Ο Ραφαήλ Αλαγάς αναλύει στο Basketa.gr την πορεία των «αιωνίων» στον πρώτο γύρο της Ευρωλίγκα, αναφέροντας το τι έχει φέρει τον Ολυμπιακό... στα ύψη και τον Παναθηναϊκό στον απόλυτο εφιάλτη, τονίζοντας πως η δικαιοσύνη μέχρι τώρα έχει αποδοθεί στο ακέραιο.
Το μπάσκετ στο τέλος πάντα αποδίδει δικαιοσύνη. Και η εικόνα είναι σαφής στο τέλος του πρώτου γύρου. Ο Ολυμπιακός μετρά ένα εκπληκτικό 12-5, που ελάχιστοι κάτι παραπάνω από αισιόδοξοι θα περίμεναν, κοιτάζοντας μέχρι και την τετράδα της Ευρωλίγκα, τη στιγμή που ο Παναθηναϊκός έχει στην άλλη πλευρά ένα «φτωχό» 4-13.
Κανένα από τα δύο ρεκόρ, όμως, δεν αντικατοπτρίζει κάτι άλλο από την αγωνιστική εικόνα, που έχουν βγάλει οι δύο ομάδες, με αποκορύφωμα όσα είδαμε στο ντέρμπι και επιβεβαίωσαν τη μεταξύ τους απόσταση. Ο ένας έχει μια σοβαρή ομάδα, με σαφείς ρόλους και στόχευση, καθώς και καθαρό μυαλό, μακριά από οποιαδήποτε άλλη εξωγενή εξέλιξη, ενώ ο άλλος δεν έχει τίποτα από όλα αυτά, νιώθοντας μέχρι και την... πολυτέλεια να διώχνει παίκτες, που για τον κόσμο τουλάχιστον δεν έχει καν δοκιμάσει στο παρκέ, αλλά μετά την αποχώρησή τους γίνονται πρωταγωνιστές (Φερέλ, Φλόιντ, Ντιαλό).
Ο ένας «πετά» έστω κι αν δείχνει... προσγειωμένος στη συμπεριφορά του, ο άλλος όχι απλά παραπατά, αλλά... σέρνεται στη δική του θλιβερή πραγματικότητα χωρίς τρόπο διαφυγής, με αποτέλεσμα η μιζέρια, που έχει προσβάλει στο σύνολό του πια τα επαγγελματικά τμήματα του οργανισμού, να εισχωρεί μέσα του ολοένα και περισσότερο. Και όλα αυτά, ασφαλώς, έχουν εξήγηση.
Πήρε τις βεβαιώσεις, έκανε τη δουλειά του και δικαιώθηκε
Όταν ερχόταν στον Ολυμπιακό, ο Γιώργος Μπαρτζώκας έλεγε πως δεν είχε κανένα λόγο να μην πιστεύει σε κάτι καλό στην επόμενη μέρα, αν και η ιστορική κηλίδα του υποβιβασμού στην Α2, έστω και στο πλαίσιο της εκστρατείας του «μέχρι τέλους», ήταν πολύ πρόσφατη, με την πορεία στην Ευρωλίγκα να περνά από... σαράντα κύματα, αφού η ομάδα δεν μπορούσε να βρει σταθερότητα με το ένα μόλις ματς την εβδομάδα.
Ο Έλληνας τεχνικός, όμως, φαίνεται πως είχε πάρει τις βεβαιώσεις του για ένα σοβαρό πλάνο για το μέλλον από τους αδελφούς Αγγελόπουλους, προτιμώντας πολύ πιο χαμηλούς τόνους από τα προηγούμενα χρόνια. Έκανε τη δουλειά του, προχώρησε το σχέδιό του χωρίς να επηρεάζεται από κανέναν εξωαγωνιστικό παράγοντα και τα αποτελέσματα είναι απτά δύο χρόνια αργότερα.
