Ο άμεσος συνεργάτης του Τσάβι Πασκουάλ στη Ζενίτ Αγίας Πετρούπολης, Διαμαντής Παναγιωτόπουλος, «φιλοξενήθηκε» στο EOK Web Radio και μίλησε για τα όσα έχει ζήσει στη Ρωσία αλλά και το ότι δεν αγωνίζονται στην Ευρωλίγκα.
Μεταξύ άλλων, είπε:
Για το τίτλο που θα έβαζε με βάσει τα όλα όσα έχει ζήσει στη Ζενίτ: «Είμαι 3.5 χρόνια στη Ζενίτ, απ’ το 2020. Έτσι είναι η ζωή, είναι γεμάτη από ανατροπές, από πράγματα που δε μπορείς να προγραμματίσεις. Το να πιστεύεις ότι μπορείς να ελέγξεις πράγματα, θεωρώ ότι είναι μια άποψη παρακινδυνευμένη, η οποία μπορεί να σε οδηγήσει σε λανθασμένους ανθρώπους. Σίγουρα μπορούμε να κατευθύνουμε κάποια πράγματα στη βάση του ποιοι είμαστε και πώς λειτουργούμε, αλλά από ‘κει και πέρα, πράγματα που είναι μεγαλύτερα από εμάς πρέπει να τα διαχειριζόμαστε. Ο τίτλος λοιπόν θα ήταν «ζωή», γιατί είναι μια καθημερινότητα που δημιουργείται και υπάρχει, όλα είναι μες στο πλάνο».
Για την αγωνιστική εικόνα της Ζενίτ αυτά τα 3.5 χρόνια: «Για ‘μας ήταν ένα μεγάλο rollercoaster, γιατί εγκατασταθήκαμε σε ένα νέο πρότζεκτ, φτιάξαμε κάτι που ήταν πραγματικά πολύ δυνατό και υπήρχαν όλες οι προσδοκίες. Υπήρχε και το πλάνο και η υλοποίηση. Την 1η χρονιά μπήκαμε στα play-offs, ήμασταν πολύ δύσκολος αντίπαλος για τη Μπαρτσελόνα, τη 2η χρονιά είχαμε φτιάξει μια ομάδα με ένα γκρουπ παιδιών που μάς έκανε να πιστεύουμε ότι θα είμαστε στο Final-4. Ήδη ήμασταν 4οι στην Ευρωλίγκα, παίζοντας χωρίς το βασικό μας playmaker σε όλο τον 1ο γύρο, τον Σαμπάζ Ναπίερ. Την 3η χρονιά με την ίδια ομάδα στόχος ήταν όχι μόνο το Final-4, αλλά να είμαστε διεκδικητές της Ευρωλίγκας. Είναι ένα rollercoaster συναισθημάτων, πρέπει να προσαρμοζόμαστε. Πέρυσι πήραμε τον 1ο τίτλο στη VTB League, κάτι που δεν έχει γίνει ποτέ και φέτος πήραμε το Σούπερ Καπ. Καταφέραμε και μεγαλώσαμε το brand name της ομάδας».
Για το ότι δεν αγωνίζονται στην Ευρωλίγκα: «Για ‘μας ήταν και στόχος και φιλοδοξία να συμμετέχουμε εκεί, να δημιουργούμε, να ανταγωνιζόμαστε και να γινόμαστε καλύτεροι μέσω της Ευρωλίγκας, ωστόσο ήταν ένα κομμάτι που έπρεπε να κάνουμε μια προσαρμογή. Η ομάδα που υπάρχει πίσω απ’ τη VTB έκανε ό,τι μπορούσε ώστε να δημιουργήσει τις συνθήκες για να υπάρχει ο ανταγωνισμός και τα συνεχή παιχνίδια και αυτό το ξανάφερε με το Σούπερ Καπ που συμμετείχαν και ομάδες απ’ τη Σερβία, ήταν μια διαφορετική διοργάνωση. Επίσης, λόγω αυτού, διαφοροποιήθηκε και το πρόγραμμα. Έγιναν περισσότερα τα παιχνίδια, τα play-offs ήταν στις τέσσερις νίκες, εκτός απ’ τα προημιτελικά που ήταν στις τρεις. Προσπάθησαν να δημιουργήσουν περισσότερα παιχνίδια για να υπάρχει κι αυτή η ροή. Όταν έχεις τα σερί παιχνίδια σίγουρα ξεχνιέσαι, είναι μια καθημερινότητα που υπάρχει. Πλέον ήμασταν σε μια κατάσταση που το δεχόμαστε και προσπαθούμε να το διαχειριστούμε, να βρούμε μια λύση και να γινόμαστε καλύτεροι».
