Ο πρώτος γύρος της Ευρωλίγκα ολοκληρώθηκε και το Basketa.gr αναλύει την έως τώρα πορεία του Ολυμπιακού στη διοργάνωση, που μένει πιστός στις αρχές του, όμως μερικές αδυναμίες του έχουν στοιχίσει, ενώ βρίσκεται μπροστά σε έναν Ιανουάριο, όπου καθήκον του είναι να εξασφαλίσει το ζην.
Τα πράγματα είναι δεδομένα στον Ολυμπιακό. Από τότε, που πήρε ξανά τις τύχες της ομάδας ο Γιώργος Μπαρτζώκας, οι «ερυθρόλευκοι» επανήλθαν για τα καλά στον «χάρτη» των συλλόγων κορυφής στην Ευρώπη, χώρια από την επιστροφή τους με μεγάλη «δίψα», για ευνόητους λόγους, στις εγχώριες διοργανώσεις. Μα, πάνω από όλα, δημιουργήθηκε μια ομάδα με συγκεκριμένη ταυτότητα και στόχευση, ζώντας και πεθαίνοντας με τις αρχές και το παιχνίδι της στο παρκέ.
Αυτό είναι κάτι, που δεν αποδίδει πάντοτε θετικά. Στις περισσότερες περιπτώσεις για τους νταμπλούχους Ελλάδας, βέβαια, έχει υπάρξει απόλυτη επιτυχία του αγωνιστικού πλάνου του τεχνικού επιτελείου, με ιδανική εκτέλεση από τους παίκτες, που καλούνται σε κάθε σεζόν να το ακολουθήσουν, κάτι που δείχνει και η εξαιρετική τους πορεία έως τώρα, από το 2020 κι έπειτα, εντός κι εκτός συνόρων. Η φετινή σεζόν, όμως, είναι μια διαφορετική ιστορία και ως τέτοια πρέπει να αντιμετωπίζεται, καθώς τα δεδομένα έχουν αλλάξει και δεν είναι κρυφό.
Όσο κι αν φαίνεται απλοϊκό να το αναφέρουμε, οι γνωστές απουσίες των Σάσα Βεζένκοφ και Κώστα Σλούκα από το ρόστερ των Πειραιωτών, έχουν και συγκεκριμένες συνέπειες στο παιχνίδι τους. Ο κόουτς Μπαρτζώκας, από την πλευρά του, όμως, αποφάσισε να πάρει το ρίσκο το περασμένο καλοκαίρι, εμπιστευόμενος ουσιαστικά παίκτες, που ήδη είχε, για να μπουν σε θέση πρωταγωνιστή, βάζοντας μερικές πινελιές ανάλογα με το παιχνίδι, που ήθελε να παρουσιάσει στο παρκέ.
Η κίνηση αυτή μόνο εύκολη δεν είναι για έναν προπονητή και χρειάζεται πολλή υπομονή, για να υποστηριχθεί σωστά. Αυτό δείχνουν και τα αποτελέσματα, με τον Ολυμπιακό φυσικά να βρίσκεται στην οκτάδα με ρεκόρ 9-8 στο τέλος του πρώτου γύρου, αλλά να έχει φανεί ξεκάθαρα το τι ακόμη χρειάζεται, για να ανανεώσει το ιστορικό του ραντεβού για ακόμη μια φορά. Το Basketa.gr επιχειρεί να εξηγήσει, με βάση την έως τώρα πορεία του.
Οι αρχές παραμένουν, η άμυνα κυριαρχεί
Μπορεί ορισμένα βασικά κομμάτια του ρόστερ να έχουν αλλάξει, όπως αναφέραμε και νωρίτερα, αλλά ο Ολυμπιακός δεν έχει αλλάξει τις αρχές, που προσπαθεί να εξυπηρετήσει στο παιχνίδι του. Η επίθεσή του μοιάζει, φυσικά, διαφορετική από πέρυσι στην εκτέλεση, αλλά ο Γιώργος Μπαρτζώκας δε ζητά στην ουσία μια άλλη διάσταση, από αυτή που είχαμε συνηθίσει και είχε κάνει όλη την Ευρώπη να θέλει να μιμηθεί τους «ερυθρολεύκους». Η κίνηση χωρίς την μπάλα, που ειδικά πέρυσι γινόταν σε σεμιναριακό επίπεδο, μαζί με τις σωστές αποστάσεις και την αντίστοιχη αξιοποίηση των αρετών παικτών, που αρέσκονται σε παιχνίδι είτε μακριά είτε κοντά στο καλάθι, εξακολουθούν να είναι πράγματα, που ζητά ο Έλληνας τεχνικός από τους παίκτες του, απλώς φέτος αναζητά λίγο παραπάνω το πώς θα βρει τα σωστά «εργαλεία», για να υπηρετήσουν αυτή την προσέγγιση στην εκτέλεση, με τον Βεζένκοφ ιδιαίτερα πέρυσι να είναι εξαιρετικός σε όλους αυτούς τους τομείς.
Ακόμη κι έτσι, όμως, η ομάδα συνεχίζει να δημιουργεί εξαιρετικά με 19.8 ασίστ στην 4η θέση της σχετικής λίστας στην Ευρωλίγκα για μόλις 11.6 λάθη στην 3η θέση σε αυτό τον τομέα. Η διαφορά είναι πως οι παίκτες, που φέτος χρειάστηκε να κάνουν το «βήμα» παραπάνω, έχουν ατομικά διαφορετικό σκεπτικό στο παιχνίδι τους και αυτό είναι που, όπως θα αναφέρουμε αργότερα, αλλάζει και τη μορφή του πώς αγωνίζεται ο Ολυμπιακός, ψάχνοντας ακόμη το πώς θα... θυμίζει την περσινή του εκδοχή. Για το λόγο αυτόν, άλλωστε, «επιστρατεύει» μια διαφορετική λογική, αυτή του να κερδίσει χρόνο μέσα από την άμυνά του, η οποία φέτος εντυπωσιάζει.