Κι αν πέρυσι υπήρχε πάλι το πρόβλημα του ενός ματς την εβδομάδα, μαζί με την ελλιπή στελέχωση του ρόστερ σε ορισμένα κομμάτια, φέτος τα γέμισε με τα παραπάνω, έχοντας σαφή κατεύθυνση για κάθε παίκτη και το σύνολό του παράλληλα. Άφησε στον Σλούκα τον ρόλο του ηγέτη, που χρειάζεται η ομάδα του με τα αντίστοιχα αγωνιστικά οφέλη, χωρίς να τον «ξεζουμίζει», φέρνοντας δίπλα του έναν παίκτη με άλλα χαρακτηριστικά που τον συμπλήρωναν ιδανικά σε δημιουργία και άμυνα (Ουόκαπ), μαζί με έναν σουτέρ της... τρέλας του Ντόρσεϊ, και συμπλήρωσε έτσι την περιφέρειά του.
Έβαλε οντότητα στη ρακέτα με τον Φαλ και - εξίσου σημαντικό - εμπιστεύτηκε περσινούς του ξένους παίκτες, όπως τον Μάρτιν και τον Ζαν Σαρλ, που επίσης του δίνουν πράγματα όταν χρειάζεται, κάτι που συμβαίνει και με τον ΜακΚίσικ στην περιφέρεια, όπως έγινε στο τελευταίο νικηφόρο ντέρμπι. Όλα αυτά, χωρίς φυσικά να παραλείπουμε την ηγετική παρουσία του Βεζένκοφ κοντά στο καλάθι και όχι μόνο, έχοντας πάρει τη σκυτάλη από τον Πρίντεζη.
Όλα τα κομμάτια του παζλ ενωμένα όπως πρέπει. Από την αρχή, που είναι η διοίκηση, κι έναν προπονητή που έχει δώσει τα διαπιστευτήριά του, για να αναλάβει το πλάνο, έως κάθε παίκτη ξεχωριστά, που πιστεύουν επίσης σε αυτό που εκτελούν, παρουσιάζοντας μια ομάδα με φρεσκάδα, σύγχρονο μπάσκετ και που αποφεύγει να γίνεται μονοδιάστατη. Καμία εντύπωση, λοιπόν, με την εικόνα της δεν προκαλεί αυτό το 12-5.
Περιφερόμενη θλίψη δίχως να ζητά κάτι
Ο Παναθηναϊκός, από την άλλη, βλέπει να του λείπουν σχεδόν όλα όσα έχει ο Ολυμπιακός. Αν εξαιρέσουμε τη σταθερή στήριξη του κόσμου ακόμη και στα χειρότερά του, καθώς και κάποιες αναλαμπές που μπορεί για ένα βράδυ να... καλύψουν την πραγματικότητά του, πέραν αυτού όλοι καταλήγουν, αργά ή γρήγορα, σε μια γενική μετριότητα, που προκύπτει από την κατάσταση, όπου βρίσκεται την τελευταία διετία, ως επί της ουσίας ακέφαλος.
Αν, ας πούμε, ένας έμπιστος άνθρωπός σας, σας ζητήσει να λειτουργήσετε εσείς από τη μια μέρα στην άλλη την επιχείρησή του, θα τα καταφέρετε; Το το πιθανό είναι η επιχείρηση να ναυαγήσει. Αυτό ακριβώς συμβαίνει και στον Παναθηναϊκό, στον οποίο απουσιάζει η οντότητα του ηγέτη της ΚΑΕ, που υπήρχε τουλάχιστον μέχρι την αποχώρηση του Δημήτρη Γιαννακόπουλου από τα κοινά του συλλόγου.
Το αποτέλεσμα είναι ο σύλλογος να μην έχει κάποια αληθινή στόχευση στην Ευρώπη, ελπίζοντας μόνο στο να συντηρεί στο σερί των σεζόν με έστω έναν τίτλο, μέσα από τις ελληνικές διοργανώσεις. Και δεν είναι κάτι αμελητέο, φυσικά, να διατηρείται αυτό το σερί, αλλά ορισμένες φορές μπορεί να χρησιμοποιηθεί και ως το γεγονός, που χρυσώνει το χάπι.
