Ο Ραφαήλ Αλαγάς κάνει στο Basketa.gr μια σύντομη ανασκόπηση για το 2024, που κατά τη γνώμη του μας έδωσε τη βασική εξήγηση που το ελληνικό μπάσκετ θα συνεχίσει, μέσα στο πέρασμα των χρόνων, να κοιτάζει ψηλά.
Οι κουβέντες που κάνουμε εδώ και χρόνια είναι ατελείωτες. Για το ποια είναι η πορεία του ελληνικού μπάσκετ, πού βρίσκεται σε σύγκριση με άλλες χώρες, προηγμένες ή μη τα προηγούμενα χρόνια, αν ακολουθεί την εξελικτική πορεία του αθλήματος και, φυσικά, κατά πόσο μας ενδιαφέρει τελικά να συνεχίσουμε να είμαστε εκ των πρωταγωνιστών στο άθλημα, ή τελικά θα μένουμε στις δάφνες του παρελθόντος, διηγούμενοι ιστορίες.
Ας αρχίσουμε με κάτι. Και μόνο που κάνουμε αυτή την κουβέντα και με τέτοια ένταση, δείχνει το ενδιαφέρον που έχουμε, ώστε η κληρονομιά που δημιουργήθηκε τα προηγούμενα χρόνια να μην χαθεί, και δη να αποκτήσει συνέχεια, εναρμονιζόμενο στη σύγχρονη εποχή του αθλήματος και όχι να επιζητά επιτυχίες μόνο και μόνο... επειδή κάποτε είχαμε μια «χρυσή» εποχή σε εθνικό και συλλογικό επίπεδο και πρέπει να νικάμε με την φανέλα, ή μάλλον την φουστανέλα μας.
Το έτος 2024 απέδειξε, σε σημαντικό βαθμό, ότι υπάρχει αυτό το ενδιαφέρον, η διάθεση, η θέληση να προχωρήσουμε μπροστά. Και φάνηκε, τόσο σε συλλογικό όσο και σε εθνικό επίπεδο. Θα αφήσουμε στην άκρη την πρόοδο που έγινε σε αρκετά και θα μείνουμε αποκλειστικά στις επιτυχίες, που ήρθαν μέσα σε μόλις έναν χρόνο.
Ο Παναθηναϊκός, ασφαλώς, έραψε το έβδομο αστέρι σε μια «μαγική» χρονιά, όπου οι ελληνικοί τελικοί μονοπώλησαν το ενδιαφέρον της μπασκετικής Ευρώπης περισσότερο από ποτέ, με τον Ολυμπιακό φυσικά να έχει περάσει σε τρίτο σερί Final Four. Οι μεταγραφές που ακολούθησαν το καλοκαίρι, δε, μαζί με τη συνολική αναβάθμισή τους σε όλα τα επίπεδα, όπως έχει επιχειρηθεί ιδιαίτερα την τελευταία διετία, κατέστησαν τους «αιωνίους» πρώτα φαβορί για την Ευρωλίγκα, κάτι που φυσικά πρέπει να αποδείξουν στο παρκέ.
Δεν πρέπει να ξεχνάμε και το Περιστέρι, το οποίο έκανε την υπέρβασή του και πέρασε στο Final Four του BCL, σε ένα πρώτο δείγμα του τι μπορεί να κάνει και ως τεχνικός ο Βασίλης Σπανούλης, που πλέον άνοιξε τα φτερά του στην Ευρωλίγκα με τη Μονακό. Με λίγα λόγια, προπονητές συνεχίζουμε να εξαγάγουμε στο υψηλότερο επίπεδο, χώρια το πόσοι παίκτες ξεκινούν την πορεία τους από τα λημέρια μας, αν κι αυτό το τελευταίο θα ήταν προτιμότερο... να άλλαζε και το ελληνικό πρωτάθλημα να γίνει προορισμός. Και προορισμός θα γίνει, όταν θα γίνει και πραγματικά ανταγωνιστικό με αμφισβήτηση του διπόλου.
Αυτό δεν αναιρεί, βέβαια, ότι βγάλαμε φέτος σχεδόν... διψήφιο νούμερο ομάδων στην Ευρώπη, άλλες με αξιώσεις, άλλες ζώντας το όνειρό τους, είτε μετά από χρόνια απουσίας είτε για πρώτη φορά, ζητώντας με ζήλο την ευρωπαϊκή συμμετοχή, αν και είναι πραγματικότητα, ότι ειδικά το Μαρούσι και ο Κολοσσός αποπροσανατολίστηκαν στο πρωτάθλημα και φαίνεται από τη βαθμολογική τους θέση, κάτι που έχουν παραδεχθεί οι ομάδες από μόνες τους.
Σε εθνικό επίπεδο, αφού βιτρίνα είναι η Εθνική, τότε η ατραξιόν της παρουσίας σε Ολυμπιακούς Αγώνες μετά από 16 χρόνια και ύστερα από την πρόκριση σε ένα άρτια διοργανωμένο Προολυμπιακό Τουρνουά (έχουν σημασία κι αυτά), είναι το καλύτερο που μπορούμε να παρουσιάσουμε. Όχι όμως και το μοναδικό.
Ξεχωρίζουν, φυσικά, η τρίτη θέση της Εθνικής Νέων Ανδρών για δεύτερη σερί χρονιά, η αξιοσημείωτη πορεία με όμορφο μπάσκετ της Εθνικής Παίδων, η επάνοδος της Εθνικής Νεανίδων στην κορυφαία κατηγορία του Ευρωμπάσκετ U16 και, γενικά, ένα καλοκαίρι εθνικών ομάδων άκρως ενδιαφέρον, το οποίο το 2025 μας φέρνει σε θέση να αναλαμβάνουμε κι άλλες διοργανώσεις, με αποκορύφωμα φυσικά το Ευρωμπάσκετ Γυναικών και με το βλέμμα... στο 2029 για το Ευρωμπάσκετ Ανδρών στο ΟΑΚΑ.
Μπορούμε να απαριθμήσουμε πολλά ακόμη, που έγιναν εντός της ελληνικής πραγματικότητας. Από το τηλεοπτικό «θαύμα» μιας σπουδαίας Elite League, στα... αμέτρητα πρωταθλήματα για ανάδειξη νέων αθλητών και την προσπάθεια αναβάθμισης του μπάσκετ Γυναικών, όλα συνηγορούν και εκεί, ότι υπάρχει διάθεση από τους περισσότερους ανθρώπους του μπάσκετ, ώστε να υπάρξει μια κοινή κατεύθυνση σε μια επόμενη ημέρα.
Αυτό το γεγονός, στην τελική, είναι και ο λόγος που το ελληνικό μπάσκετ παραμένει τελικά διαχρονικό. Έχει ανθρώπους, που πάντοτε θα θέλουν να εργάζονται εν τέλει για το καλό και την πρόοδό του. Μέσα από τα όποια... καλά και στραβά του ίδιου του αθλήματος και καθενός ξεχωριστά, για τους περισσότερους ο κοινός παρονομαστής είναι ίδιος. Και για αυτό μπορεί η επόμενη ημέρα να είναι καλύτερη...