Ο Ραφαήλ Αλαγάς γράφει για το 7ο ευρωπαϊκό του Παναθηναϊκού, το τι σημαίνει για όλο τον οργανισμό και το πόσο ορθολογικά φτάσαμε σε ένα «ηφαίστειο» που «ξύπνησε» και «παρέσυρε» τα πάντα στο πέρασμά του, εγκαινιάζοντας μια νέα μεγάλη εποχή του «τριφυλλιού».
Κανείς δεν το περίμενε. Όχι μόνο αυτό που είδαμε φέτος. Γυρίστε τον χρόνο 12 έτη πίσω. Στην πρωτοφανή «σφαγή» εκείνη, που υπέστη ο Παναθηναϊκός, για να προκριθεί στον τελικό της Πόλης η ΤΣΣΚΑ. Φανταζόταν κανείς, ότι θα έκαναν τότε οι «πράσινοι» 12 ολόκληρα χρόνια να επιστρέψουν σε ένα Final Four, όταν μάλιστα κατά περιόδους, και δη σε εκείνη του Τσάβι Πασκουάλ, είχαν δημιουργήσει τις σχετικές προϋποθέσεις;
Κι όμως, συνέβη. Μέχρι που το περασμένο καλοκαίρι κάτι έδειχνε να αλλάζει. Η παράδοση του ΟΑΚΑ στο «τριφύλλι» καθ' ολοκληρίαν και η πρόσληψη του Εργκίν Αταμάν ήταν τα πρώτα «σημάδια», μα μόνο η αρχή. Η πρώτη πραγματική δήλωση πρωταθλητισμού άκουγε στο όνομα του Κώστα Σλούκα. Μαζί του, ήρθε μια σειρά παικτών με εξαιρετικό ταλέντο και, παράλληλα, μεγάλο κίνητρο.
Κι όταν μιλάμε για κίνητρο, αρκεί να ανακαλέσουμε όσα αναφέρθηκαν στις περιγραφές του τελικού με τη Ρεάλ. Ο Σλούκας ήταν ο μόνος, από όλους τους αθλητές στο «πράσινι» ρόστερ, με ευρωπαϊκό στην κατοχή του. Όλοι οι υπόλοιποι δεν είχαν τέτοια φτάσει σε τέτοια διάκριση. Το δικό του κίνητρο, βέβαια, ήταν διαφορετικό, αλλά έφτανε για να καθοδηγήσει τους υπόλοιπους.
Θα πει κανείς, από τη δική του πλευρά, πόσο μεγάλο μπορεί να ήταν το κίνητρο του Εργκίν Αταμάν; Θα καταλάβει και μόνος του, ότι ο Τούρκος τεχνικός δεν χρειάζεται και... ιδιαίτερες αφορμές για να διεκδικήσει κάτι και να δείξει το δρόμο στους υπόλοιπους. Όσο για τον ισχυρό άνδρα του «τριφυλλιού»; Σαν σε μια επανάληψη της πρώτης εποχής των «πρόγονών» του, που δέχθηκαν πολλά «χτυπήματα» αγωνιστικά, προτού έρθει η απόλυτη καταξίωση, έπρεπε επίσης να περιμένει τη στιγμή.
Και όλοι μαζί, μαζί με τη δίψα του κόσμου για κάτι σπουδαίο, έχοντας χρόνια να το αντικρύσει στα δύο βασικά αθλήματα, το ποδόσφαιρο και το μπάσκετ, δημιούργησαν το «ηφαίστειο που ξύπνησε». Τον εξάκις πρωταθλητή Ευρώπης, που έγινε... επτάκις και, στο πέρασμά του, από κάποια στιγμή κι έπειτα, δεν μπορούσε να του ορθώσει ανάστημα κανείς.
Ίσως ένα καθοριστικό σημείο, όπου η ψυχολογία να έδειχνε... τίτλο, να ήταν και το «διπλό» στη Μαδρίτη. Οπωσδήποτε, ήταν οδηγός για τον τελικό, που διεξήχθη λίγο καιρό αργότερα στο Βερολίνο. Απέναντι στην πρωταθλήτρια Ευρώπης, που νωρίτερα στη σεζόν έμοιαζε με ασταμάτητη «μηχανή» και σε μια ιδιαίτερη συνθήκη για αρκετούς παίκτες της, όπως ο Ρούντι Φερνάντεθ που αποσύρεται από την ενεργό δράση, δεν υπήρχε ούτε εκεί κάποια αμφιβολία για τον τελικό στόχο.
