτεύουσα, είναι γενικά κρύο το μέρος. Δε θα ξεχάσω την πρώτη φορά που πήγα πέρυσι και στο αεροδρόμιο είδα το ρολόι θερμοκρασίας στο -38. Μ’ έπιασε ένα ρίγος πριν βγω έξω. Με είχαν προετοιμάσει, αλλά είναι τελείως διαφορετικό να το ακούς απ’ το να το βιώνεις. Οι πρώτες μέρες ήταν πολύ δύσκολες στο να προσαρμοστώ, αλλά φέτος που πήγα πολύ πιο προετοιμασμένος ήταν σαφέστατα πολύ καλύτερο απ’ την περσινή χρονιά».
Για το πώς νιώθει στη Μογγολία: «Αυτό που πρέπει να ψάχνουμε οι άνθρωποι είναι το πού είμαστε ευτυχισμένοι στο κομμάτι της εργασίας μας και όχι μόνο. Στη Μογγολία οι συνθήκες και ο σεβασμός που δείχνουν στο πρόσωπό μου είναι κάτι το διαφορετικό. Έφυγα λίγο απ’ το ελληνικό περιβάλλον. Έχω δουλέψει αρκετά χρόνια και στην Ουκρανία και στο Κατάρ. Ο σεβασμός, το πώς σε αποδέχονται και ότι κρίνεσαι μόνο απ’ τη δουλειά σου, χωρίς τα γύρω-γύρω, τα «καφενεία» και την απαξίωση, είναι κάτι που μ’ αφήνει ήρεμο πνευματικά, με «γεμίζει» στο μέσα μου και με βοηθάει απλά να κάνω τη δουλειά που ξέρω να κάνω».
Για την κατάκτηση του πρωταθλήματος Μογγολίας: «Ήμουν θεωρώ τυχερός γιατί βρέθηκα ανάμεσα σε ανθρώπους που με εμπιστεύθηκαν απ’ την αρχή. Είχαμε πολύ καλά αποτελέσματα την περσινή χρονιά, παρ’ ότι δούλεψα μόλις τρεις μήνες, πήγαμε τελικό για πρώτη φορά στην ιστορία τους. Επειδή αντιπροσωπεύω και εκπροσωπώ την ελληνική κουλτούρα του μπάσκετ, προσαρμοστήκαμε σ’ έναν τελείως διαφορετικό τρόπο παιχνιδιού, κοντά στα ευρωπαϊκά κι ελληνικά δεδομένα, με “σκληρή” άμυνα και οργανωμένο παιχνίδι. Αυτό μάς οδήγησε, έστω και καθυστερημένα, να κάνουμε μια πάρα πολύ καλή regular season, σιγά-σιγά τα παιδιά τον αφομοίωσαν και άρχισε να τους αρέσει αυτός ο τρόπος παιχνιδιού. Βοήθησε πολύ και ο Αμερικανός μας, ο Πένι Γουίλιαμς, που ήρθε απ’ την Α2 Ιταλίας και είχε κουλτούρα ευρωπαϊκή και μπόρεσε να τους βοηθήσει και αυτός απ’ τη μεριά του. Από ‘κει και πέρα, είχαμε μια πάρα πολύ καλή χρονιά, παίξαμε όμορφο μπάσκετ και αυτό το αναγνώριζαν άπαντες. Απ’ τη στιγμή που φτάσαμε στα play-offs, τα πήραμε όλα τα ματς με 4-0 και καταφέραμε και πήραμε έναν τίτλο ο οποίος γέμισε χαρά μια ολόκληρη πόλη, το Έντερνετ, μια φτωχή πόλη, με επί της ουσίας ανθρακωρύχους. Μετά τον τελικό, ήρθε πολύς κόσμος, ο δήμαρχος απ’ το Έντερνετ, ενθουσιασμένοι όλοι για τη χαρά που τούς έδωσε η ομάδα. Σ’ αυτό το κομμάτι, τόσο οι ντόπιοι, όσο και εμείς οι “ξένοι” νιώσαμε μεγάλη ευτυχία».
