Η Εθνική Ανδρών βρίσκεται στον Καναδά, για να παίξει τη δική της... ζαριά να πάει στο Τόκιο, σε μια περιοχή γεμάτη Έλληνες. Το Basketa.gr έψαξε και σας παρουσιάζει την ιστορία των ομογενών της Βικτώριας και της Βρετανικής Κολούμπια, που αριθμεί σχεδόν μισή χιλιετία.
Το σύγχρονο ελληνικό κράτος γιόρτασε, φέτος, 200 χρόνια από την ιστορική Επανάσταση του 1821. Για την ιστορία, εννέα χρόνια αργότερα απέκτησε «σάρκα και οστά», λόγω της συνθήκης της 3ης Φεβρουαρίου, που υπέγραψε το Πρωτόκολλο του Λονδίνου για την πλήρη ανεξαρτησία από το οθωμανικό καθεστώς.
Η προσπάθεια του κράτους αυτού να ενηλικιωθεί είχε διάφορα προβλήματα κι ένα εξ αυτών, πάντοτε, είναι η μετανάστευση. Ο ελληνισμός είναι παρών σε όλο τον κόσμο, από τη μία πλευρά, αλλά από την άλλη στερεί μονάδες, που θα μπορούσαν, με τον καιρό να περνά, να βοηθήσουν αυτό το κράτος να προοδεύσει. Αυτή, όμως, είναι μια… διαφορετική κουβέντα και είναι πραγματικότητα η ύπαρξη μεγάλων και αξιόλογων κοινοτήτων ανά τον κόσμο, που εξελίσσονται διαρκώς, βοηθούν το κράτος που τους φιλοξενεί και, σταδιακά, γίνεται το δικό τους σπίτι, ενώ παράλληλα αφήνουν τη δική τους ιδιαίτερη εικόνα για την Ελλάδα.
Μία από αυτές τις κοινότητες θα μπορούσε να ενισχύσει την προσπάθεια της Εθνικής Ανδρών να προκριθεί στους Ολυμπιακούς Αγώνες. Το προολυμπιακό τουρνουά του Καναδά διεξάγεται στη Βικτώρια, ένα μέρος που μετρά πάνω από 20.000 Έλληνες, η ιστορία των οποίων εντοπίζεται περίπου 500 χρόνια πίσω, στην εποχή όπου οι conquistadores εξερευνούσαν την ήπειρο της Αμερικής.
Ο Κεφαλονίτης που δεν έπεισε κανέναν
Η ιστορία της ελληνικής κοινότητας στην Πολιτεία της Βρετανικής Κολούμπια ξεκινά από την εποχή, όπου ο Χουάν ντε Φούκα, ή πιο σωστά Ιωάννης Φωκάς (τον έλεγαν και Απόστολο Βαλεριάνο) ξεκινούσε από το Βαλεριάνο της Κεφαλονιάς, προκειμένου να κατακτήσει τον κόσμο. Ο ίδιος είχε καταγωγή από την Πόλη και ίσως ο… αέρας του έπεισε τον ισπανικό θρόνο να τον στείλει στην Αμερική, που τότε ακόμη βρισκόταν υπό εξερεύνηση.
Αξίζει να σημειωθεί, πάντως, ότι νωρίτερα είχε εργαστεί επί σαράντα χρόνια ως πλοηγός στον στόλο των Δυτικών Ινδιών της Ισπανίας. Σε ένα του ταξίδι στις Φιλιππίνες τον Νοέμβριο του 1587, το πλοίο στο οποίο επέβαινε, η Αγία Άννα (Santa Anna), κατελήφθη από Άγγλους πειρατές και ο ίδιος πιάστηκε αιχμάλωτος και υποχρεώθηκε να δώσει όλες του τις οικονομίες καθώς και το πλοίο του με φορτίο αξίας 60.000 δουκάτων, ώστε να αφεθεί ελεύθερος.
Μετά τη συγκεκριμένη περιπέτεια, ο Φωκάς πήγε στο Μεξικό, που τότε αποκαλείτο Νέα Ισπανία, πείθοντας τον Ισπανό αντιβασιλέα της χώρας, Λουίς ντε Βελασέο, να του δώσει μία μικρή καραβέλα με την εντολή να εξερευνήσει τις δυτικές ακτές της Βορείου Αμερικής και να βρει τα μυθικά Στενά του Ανιάν (Estrecho de Anián), που υποτίθεται πως ένωναν τον Ατλαντικό με τον Ειρηνικό Ωκεανό.
