Ο Ραφαήλ Αλαγάς γράφει για τον Παναθηναϊκό, που για ακόμη μια χρονιά βλέπει τα «σύννεφα» από νωρίς έτοιμα να τον «πλακώσουν» και υπάρχουν για αυτό σοβαροί λόγοι, που ξεπερνούν το αγωνιστικό κομμάτι και εντάσσονται σε μια γενική κατάσταση, η οποία πάντοτε θα κρατά πίσω το σύλλογο όσο καλή προσπάθεια κι αν κάνει.
Ήταν πέρυσι τέτοια εποχή, όταν στην έναρξη της Basket League το πέπλο της ανασφάλειας ερχόταν πάνω από τον Παναθηναϊκό, χάνοντας από τον Άρη κι ενώ είχε φτάσει σε σημείο να προηγείται με διαφορά 19 πόντων. Αυτό συμβαίνει για ακόμη μια φορά φέτος, σε ένα παιχνίδι διαφορετικό σε χαρακτήρα, που όμως έχει την ίδια κατάληξη, με τον προβληματισμό να πλανάται πάνω από τον «πράσινο» πλανήτη.
Κάπως έτσι, για ακόμη μια χρονιά το «τρένο» κινδυνεύει να χαθεί από πολύ νωρίς για το «τριφύλλι». Πέρυσι ήδη άρχισε ο «αιώνιος» του αντίπαλος να ξεφεύγει και στην Ευρωλίγκα περιορίστηκε επί μονίμου βάσεως σε ρόλο κομπάρσου, δείχνοντας ορισμένες φορές να μην έχει καν θέση στη διοργάνωση, φέτος τουλάχιστον στις εντός συνόρων υποχρεώσεις του μοιάζει να βρίσκεται σε χειρότερη κατάσταση, τουλάχιστον σε αυτή την έναρξη της σεζόν.
Θα αναρωτηθεί κανείς, βέβαια, το λόγο που δεν αναφέραμε ιδιαίτερα αυτά τα πράγματα από τα φιλικά και προτού ξεκινήσει η χρονιά. Γιατί σε αυτήν εδώ τη γωνία είχαμε αναφέρει αρκετές φορές, ότι αγωνιστικά τουλάχιστον η κατάσταση μοιάζει πιο ευοίωνη. Και είχαμε τονίσει, επίσης, ότι μια νέα ομάδα σε μια νέα κατάσταση, με τόσες αλλαγές για ακόμη μια φορά, χρειάζεται τον χρόνο της, μέχρι να αποδώσει όσα πρέπει στο παρκέ.
Αυτό είναι και το πρόβλημα, που δεν έχει αναφερθεί επαρκώς. Η ανάγκη του Παναθηναϊκού… κάθε τρεις και λίγο να γίνονται αλλαγές. Κάτι που προκύπτει από το γεγονός, ότι κάθε φορά συμβαίνει η επανάληψη του ίδιου σκηνικού. Μια κατάσταση που «συννεφιάζει», μια ομάδα που… δε γιάνει, μια σειρά εκ βάθρων αλλαγών σε όλους τους τομείς κι ένας φαύλος κύκλος, που οδηγεί μονάχα στην αποτυχία, της οποίας η αίσθηση κάθε χρόνο γίνεται και πιο έντονη. Πρώτα ο ευρωπαϊκός «παραγκωνισμός», έπειτα ο εγχώριος, με χαρακτηριστική αδράνεια, όταν ο Ολυμπιακός έλειψε για μια διετία, σε μια «χρυσή» ευκαιρία που υπήρξε τότε για τους «πράσινους».
Πώς αλλιώς μπορεί να εξηγηθεί το γεγονός της εικόνας σε ματς με μια ομάδα (και χωρίς παρεξήγηση μπροστά στο βεληνεκές και την ιστορία του) σαν τον ηρωικό Άρη του Γιάννη Καστρίτη; Και πώς γίνεται να δείχνουν τόσο απογοητευτικοί άτομα, που έχουν αποδείξει την αξία τους; Πώς μπορεί δηλαδή, ο Ντέγιαν Ράντονιτς να παρουσιάζει μια ανέτοιμη ομάδα έστω κι αν υπάρχουν αρκετοί παράγοντες που συντείνουν σε αυτό, ενώ είναι ένας προπονητής εγνωσμένης αξίας, έστω κι αν διαφωνεί κανείς με την νοοτροπία του; Πώς μπορεί ο Παπαγιάννης να χάνει μονομαχίες από κάθε ψηλό; Πώς μπορεί να μοιάζουν… παίκτες της σειράς ο Γκριγκόνις και ο Πονίτκα, που πολλάκις έχουν δείξει πως μπορούν να πρωταγωνιστήσουν σε υψηλότατο επίπεδο; Πώς γίνεται μια ομάδα να δείχνει τόσο νωρίς στη σεζόν τόσο μοιρολατρική, ακόμη κι αν κάνει την ανατροπή, να βρίσκεται στο +4 από το διψήφιο αριθμό εναντίον της και να δείχνει να αποκτά ρυθμό;
Όλα αυτά, φυσικά, δεν έχουν μονάχα αγωνιστική εξήγηση. Και το αγωνιστικό κομμάτι, άλλωστε, είναι απόρροια της περιρρέουσας ατμόσφαιρας στο σύλλογο. Από το γενικό πρόσταγμα της διοίκησής της, μέχρι την ανασφάλεια που βγάζει στην εξέδρα ο απλός φίλος της. Χαρακτηριστική περίπτωση ήταν, ας πούμε, η δυσφορία όταν έπιανε την μπάλα στα χέρια του ο Άντριους στο τουρνουά «Παύλος Γιαννακόπουλος», σε φιλικά παιχνίδι δηλαδή. Όχι ότι κατηγορούμε, φυσικά, τους φίλους του Παναθηναϊκού. Κι αυτοί κάτι βλέπουν και βγάζουν αυτό το συναίσθημα.
Στη δημιουργία, λοιπόν, της φετινής ομάδας και σε αντίθεση με την περσινή έκδοσή της, η λογική υπό την οποία δημιουργήθηκε έμοιαζε να φέρνει περισσότερη αισιοδοξία. Ακόμη κι αυτός ο λογικός σχεδιασμός, όμως, μοιάζει να βρίσκει «τοίχο» σε όσα ταλαιπωρούν το σύλλογο τα τελευταία χρόνια σε κάθε του κατάσταση.
Την καταστροφή δεν την φέρνουμε. Χρόνος υπάρχει και θα επιμείνουμε, ότι ο φετινός Παναθηναϊκός έχει «χτιστεί» με βάση τη λογική, ειδικά σε σύγκριση με την περσινή σεζόν. Ακόμη κι έτσι, όμως, αν ο «πράσινος» πλανήτης δε βγει από την ασθενή του κατάσταση, κάθε προσπάθεια θα ψάχνει τα «γιατί» ενός άδοξου τέλους…