Για τη φετινή σεζόν της Ζενίτ: «Πέρυσι ήμασταν πρωταθλητές, οπότε όταν είσαι πρωταθλητής ο στόχος, όσο δύσκολο και να ‘ναι, είναι πάντα να ‘σαι 1ος. Εμείς είμαστε ένα γκρουπ ανθρώπων που δεν παίζουμε για να παίξουμε, αλλά για να κερδίσουμε. Αυτό που «χτυπάμε» και αυτό που κοιτάμε πάντα είναι η 1η θέση. Στη διάρκεια του καλοκαιριού οι συνθήκες που είχαν διαμορφωθεί ήταν πολύ δύσκολες όσον αφορά την εύρεση παικτών και μιλάω για ξένους παίκτες. Είχαμε ένα μεγάλο πρόβλημα στη στελέχωση με αυτά τα παιδιά, είχαμε δυσκολίες και στο να βρούμε παιδιά, αλλά και να θελήσουν τα ίδια να έρθουν. Υπήρχαν πολλά πράγματα που τέθηκαν υπό αμφισβήτηση και δεν ήταν εις γνώσιν. Είχαμε στο μυαλό μας ότι πρέπει να «τρέξουμε» αρκετά πράγματα και ίσως στη διάρκεια της χρονιάς χρειαστεί να κάνουμε προσθήκες για να πετύχουμε τους στόχους μας. Όλα τα παιδιά έκαναν μεγάλη προσπάθεια, απλά δεν είχαμε απόλυτη επιτυχία στη λειτουργία. Είχαμε πολλούς τραυματισμούς, παίζαμε χωρίς ψηλούς για μεγάλο χρονικό διάστημα, κάναμε τις αλλαγές που έπρεπε, αλλά πολλές φορές κρίνονται όλα σε μια λεπτομέρεια στο τέλος. Παρά τη δύσκολη χρονιά που κάναμε, κατακτήσαμε το Σούπερ Καπ και φτάσαμε στον ημιτελικό, όπου χάσαμε απ’ την Ούνιξ στο 7ο ματς, εκτός έδρας. Ήταν ένα ματς που το ελέγχαμε, αλλά με ένα λάθος και ένα φάουλ στο φινάλε χάσαμε με έναν πόντο. Μια λεπτομέρεια ήταν αυτή που έκρινε τα πάντα».
Για το αν έχουν προσαρμοστεί οι ρωσικές ομάδες στα νέα δεδομένα: «Όσον αφορά τα μεγέθη του μπάτζετ δε γνωρίζω τι προσαρμογές έχουν κάνει. Στο κομμάτι της στελέχωσης και του «τρεξίματος» της ομάδας είναι high level, σαν να είναι οι ομάδες ακόμη στην Ευρωλίγκα. Προσπαθούν με διάφορους τρόπους να κρατήσουν το ίδιο level και πιστεύω ότι αυτό πρέπει να κάνει κάθε οργανισμός σε όλα τα επίπεδα αν θέλει να διατηρηθεί και να βελτιώσει το προϊόν του».
Για τη φετινή ΤΣΣΚΑ Μόσχας και την Ούνιξ Καζάν: «Όλες οι ομάδες ήταν διαφορετικές, γιατί αυτή η συνθήκη επηρέασε όλες τις ομάδες. Η ΤΣΣΚΑ άλλαξε και προπονητικό επιτελείο, οπότε επηρεάστηκε ακόμη περισσότερο. Η μόνη ομάδα που είχε περισσότερες κοινές συνισταμένες ήταν η Ούνιξ. Μπορεί να άλλαξε παίκτες, αλλά είχε μια ίδια κατάσταση. Η ΤΣΣΚΑ δε μπορώ να πω ότι ήταν η ομάδα που ήταν τα προηγούμενα χρόνια, γιατί άλλαξε προπονητικό team και δεν ήξερες και τι να περιμένεις. Με βάση αυτό που είδαμε, ήταν μια ομάδα που προσπάθησε να παίξει ένα σύγχρονο μπάσκετ όπως όλες οι ομάδες, με πολύ ελευθερία στη δημιουργία, στο transition. Είχε τον Σβεντ και τον Γουέαρ που είχαν τις αποφάσεις, είχε και τον Μιλουτίνοφ που δεν υπήρχε αντάξιός του στη λίγκα. Εκεί κινήθηκε ο τρόπος λειτουργίας της ΤΣΣΚΑ, στη δημιουργία του Σβεντ και του Γουέαρ και στον Νικόλα, που δέσποζε στη ρακέτα».
