14.8 C
Athens
Τρίτη, 26 Νοεμβρίου, 2024

Oι μικροί που βιάζονται να (τους) μεγαλώσουν

Περίοδος μεταγραφών και πολλά είναι τα παραδείγματα των «μικρών» που περιμένουν, κλείνουν συμφωνίες ή ετοιμάζονται για μία ακόμη μετακόμιση πριν καλά-καλά κλείσουν τα 20-21 τους χρόνια. Όρεξη να έχεις να μαζεύεις ονόματα σε κινήσεις που είτε έτσι, είτε αλλιώς υποδεικνύουν πως κάτι πάει λάθος. Κάποιος ή κάποιοι εκτιμούν πράγματα λάθος, κάποιος ή κάποιοι αντιμετωπίζουν τα πράγματα λάθος και στις περισσότερες περιπτώσεις αυτά τα παιδιά, αυτοί οι νεαροί αθλητές δεν είναι οι μόνοι που φταίνε. Γιατί και οι ίδιοι άμοιροι ευθυνών στα 20 τους δεν είναι.

Η σύγκριση με το τι γινόταν μια δεκαετία (και κάτι παραπάνω) πριν, είναι ικανή να δηλώσει από μόνη της τις μεγάλες και ουσιαστικές διαφορές. Οι... κολλητοί Βασίλης Σπανούλης και Νίκος Ζήσης, όπως και ο Δημήτρης Διαμαντίδης είναι από τα χαρακτηριστικότερα παραδείγματα, αν και όχι τα μόνα. Ξεκίνησαν και οι τρεις από «μικρές» ομάδες (ΧΑΝΘ, Λάρισα, Καστοριά). Ο ένας έκανε το επόμενο βήμα στο Μαρούσι, ο άλλος στην ΑΕΚ και ο τρίτος στον Ηρακλή. Και οι τρεις πήραν άμεσα χρόνο στο παρκέ και «άνθισαν» πάνω σε αυτό, με το στόμα... κλειστό και υπερωρίες στο γήπεδο. Πέρασαν από τις «μικρές» εθνικές ομάδες με τις οποίες συστήθηκαν στο ευρύ κοινό, αλλά κανείς δεν σκέφτηκε για παράδειγμα να τους πάρει στον Παναθηναϊκό ή στον Ολυμπιακό στα 16. Και κανείς δεν έβαλε καρτελάκι «ρεζερβέ» στη θέση τους στην Εθνική Ανδρών χωρίς καλά καλά να έχουν παίξει μπάσκετ (άσχετα αν οι συγκεκριμένοι έπαιζαν κιόλας και μάλιστα ο ένας από τα 17 του στην ΑΕΚ).

Τόσο ο Σπανούλης και ο Ζήσης, όσο και ο Διαμαντίδης κατέγραψαν χιλιόμετρα στην Α1 πριν φτάσει στα χέρια τους η κλήση για την Εθνική Ανδρών. Και η χαρά τους ήταν κάτι παραπάνω από απτή όταν αυτό έγινε. Η περηφάνεια τους το ίδιο. Είχαν καταφέρει να φτάσουν στο υψηλότερο σημείο, ανεβαίνοντας σκαλί σκαλί και όχι με το ασανσέρ, έχοντας αποκτήσει ήδη πολύ γερές βάσεις, χτίζοντας ήδη χαρακτήρα μέσα σε όλη αυτή την προσπάθεια. Η Εθνική Ομάδα ήταν η επιβράβευση μιας πορείας και της συνέπειάς τους μέσα σε αυτή και όχι μια θερινή αγγαρεία ή μια εκτίμηση στο τι θα μπορούσαν να γίνουν κάποτε.

Μαζί με αυτήν ήρθαν -αργά ή γρήγορα- και τα καλύτερα συμβόλαια, οι ευρωπαϊκές διακρίσεις, οι ατομικές διακρίσεις, ο σεβασμός και η αναγνώριση. Δεν έχει σημασία αν εγώ, εσύ ή ο οποιοσδήποτε τους συμπαθεί, τους αντιπαθεί, τους θέλει στην ομάδα του ή όχι (άλλωστε προπονητές και παράγοντες είμαστε όλοι κατά βάθος, έτσι δεν είναι;). Σημασία έχει πως έχουν την καθολική αναγνώριση και τον σεβασμό και είναι πολλά αυτά που τα αποδεικνύουν.

