Το Λαύριο «πάτησε» τον Παναθηναϊκό και ο Ραφαήλ Αλαγάς γράφει στο Basketa.gr για το όνειρο της ομάδας της Ανατολικής Αττικής με την ευχή αυτό να μείνει ζωντανό, καθώς και τις «βαθιές» σκέψεις που πρέπει να κάνουν οι «πράσινοι» με την ευκαιρία του γεγονότος, ότι θα βγουν αλώβητοι από μια περίεργη χρονιά με πολλές ανορθογραφίες.
Ας είμαστε ειλικρινείς. Το ελληνικό μπάσκετ δε διάγει τις καλύτερες μέρες του. Ακόμη κι αν έχει καταφέρει στα πιο δύσκολα να έχει στην άκρη του πάγκο της Εθνικής μια προσωπικότητα του εκτοπίσματος του Ρικ Πιτίνο, περνά από μια «βαθιά» κρίση σε κάθε επίπεδο, όπως φυσικά και το αγωνιστικό. Σε κάτι τέτοιες στιγμές, χρειάζεσαι κάποιες όμορφες ιστορίες, για να πιστέψεις πως υπάρχει μια χειροπιαστή ελπίδα ανάκαμψης.
Αυτή την ελπίδα προσφέρει το Λαύριο, στην ίσως πιο όμορφη ιστορία, που έχει ζήσει το ελληνικό μπάσκετ από τις απαρχές αυτού του αιώνα. Υπήρξαν κι άλλες όμορφες ιστορίες με διάκριση ακόμη και εκτός συνόρων, όπως το Μαρούσι, ο Πανελλήνιος, ακόμη και ο Μακεδονικός. Όλες αυτές, όμως, αναδείχθηκαν σε μια περίοδο «παχέων αγελάδων», ενώ αντιθέτως αυτό που ξεκίνησε στην Ανατολική Αττική σε χρόνια πραγματικής δοκιμασίας.
Ο Χρήστος Σερέλης μπορεί να μην είναι ο κορυφαίος προπονητής του κόσμου. Θυμάμαι, όμως, τον Σάκη Γιαννακόπουλο να μου λέει πως πρόκειται για έναν άνθρωπο, που καθημερινά θέλει να μαθαίνει και να εξελίσσεται. Η δήλωση αυτή είχε γίνει λίγο πριν από την ευρωπαϊκή δοκιμασία με την Ντνίπρο, όπου ο εμβληματικός ηγέτης της ομάδας θα βρισκόταν στο πλευρό του στον πάγκο για πρώτη φορά και όλοι θυμόμαστε, ότι εκείνη η χρονιά μόνο θετική έκβαση δεν είχε, καθώς το Λαύριο βαθμολογικά υποβιβάστηκε.
Τρία χρόνια αργότερα, όμως, και μετά από μια σύμπραξη με την Κύμη που φαίνεται, ότι λειτούργησε για το καλό όλων, ο Σερέλης έδειξε όντως αυτά τα στοιχεία. Κατάλαβε το τι θέλει το σύγχρονο μπάσκετ και άρχισε να ζητά τα αντίστοιχα «εργαλεία», είτε σε Έλληνες παίκτες με προοπτική μετατροπής σε πρωταγωνιστές υψηλού επιπέδου, όπως ο Μουράτος, είτε σε «διψασμένους» για επιτυχία ξένους, όπως η πλειάδα απόλυτα επιτυχημένων επιλογών που έκανε φέτος. Η πανδημία μπορεί να τον έφερε πίσω με τα απανωτά κρούσματα, αλλά δεν τον εμπόδισε να παρουσιάσει μια δουλειά, που κυρίως χαίρεσαι να βλέπεις.
Όποιας ομάδας κι αν είσαι οπαδός, δεν μπορείς παρά να χαρείς και να χειροκροτήσεις μια προσπάθεια, που βάζει «χρώμα» στα, συνήθως τετριμμένα, εγχώρια δρώμενα, μιας και άπαντες ξέρουν τον πρωταθλητή εξαρχής. Κι όταν αυτή η προσπάθεια θριαμβεύει δις στην ίδια χρονιά απέναντι στο αδιαφιλονίκητο φαβορί, καταλαβαίνεις πως αυτό που «χτίστηκε» μόνο τυχαίο δεν ήταν.