Για τη VTB League και το τι τού προσέφερε προπονητικά: «Σίγουρα είναι μια διαφορετική λίγκα και πάντα είναι θέμα το να εξελιχθείς. Μαζί με τον κόουτς Πασκουάλ γνωρίσαμε μια διαφορετική λίγκα όσον αφορά τον τρόπο παιχνιδιού. Είναι πολύ physical, με πολλές επαφές, πολύ δυναμισμό, δίνουν το τόνο τους όλες οι ομάδες. Αν κάποια φορά θεωρήσεις ότι με την ποιότητά σου μπορείς να κερδίσεις, πολλές φορές δεν ισχύει κάτι τέτοιο, πόσο μάλλον τώρα που δεν υπάρχουν τόσο μεγάλες διαφορές με τις προηγούμενές χρονιές, υπάρχει μεγάλη δυσκολία στο να μπορέσεις να έχεις επιτυχία και να κερδίσεις. Προπονητικά, πέρα απ’ την εμπειρία που αποκτάς, σίγουρα βελτιώνεσαι γνωρίζοντας μια λίγκα διαφορετική, προσεγγίζεις τα πράγματα αλλιώς, σκέφτεσαι πώς μπορείς να βελτιώσεις μια διαφορετική κουλτούρα των γηγενών παικτών απ’ αυτήν των Ελλήνων».
Για τη συνεργασία του με τον Τσάβι Πασκουάλ και τον Ινίγο Θορθάνο: «Είμαστε οικογένεια, περνάμε μαζί το μεγαλύτερο μέρος της ημέρας, υπάρχει μεγάλο «δέσιμο» και σαν προσωπικότητες. Έχω μεγάλο θαυμασμό και για τους δύο, ο Πασκουάλ είναι ένας απ’ τους μεγαλύτερους και καλύτερους προπονητές στην Ευρωλίγκα. Αυτό ξεκινάει απ’ το τι άνθρωποι είναι. Και ο Τσάβι και ο Θορθάνο είναι εξαιρετικοί χαρακτήρες, πολύ «ανοιχτοί» στην επικοινωνία, πολύ «ανοιχτοί» στο πρόβλημα του φίλου και συνεργάτη. Το πιο σημαντικό στη συνεργασία είναι αυτό, να λες ότι συμμετέχεις σε ένα περιβάλλον που νιώθεις σημαντικός, που μπορείς να κάνεις πράγματα, που μπορείς να βγάλεις την καλύτερη έκφραση του εαυτού σου και που δε φοβάσαι να κάνεις λάθος. Το τελευταίο είναι ένα απ’ τα βασικά πράγματα που με έκανε να θέλω να είμαστε μαζί και μού έδωσε την ευκαιρία και την τιμή να με θέλει συνεργάτη του. Το περιβάλλον που υπάρχει και φτιάχνει για όλους είναι πολύ σημαντικό».
Για αυτό που του έχει κάνει εντύπωση: «Κάτι ιδιαίτερο είναι οι λευκές νύχτες. Οι λευκές νύχτες είναι αρχές Ιουνίου μέχρι τα μέσα του μήνα, όπου 02:00 το βράδυ νυχτώνει και στις 03:00 ξημερώνει. Έχεις μόνο μία ώρα σκοτάδι, που κι αυτό δεν είναι απόλυτο σκοτάδι. Είναι 23 ώρες ημέρα. Αυτό είναι κάτι μαγικό, γιατί τα χρώματα που βλέπεις είναι μαγικά, είναι μια απ’ τις ωραιότερες πόλεις του κόσμου. Εμείς ζούμε και την άλλη περίοδο, του Νοεμβρίου, που 01:30 ώρα το πρωί είναι σκοτάδι, ξημερώνει κατά τις 10:00 και κατά τις 02:30 αρχίζει και νυχτώνει. Επειδή λόγω του καιρού και του χιονιού είναι κρύος ο καιρός, όταν νυχτώνει υπάρχει ένα θέμα».