Το ίδιο ακριβώς συμβαίνει για τον τεχνικό και τους παίκτες των «πρασίνων». Όταν δεν υπάρχει, ουσιαστικά, μια διοίκηση να καθορίσει ένα συγκεκριμένο πλάνο προς ένα συγκεκριμένο στόχο, πιέζοντας αντιστοίχως όποτε χρειαστεί, τότε άπαντες οι υπόλοιποι μπορεί να νιώθουν την... άνεση να μην αποδίδουν στο επίπεδο, που ενδεχομένως μπορούν, χρησιμοποιώντας ως πανάκεια τα αντικειμενικά διοικητικά και οικονομικά προβλήματα, αφού μπορεί να θεωρούν πως τα πάντα μπορεί σε αυτό το «βωμό» να βρίσκουν δικαιολογία. Η άλλη πρακτική σε τέτοιες καταστάσεις μπορεί να είναι η εκμετάλλευσή τους για προσωπικό σκοπό, αλλά δε θεωρούμε πως κάτι τέτοιο συμβαίνει στις τάξεις του Παναθηναϊκού.
Το βέβαιο είναι, ότι με βάση τις προαναφερθείσες συνθήκες, οι επιλογές του Πρίφτη από το καλοκαίρι μέχρι σήμερα, από το σχεδιασμό μέχρι τη διαχείριση αγώνων, ακόμη και την απομάκρυνσή παικτών, που στην ουσία δεν έχουν δοκιμαστεί, βρίσκουν δικαιολογία στην άσχημη κατάσταση του συλλόγου εν συνόλω, όσο κι αν μερικές φορές δεν έχουν νόημα. Κι όταν ο προπονητής πορεύεται με αυτό τον τρόπο, δεν μπορεί να περιμένει κανείς από κάποιον παίκτη να φέρει την έμπνευση για κάτι καλό, ειδικά όταν λείπει από το «τριφύλλι» μια αληθινά ισχυρή, ιδανικά ελληνική, προσωπικότητα στο ρόστερ. Ο Παπαπέτρου, άλλωστε, έχει δοκιμαστεί εδώ και δύο χρόνια ως ηγέτης του Παναθηναϊκού και η εικόνα του στο ντέρμπι είναι ενδεικτική του γιατί δεν έχει εφαρμόσει στην πράξη αυτό το «βήμα» παραπάνω. Και μιλάμε για τον συγκεκριμένο, καθώς αυτός επί της ουσίας πήρε το βάπτισμα στη μετά-Καλάθη εποχή.
Ο Παναθηναϊκός, επομένως, τη στιγμή που ο «αιώνιος» του αντίπαλος φρόντισε να «περιφρουρήσει» εξαιρετικά όσα «έχτισε» την τελευταία διετία, φτιάχνει στο ίδιο διάστημα... κάστρα στην άμμο, παρουσιάζοντας ένα σύνολο δίχως στόχους εκτός συνόρων, που απλά διεκπεραιώνει τη συμμετοχή του στην Ευρωλίγκα, «καίγοντας» έτσι κάθε χαρτί, που σε κανονικές συνθήκες θα μπορούσε να είναι ισχυρό για το μέλλον. Υπό αυτό το καθεστώς, όμως, δεν μπορεί να ελπίζει τίποτα άλλο από όσα ήδη συμβαίνουν.
Οι δύο «αιώνιοι», με λίγα λόγια, έκαναν τις επιλογές τους και αυτές, αργά ή γρήγορα, βγαίνουν στο γήπεδο και δικαιώνουν όποιον τις έκανε, έχοντας κάτι ξεκάθαρο κατά νου κι έχοντας φροντίσει να το προστατεύσει σωστά, κοιτάζοντας την πραγματικότητα, όπως είναι, και όχι με τη σκέψη σε... φαντάσματα του παρελθόντος. Η πορεία τους, μέχρι τώρα, είναι αυτή ακριβώς που τους άξιζε με βάση όσα έχουν παρουσιάσει στον πρώτο γύρο της Ευρωλίγκα, και ειδικά ο Παναθηναϊκός πρέπει να πάψει να αποφεύγει αυτή την αλήθεια, διαφορετικά τίποτα δε θα αλλάξει.