Η δεύτερη νίκη με τον Παναθηναϊκό, επομένως, δεν ήταν απλά «ένα δεύτερο πρωτάθλημα», όπως ο Σερέλης είπε. Είναι η επιβεβαίωση πως στο Λαύριο, αλλά και στο ελληνικό μπάσκετ εν γένει, βιώνεται ένα μοναδικό όνειρο. Το πρόβλημα με τέτοιου είδους όνειρα, επειδή αποτελούν μια τεράστια υπέρβαση σε κάθε τομέα για ένα σύλλογο, σαν το συγκεκριμένο, είναι πως πολλές φορές δύσκολα συνεχίζονται. Άπαντες θέλουν να δουν αυτή την ομάδα να εξελίσσεται κι άλλο, προσθέτοντας ένα ακόμη «λιθαράκι» σε έναν υγιή ανταγωνισμό, που δεδομένα δημιουργεί τις προοπτικές επιτυχιών εκτός συνόρων, αλλά αυτό που σκέφτονται άπαντες, δυστυχώς, είναι το… πού θα καταλήξει κάθε «λαβράκι», ελληνικό ή ξένο.
Δεν φταίει το Λαύριο σε αυτό, έτσι μάθαμε σε ένα πρωτάθλημα, όπου πλέον κυνηγάμε… με το τουφέκι το κάτι ξεχωριστό, είτε σε ομάδες είτε σε παίκτες, προτού το εκμεταλλευτούν οι μεγαλύτερες ομάδες. Είναι στο χέρι του, βέβαια, να συνεχίσει να ζει αυτό το όνειρο και να συνεχίσει να προσφέρει συγκινήσεις, σαν την τελευταία με τους «πράσινους».
Σχετικά με το «τριφύλλι», μετά από αποτελέσματα σαν και αυτό της Λαυρεωτικής, τα σχόλια δεν χρειάζεται να είναι πολλά. Όταν ο ίδιος ο αντίπαλος προπονητής σε αναγνωρίζει ως σαφέστατα ανώτερη ομάδα, εννοώντας πως ουσιαστικά δε θεωρεί πως έχει πραγματική τύχη να σου «αρπάξει» τον τίτλο και η εικόνα σου βγάζει τέτοια θλίψη στο παρκέ, το πρόβλημα είναι σοβαρό.
Είχαμε μιλήσει ξανά για το πόσο υπομονή χρειάζεται, μέχρι ο Παναθηναϊκός να επανέλθει σε ένα αξιοζήλευτο επίπεδο, καθώς τα δεδομένα ασφαλώς δεν είναι όπως της αρχής της προηγούμενης δεκαετίας. Όταν, όμως, αντί της εξέλιξης μέσω αυτής της υπομονής, παρουσιάζεται αγωνιστική χαλαρότητα, σχεδόν… ραθυμία, μαζί με μια αδυναμία βελτίωσης, τότε είναι σαφές πως χρειάζονται αλλαγές.
Οι «πράσινοι» θα πάρουν τον τίτλο και θα πετύχουν το στόχο τους, δηλαδή το double, κάτι που σημαίνει πως στην πιο περίεργη σεζόν της ιστορίας τους, που συνδυάστηκε από πενιχρή απόδοση στο παρκέ σε ανησυχητικά αρκετές περιπτώσεις, θα βγουν αλώβητοι, αφού συνεχίσουν να είναι… έτη φωτός μπροστά από τους υπόλοιπους. Πάνω σε αυτό θα μπορούσαν να σκεφτούν και πού θέλουν να βλέπουν τον εαυτό τους στο μέλλον, χωρίς να χρειαστεί πρώτα ο «κρότος» μιας παταγώδους αποτυχίας, που θα «τραυματίσει» την ομάδα.
Για τους καθολικούς το «καθαρτήριο» είναι το «προπύργιο» για τον παράδεισο. Ο Δάντης διαφωνεί και θεωρεί, ότι αντιθέτως είναι το «προπύργιο» της κόλασης. Ο Παναθηναϊκός οφείλει να διαλέξει τη δική του κατεύθυνση από το προσωπικό καθαρτήριο, όπου σύντομα θα βρεθεί ακόμη και με δυο κούπες στα χέρια του...