Το πρώτο του ταξίδι το 1592 έληξε άδοξα, επειδή το πλήρωμά του στασίασε, και έτσι αναγκάστηκε να επιστρέψει στο Ακαπούλκο. Κατά το δεύτερο ταξίδι του ανέβηκε βόρεια και νόμισε πως πραγματικά είχε βρει το πέρασμα προς τον Ατλαντικό μεταξύ του 47ου και 48ου γεωγραφικού παραλλήλου. Επέστρεψε στο Ακαπούλκο περιμένοντας δύο χρόνια να λάβει την ανταμοιβή του για τις ανακαλύψεις του, αλλά χωρίς αποτέλεσμα. Το 1593 ή 1594 έφυγε για την Ισπανία ελπίζοντας πως θα τον ανταμείψει ο βασιλιάς της Ισπανίας. Τελικά δεν βρήκε καμία ανταπόκριση και από τον ισπανικό θρόνο και απογοητευμένος αποφάσισε να αποσυρθεί στην πατρίδα του.
Το ίδιο ακριβώς συνέβη και στην Αγγλία, όπου ο θρόνος επίσης δεν αναγνώρισε επί της ουσίας τις προσπάθειές του, παρά τη διμεσολάβηση του Μάικλ Λοκ, πλούσιου εμπόρου της χώρας. Ο τελευταίος αργούσε να του δώσει απάντηση και ο Φωκάς είχε γυρίσει στην Κεφαλονιά. Όταν ο Άγγλος επιχείρησε να τον εντοπίσει μέσω επιστολής το 1602, απάντηση δεν έλαβε, κάτι που πιθανότατα σήμαινε το θάνατο του Φωκά.
Οι… 300 της Εύβοιας, ο Α’ Παγκόσμιος και η κοινότητα
Πολλές αναφορές, από τότε που ο Φωκάς έψαξε την περιοχή αυτή της Βρετανικής Κολούμπια, με τη δική του έκταση να βρίσκεται μεταξύ της Βικτώρια και της νήσου του Βανκούβερ, δεν υπάρχουν μέχρι τη δεκαετία του 1850, όταν και εποίκησε ο Κουμιώτης Νικόλας Καπιώτης. Ο ίδιος συμμετείχε στο βρετανικό Ναυτικό στη διάρκεια του πολέμου της Κριμαίας μεταξύ 1853 και 1856, όπου και πιάστηκε αιχμάλωτος.
Οι απαγωγείς του, του έδωσαν το όνομα Τζορτζ Βιένα, αλλά κατάφερε να πάει στο Μεξικό ως μισθοφόρος. Παράλληλα, αποτέλεσε ένα προικοθήρα της εποχής και κατάφερε να παντρευτεί στη Βικτώρια τη Μέρι Αν, κόρη του αρχηγού της αυτόχθονης κοινότητας, ενώ έκανε… χρυσές δουλειές με ένα τοπικό οπωροπωλείο, ενώ φημολογείτο πως διέθετε και βάρκες στην κατοχή του.
Περίπου 25 χρόνια μετά το 1866, όταν και άνοιξε το οπωροπωλείο, πολλοί ακόμη συμπατριώτες του ήρθαν από την Εύβοια, ώστε να κατοικήσουν την περιοχή και, πολύ σύντομα, περίπου 300 Έλληνες ήταν μόνιμοι κάτοικοι. Αρκετοί από αυτούς, βέβαια, δεν άφησαν χωρίς απάντηση το κάλεσμα της πατρίδας στους Βαλκανικούς Πολέμους και τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Άλλοι γύρισαν, άλλοι δυστυχώς δεν τα κατάφεραν.
Τα κύματα μεταναστών, φυσικά, συνεχίστηκαν και, με τα χρόνια να περνούν, ο πληθυσμός των Ελλήνων της περιοχής αυξανόταν διαρκώς, λόγω της επιρροής τους στα πολιτικά και οικονομικά πράγματα. Μετά τον Εμφύλιο Πόλεμο, δε, έγινε μια πραγματική «έκρηξη» του ελληνικού πληθυσμού σε αυτό το μέρος της βρετανικής Κολούμπια, για να αναγνωριστεί η κοινότητά του το 1974.
Σήμερα, έχει φτάσει στο σημείο να έχει το δικό της κέντρο, την εκκλησία, ένα μουσείο, αρκετές φιλανθρωπικές οργανώσεις, ένα ελληνικό σχολείο, μια ομάδα ποδοσφαίρου, καθώς και συλλόγους χορευτικούς και μαγειρικούς. Η μεγαλύτερη γιορτή, παραδόξως, είναι την Πρωτομαγιά και όχι σε κάποια κλασική θρησκευτική γιορτή, όπου γιορτάζουν με χορούς, φαγητά και κάθε άλλο… κλασικό ελληνικό έθιμο.
Όλα αυτά, με πάνω από 20.000 άτομα να τα διαφυλάσσουν σαν κόρη οφθαλμού. Στο σημείο, όπου άρχισε να ψάχνει ο Ιωάννης Φωκάς, η δική μας Εθνική μπορεί να αναζητήσει το εισιτήριο για το Τόκιο, με μια ολόκληρη κοινότητα στο πλευρό της…