Για αυτά που του έκαναν εντύπωση απ’ τη Μογγολία: «Ένα απ’ τα πιο χαρακτηριστικά που έχω ζήσει είναι ότι ο ιδιοκτήτης της ομάδας κάποια στιγμή, επειδή η πόλη έχει αρκετά επίπεδα μόλυνσης, αποφάσισε να πάρει την ομάδα μ’ ένα πούλμαν, να πάμε στην εξοχή και να μείνουμε σ’ ένα σούπερ ωραίο ξενοδοχείο. Ήταν ένα πούλμαν υπερσύγχρονο, με playstation, με τηλεοράσεις, με τα πάντα. Έριχνε απίστευτο χιόνι σε όλη τη διαδρομή. Όταν φτάσαμε στο ξενοδοχείο, είδα κάτι άλογα που καθόντουσαν για πολλή ώρα ακίνητα και λέω «Αυτά τα ξύλινα άλογα είναι φοβερά, μπράβο στον τύπο που τα έφτιαξε». Οι άνθρωποι με κοιτούσαν περίεργα και μου είπαν «Είναι κανονικά άλογα, απλά μένουν όλη τη μέρα ακίνητα γιατί κάθονται στη φορά του ανέμου για να μην κρυώνουν και να μπορούν να καταλάβουν που είναι η τροφή». Εκεί ένιωσα λίγο άβολα. Εκεί που πραγματικά εντυπωσιάστηκα, ήταν όταν με έβαλαν στη διαδικασία να εντρυφήσω στην κουλτούρα του βουδισμού. Όταν είδα το πώς είναι κατασκευασμένοι οι ναοί λατρείας των βουδιστών, το τι συμβολίζει το κάθε αντικείμενο μέσα εκεί και το πώς λειτουργεί όλο αυτό το σύστημα, πραγματικά για ‘μένα ήταν κάτι εντυπωσιακό. Το «χειρότερο» που έχω ζήσει είναι ότι οπουδήποτε πηγαίναμε για φαγητό προσπαθούσαν να με μάθουν να φάω με τα ξυλάκια. Επειδή τα χέρια μου είναι λίγο μεγάλα για να μπορέσω να πιάσω τα ξυλάκια, αυτοί γελούσαν γιατί θεωρούσαν αφύσικο ότι δε μπορούσα να φάω με ξυλάκια. Μετά από 6-7 μήνες ακόμη δεν το έχω καταφέρει, αλλά αν θα ξαναγυρίσω πίσω νομίζω ότι θα το κάνω».
Για το αν γνωρίζουν για το ελληνικό-ευρωπαϊκό μπάσκετ: «Αυτό που ξέρουν άπαντες είναι τη μεγάλη πρόκριση της Εθνικής το 2006 στη Σαϊτάμα επί των ΗΠΑ στο Μουντομπάσκετ. Ήξεραν τον Παπαλουκά, τον Σπανούλη, τον Διαμαντίδη, τον Σχορτσιανίτη, θυμόντουσαν τα ονόματα. Γενικά για το ευρωπαϊκό μπάσκετ η γνώση τους είναι πάρα πολύ μικρή, ασχολούνται μόνο με το ΝΒΑ, γι’ αυτό και οι περισσότεροι ξένοι που έρχονται εκεί είναι απ’ το ΝΒΑ. Η δική μας ομάδα το άλλαξε αυτό, προσπαθούσα να τους εξηγήσω τι σημαίνει το ΝΒΑ, ποια είναι η διαφορά του με το ευρωπαϊκό μπάσκετ, το αποδέχτηκαν αυτό και φέτος που πήραμε το πρωτάθλημα πιστεύω το έχουν καταλάβει. Το πιο σημαντικό γεγονός που ζήσαμε ήταν τον Σεπτέμβριο όταν η ομάδα πήγε το Βελιγράδι για την προετοιμασία και πήραμε εισιτήρια και πήγαμε δούμε το παιχνίδι Σερβία – Ελλάδα. Ήμασταν εκεί, είδαν τον Γιάννη, τον Γιόκιτς και όλους αυτούς τους μεγάλους παίκτες που παίζουν σε Ευρώπη και ΝΒΑ. Μου έλεγαν «Κόουτς, τώρα καταλαβαίνουμε το τι μας έλεγες σχετικά με το physical παιχνίδι και την ταχύτητα που πρέπει να πασάρουμε τη μπάλα». Άρχισαν σιγά σιγά και μπήκαν σε μια λογική ευρωπαϊκή και το πιο εντυπωσιακό είναι ότι οι περισσότεροι παίκτες μου παρακολουθούσαν μέσω ίντερνετ παιχνίδια του ελληνικού πρωταθλήματος για να δουν τι είναι αυτά που τους έλεγα. Άρα σιγά σιγά ξεκίνησε μια προσέγγιση μεταξύ Μογγόλων και ελληνικού-ευρωπαϊκού μπάσκετ».