Είναι μια πορεία που πλέον παρακάμπτεται. Ίσως να λείπει η υπομονή, ίσως να περισσεύει η τάση για εντυπωσιασμό. Αυτή η απότομη εκτόξευση κάποιων παιδιών και η έκθεσή τους στο προσκήνιο αποδεικνύεται στην πράξη πως δεν κάνει καλό σε κανέναν. Τα παραδείγματα πολλά και η γενιά του χρυσού του 2015 στο Βόλο ή του 2017 στο Ηράκλειο αν προτιμάτε, είναι από τις χαρακτηριστικότερες περιπτώσεις. Από τη μία μέρα στην άλλη τους βαφτίσαμε όχι το μέλλον του ελληνικού μπάσκετ, αλλά το παρόν του και αυτό έφερε κραδασμούς. Στις ομάδες που τους επέλεξαν, στο μυαλό ακόμη και των πλέον προσγειωμένων, στον περίγυρό τους. Η υπομονή έγινε απλά μια λέξη που ποτέ δεν είδε την πινακίδα «mind the gap». Έπεσε εκεί στο κενό και χάθηκε και μαζί χάνεται πολύτιμος χρόνος. Που όμως υπάρχει ακόμη άπλετος για όλα αυτά τα παιδιά που είναι στα 21-22 τους χρόνια ή και μικρότερα. Σε τελευταία ανάλυση, εμείς που σχολιάζουμε τι είχαμε καταφέρει στην ίδια ηλικία; Και πόσα λάθη είχαμε κάνει που δεν έμαθε ποτέ κανείς;

Οι ομάδες, οι οικογένειες (σε κάποιες περιπτώσεις) και –κυρίως- τα ΜΜΕ πρέπει να κάνουν ένα βήμα πίσω, για να μπορέσουν αυτά τα παιδιά να κάνουν ένα βήμα μπροστά. Να τα αφήσουμε στην ησυχία τους. Κι αυτά από την πλευρά τους θα πρέπει να αναπνεύσουν κάποια στιγμή, να σταματήσουν την γκρίνια, τα παράπονα και να συνεχίσουν (ή να αρχίσουν) να δουλεύουν σοβαρά. Και να προσπαθήσουν να ψαρέψουν αυτή τη χαμένη λέξη που χάθηκε σε κάποια σχισμή. Η λέξη «υπομονή» είναι το κλειδί που θα τους ανοίξει τη πόρτα που θέλουν. Κάποτε στο ελληνικό μπάσκετ των πολλών χρημάτων έβρισκαν το χώρο να ανθίσουν τα ταλέντα. Τώρα στην εποχή της κρίσης τα ταλέντα μοιάζουν να μην χωράνε πουθενά. Το οξύμωρο της υπόθεσης.

Υ.Γ. Μια μικρή παρένθεση για μια λέξη που είναι της μόδας το τελευταίο διάστημα. Γι’ αυτό το περιβόητο bullying. Υπάρχουν πάρα πολλοί –και ευτυχώς- που καταδικάζουν αυτή την κατάσταση και την καυτηρίασαν με σχόλια με αφορμή και το τραγικό περιστατικό με τον 15χρονο που έκοψε το νήμα της ίδιας του της ζωής. Οι περισσότεροι όμως αν ρίξουν μια ψύχραιμη ματιά στο δικό τους timeline, ίσως συνειδητοποιήσουν πως δεν διαφέρουν και πολύ από τους θύτες που καταδικάζουν.

Οι αθλητές εκτίθενται στους προβολείς. Η κάθε τους κίνηση μεγεθύνεται δυσανάλογα στα social media. Πολλές φορές για πράγματα που δεν έχουν γίνει ή δεν έχουν κάνει καν. Στην εποχή των fake news (άλλη μία έκφραση της μόδας) χρειάζεται απλά να το γράψει κάποιος και θα μείνει εκεί για πάντα. Καλό θα ήταν να δούμε όλοι και ΜΜΕ και φίλαθλοι τι λέμε, πως σχολιάζουμε, που ακριβώς ξεπερνάμε το όριο της κριτικής και του σχολιασμού σε βαθμό να γίνει απωθημένο, κόμπλεξ, απλή κακία ή τελικά κάτι επικίνδυνο. Και ο Τάιλερ Χάνεϊκατ έμοιαζε να τα έχει όλα...  Έτσι δεν είναι; Χαμογελαστός, πείραζε τους συμπαίκτες του, χόρευε... Όταν κλείνει η πόρτα του σπιτιού (και του μυαλού) κανείς δεν ξέρει τι συμβαίνει. Μην γινόμαστε «ανθρωποφάγοι» και μην τα ρίχνουμε στο χιούμορ και στην πλάκα όλα, ειδικά όταν μιλάμε για ανύπαρκτο χιούμορ και πλάκα σαρκοβόρα.



ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