Ο Εργκίν Αταμάν το είχε πει, μετά από μια ήττα στο όριο στη Βιτόρια. «Στον τελικό εμείς θα πάρουμε το τελευταίο σουτ και θα το βάλουμε», είχε αναφέρει. Η διαφορά είναι, βέβαια, ότι πρώτα μπήκαν κάποια άλλα σουτ, όπως του Σλούκα και του Ναν απέναντι στη ζώνη του Ματέο, ή τα καθοριστικά του Μήτογλου, για να «σφραγίσουν» τον τίτλο στη γερμανική πρωτεύουσα. Δεν χρειάστηκε να φτάσει ο Παναθηναϊκός μέχρι το τελευταίο σουτ, για να μάθουμε αν θα επιβεβαιωνόταν αυτή η πρόβλεψη, αποφεύγοντας ουσιαστικά το λάθος, που έκανε πέρυσι ο «αιώνιος» του αντίπαλος, ο οποίος έλεγχε όλο το ματς, αλλά άφηνε έστω και το λίγο περιθώριο, που η συγκεκριμένη ομάδα χρειάζεται για να... μυρίσει αίμα στο τέλος και να «χτυπήσει».
Και δεν άφησε περιθώριο επαναλαμβάνοντας μια ιστορία, που η Ρεάλ είχε δει να εκτυλίσσεται στο Λονδίνο πριν από 11 χρόνια. Ξεκινώντας εντυπωσιακά, αλλά βλέποντας μια σειρά από σκληρές αμυντικές πεντάδες να τη βγάζουν εκτός ρυθμού και ψυχολογίας, φορτώνοντάς τη με νεύρα. Αυτό είναι το... κόλπο, να τη βγάλεις από τη ζώνη άνεσής της και ύστερα να αισθανθείς εσύ άνετα στο παιχνίδι.
Αυτό ακριβώς συνέβη στην τρίτη περίοδο. Ο Παναθηναϊκός μπορεί να μην ήταν ιδιαίτερα καλός στις επιλογές του επιθετικά, μα η Ρεάλ «μάτωνε» για να σκοράρει. Με αυτό τον τρόπο «χτίστηκε» ο θρίαμβος στο τέλος, κάνοντάς την ξανά και ξανά, σε κάθε κατοχή της, να υποφέρει για να βρει το δρόμο προς το καλάθι. Και σε κάθε τέτοια της κατοχή, που κατέληγε στα «σκουπίδια», αισθανόσουν στους πανηγυρισμούς αυτή την αίσθηση λύτρωσης, που όλοι ένιωθαν να «γιγαντώνεται» με την ώρα.
Και στο τέλος αυτή ήρθε. Χρειάστηκαν και τα σουτ, που αναφέραμε, κι έφτασε η στιγμή. Ο Παναθηναϊκός ήταν πια πρωταθλητής Ευρώπης για έβδομη φορά στην ιστορία του, εγκαινιάζοντας παράλληλα οριστικά μια νέα του μεγάλη εποχή, στις... εργοστασιακές ρυθμίσεις που τον είχαμε συνηθίσει μέχρι πριν από 12 χρόνια.
Ο Παύλος Γιαννακόπουλος το είχε πει, μετά το ευρωπαϊκό στη Βαρκελώνη. «Έχουμε έξι και πάμε για το έβδομο». Ξεκάθαρος και χρειάστηκε, μαζί με τον Θανάση και τον Κώστα, να το δει από ψηλά, με χιλιάδες κόσμου να πανηγυρίζει σε Βερολίνο, Αθήνα, Περιφέρεια και αλλού. Τους δικαιώνεις, όταν ήδη ζητάνε το όγδοο, σε ένα μέρος (πιθανότατα, έως τώρα, η Βαρκελώνη), που φέρνει επίσης αναμνήσεις ενός άθλου...