Για το μογγολικό πρωτάθλημα: «Η λίγκα αποτελείται από 10 ομάδες. Οι 4-5 ομάδες είναι επιπέδου μεσαίας ομάδας της Α1 στην Ελλάδα, οι υπόλοιπες είναι επιπέδου Elite League. Τα συμβόλαια των ξενών ξεκινούν από 5-6 χιλιάδες δολάρια το μήνα και φτάνουν μέχρι τις 15-20 χιλιάδες. Φέτος οι 4-5 καλές ομάδες έφεραν Αμερικάνους απ’ το ΝΒΑ δίνοντάς τους γύρω στις 25-30 χιλιάδες το μήνα. Πιστεύουν ότι φέρνοντας έναν πολύ καλό παίκτη μπορείς να πάρεις το πρωτάθλημα, αλλά αυτό δεν ισχύει. Η δική μου ομάδα τα κατάφερε μ’ έναν πάρα πολύ καλό παίκτη, αλλά παίκτη ομάδας και όχι ατομιστή, ξοδεύοντας ένα μπάτζετ το οποίο ήταν 3ο-4ο στο πρωτάθλημα και πλησίαζε γύρω στο 1 εκατομμύριο με τα ελληνικά δεδομένα».
Για την ανταπόκριση του κόσμου στο μπάσκετ στη Μογγολία: «Ο κόσμος το “αγκαλιάζει” και το αγαπάει πολύ το μπάσκετ. Το εθνικό τους σπορ είναι το wrestling και οι αθλητές αυτού είναι σαν εθνικοί ήρωες εκεί. Έχουν την άρση βαρών και τα υπόλοιπα “βαριά” αθλήματα. Τα τελευταία χρόνια, το νούμερο 2 άθλημα στη χώρα είναι το μπάσκετ και σ’ αυτό βοήθησε πολύ το γήπεδο-“στολίδι” που έχουμε. Όλα λειτουργούν ηλεκτρονικά και βοήθησε πολύ στο ν’ ανέβει η δημοτικότητα του μπάσκετ στη Μογγολία».
Για την πρόταση που έχει απ’ το Πανεπιστήμιο της Μογγολίας: «Δέχθηκα μια πολύ τιμητική πρόταση απ’ την Ομοσπονδία του Πανεπιστημίου της Μογγολίας για να την αναλάβω και το φετινό καλοκαίρι να πάμε στην Παγκόσμια Πανεπιστημιάδα στην Κίνα, που θα διεξαχθεί απ’ τις 27 Ιουλίου μέχρι τις 8 Αυγούστου. Την έχω αποδεχθεί, άρα η επόμενη εμπειρία είναι να βιώσω πώς είναι ένα Παγκόσμιο πρωτάθλημα Πανεπιστημιάδας. Από ‘κει και πέρα, θα δούμε τι υπάρχει, πώς θα υπάρχει, τι συνθήκες θα υπάρχουν και προχωράμε».