Ο Βασίλης Τολιόπουλος για ακόμη μια φορά έζησε μια δική του μεγάλη στιγμή και πρόσφερε έναν ακόμη θρίαμβο για τον Άρη στην Πάτρα και το Basketa.gr θυμάται το οδοιπορικό ενός αθλητή, που ζει το όνειρο του να είναι μπροστάρης και, με τον τρόπο του, δεν έκρυβε εδώ και χρόνια στις επιλογές του.
Το έψαχνε εδώ και χρόνια. Από τότε, που βρισκόταν στον Κολοσσό υπό τις οδηγίες του Άρη Λυκογιάννη, έχοντας ξεκινήσει τα πρώτα του «βήματα» στα τμήματα υποδομής του Πανιωνίου με καθοδηγητή τον Θανάση Κωνσταντώνη κι έχοντας αρχίσει την επαγγελματική του σταδιοδρομία στον Ίκαρο Καλλιθέας, είχε φανεί η διάθεσή του να ηγηθεί.
Όταν πήγε το 2015 στον Ολυμπιακό, ήταν πολύ νωρίς, μόλις στα 19 του χρόνια, αν και νωρίτερα είχε διακριθεί με τις μικρές εθνικές ομάδες, με πιο μεγάλη επιτυχία, το ίδιο έτος, την τέταρτη θέση με την Εθνική U19 στο Παγκόσμιο Κύπελλο της Κρήτης. Στους «ερυθρολεύκους», όπως συνηθίζεται για αρκετούς αθλητές, όταν βρίσκονται στην ηλικία του, δε βρήκε τον χώρο και τον χρόνο, που διεκδίκησε αρκετά σθεναρά, όμως πήρε τις εικόνες, που χρειαζόταν για να χαράξει το δικό του δρόμο.
Η αυτοπεποίθηση που βγήκε στα μεγάλα ονόματα και η τρίτη γνωριμία... της αναγέννησης με τον Άρη
Ήταν αρχές του 2019, όταν ο Βασίλης Τολιόπουλος έλυσε το συμβόλαιό του με τους Πειραιώτες και ξεκίνησε τη δική του πορεία, με μια πρώτη γνωριμία με τον Άρη. Μετά από μερικούς μήνες, διάλεξε επίσης ένα μεγάλο όνομα, αυτό της ΑΕΚ, κάτι που φανέρωνε την αυτοπεποίθησή του και τη θέλησή του να διαθέτει πρωταγωνιστικό ρόλο σε έναν τέτοιο σύλλογο.
Ο ίδιος αναζήτησε το ρόλο του και κατέκτησε άλλον έναν τίτλο, εκτός όσων επιτυχιών είχε ήδη γνωρίσει στο λιμάνι, με την κατάκτηση του Κυπέλλου Ελλάδας εναντίον του Προμηθέα τη σεζόν 2019-2020, όταν και ήρθε στη ζωή μας ο Covid. Ο Βασίλης δε σταμάτησε εκεί και δέχθηκε το δανεισμό του στον Ιωνικό, για να ανηφορίσει για δεύτερη αμέσως μετά προς τη Θεσσαλονίκη.
Ο ΠΑΟΚ τον κάλεσε, για να υπογράψουν συμβόλαιο δύο ετών, όμως κι εκεί προσπαθούσε να αναζητήσει το ρόλο του, μη βλέποντας το δεύτερο χρόνο να ενεργοποιείται. Από τη συμπρωτεύουσα δεν αποχώρησε, όμως, με τον Άρη να του δίνει τη δυνατότητα να αγωνιστεί εκ νέου με τα «χρώματά» του. Ο Γιάννης Καστρίτης φαίνεται, ότι είχε βρει τα «κουμπιά» του, για να βγάλει από μέσα του τις πραγματικές του δυνατότητες.
Μετά από έναν πρώτο χρόνο, όπου άρχισε να φανερώνει το πραγματικό του επιθετικό ταλέντο, ανεβάζοντας θεαματικά το σκοράρισμά του στους 12.8 πόντους ανά αγώνα και οδηγώντας τους «κίτρινους» στην 8η θέση, μαζί με ένα μικρό διάλειμμα στην Α2 Γαλλίας με την Μπουλαζάκ, ήρθε η πραγματική ευκαιρία για την «εκτόξευση». Με μια σειρά από άλλους Έλληνες παίκτες εγνωσμένης αξίας δίπλα του και μια σειρά από καλές επιλογές Αμερικανών, βρήκε το έναυσμα, που έψαχνε όλα αυτά τα χρόνια.
'Ηταν η ώρα να λάμψει πραγματικά και... την έπιασε από τα μαλλιά. Με τη δική του «μαεστρία» στο γήπεδο, τόσο στις εντός όσο και στις εκτός συνόρων υποχρεώσεις της ομάδας του, ο Άρης έφερε τη δική του «σφραγίδα» στα σπουδαία αποτελέσματα, που πήρε αυτή την χρονιά, με την πόρτα της Εθνικής, παράλληλα, να είναι μόνιμα ανοικτή για εκείνον. Δεν είναι τυχαία ούτε η πρόκριση στη δεύτερη φάση του Eurocup ούτε και αποτελέσματα σαν το «διπλό» έναντι του Παναθηναϊκού, με τους Θεσσαλονικείς να αποτελούν, υπό τη δική του ηγεσία, τη μόνη ελληνική ομάδα που «έσπασε» την έδρα των «πρασίνων» την φετινή σεζόν.
Και δεν ήταν μία ούτε δύο, αλλά πολλές οι μεγάλες του στιγμές φέτος. Η στιγμή στην Πάτρα, όπως και η προηγούμενη στο ΟΑΚΑ, ήταν από αυτές, που οδηγούν τον Άρη, οδηγούν κι εκείνον στα πιο μεγάλα του όνειρα. Να είναι ο Βασίλης. Αυτός που βγαίνει μπροστά, φορώντας το «4», ή όποιο άλλο νούμερο. Και να είναι ο μπροστάρης...