Την περσινή σεζόν, άλλωστε, το ταλέντο ορισμένων αθλητών έφτανε, ώστε και σε μια κακή αμυντική βραδιά, να φέρει την νίκη. Τώρα, όμως, αυτό δεν φτάνει σε αρκετές περιπτώσεις, επομένως μέχρι να βρεθεί η σωστή επιθετική συνταγή, με βάση τα υπάρχοντα «υλικά» σε αγωνιστικό επίπεδο, ο Ολυμπιακός προέβαλε τις αρχές μιας άμυνας, που διέθετε και προηγουμένως. Όπως τονίσαμε, όμως, αυτές οι αρχές καλύπτονταν αρκετές φορές από την εν πολλοίς ασφάλεια των επιθετικών λύσεων.
Οι νταμπλούχοι Ελλάδας έχουν καταφέρει να «στραγγαλίσουν» αρκετούς αντιπάλους τους, δεχόμενοι μόλις 73.9 πόντους ανά αγώνα. Το νούμερο, για τα σημερινά δεδομένα του ευρωπαϊκού μπάσκετ, είναι εντυπωσιακό και διόλου εύκολο να επιτευχθεί απέναντι σε αντιπάλους με πολλαπλά επιθετικά «όπλα». Ακόμη και η πρωταθλήτρια Ευρώπης Ρεάλ, που ουσιαστικά πέρασε από το ΣΕΦ χάρη στη δική της άμυνα, περιορίστηκε στους 77 πόντους με πολύ ζόρι, ενώ άλλοι αντίπαλοι δεν έχουν ξεπεράσει καν τους 60, κάτι που συμβαίνει με συνέπεια για τον Ολυμπιακό στις περισσότερες περιπτώσεις, αφού μόλις δύο φορές έχει δεχθεί πάνω από 80 πόντους, μία με τον Ερυθρό Αστέρα και μία με τη Μονακό, με τον αστερίσκο μάλιστα της χαλάρωσης σε ένα σημαντικό διάστημα έναντι των Σέρβων.
Ο Ολυμπιακός, φυσικά, είχε τους παίκτες, για να θέσει τις νέες βάσεις του από την άμυνα. Η παρουσία αθλητών με τρομερή ανασταλτική συνέπεια, όπως ο Ουόκαπ και ο Παπανικολάου στην πρώτη γραμμή, καθώς και η ύπαρξη «σκιάχτρων», όπως ο Φαλ, στη δεύτερη γραμμή, εξασφαλίζουν την καλή αμυντική απόδοση, κάτι που αποτυπώνεται και στην πέμπτη θέση των κοψιμάτων στην Ευρωλίγκα με 2.6 ανά αγώνα και στην 8η θέση των κλεψιμάτων με 6.8 ανά παιχνίδι. Το τελευταίο νούμερο είναι αρκετά καλό με βάση την άμυνα, που παίζει η ομάδα, καθώς την ίδια στιγμή πρώτη σε αυτή τη λίστα είναι η Άλμπα Βερολίνου, η οποία απλώς πιέζει στην αρχή την μπάλα, αλλά κατά τα άλλα είναι ένα πολύ ευάλωτο ανασταλτικά σύνολο.
Οι Πειραιώτες, λοιπόν, δεν έχουν αλλάξει τις βασικές τους αρχές στις δύο πλευρές του παρκέ. Συνεχίζουν να δημιουργούν εξαιρετικά και να αμύνονται, ειδικά, πολύ αποτελεσματικά, κάτι που αποδεικνύουν τα σχετικά νούμερα έναντι και του ανταγωνισμού τους. Κάτι διαφορετικό, επομένως, είναι αυτό που έχει λείψει για να επαναλάβουν την περσινή «φρενήρη» πορεία έως τα τρία δευτερόλεπτα πριν από τον τίτλο.
Τα «βάρη» πέφτουν πολλά, αναζητείται το κάτι παραπάνω
Ο Ολυμπιακός, λοιπόν, όπως φαίνεται δεν έχει στην πραγματικότητα αλλάξει το πώς σκέφτεται στο παρκέ. Το ζήτημα είναι η σκέψη αυτή να γίνεται και... πράξη, ήτοι να μπαίνει η μπάλα στο πλεκτό. Οι μόλις 77.4 πόντοι ανά αγώνα και η τρίτη χειρότερη επίθεση στην Ευρωλίγκα, που μέχρι τον αγώνα με την Άλμπα, μάλιστα, ήταν δεύτερη χειρότερη, είναι ενδεικτικοί του τι είναι το κάτι παραπάνω, που λείπει από την ελληνική ομάδα.
Αυτό που έχει συμβεί, στην πραγματικότητα, είναι πως ορισμένοι παίκτες έχουν επωμιστεί σε σημαντικό βαθμό το «βάρος» των βασικών αποχωρήσαντων το καλοκαίρι, κάτι που αρκετές φορές μοιάζει να... πέφτει πολύ. Ο Τόμας Ουόκαπ είναι μεν βιονικός και οδηγεί με 9.7 πόντους, 4.5 ασίστ, 3.2 ριμπάουντ και 1.3 κλεψίματα για μόλις 1.9 λάθη, όμως δεν είναι και το πιο εύκολο κάθε φορά να είναι τέλειος σε όλα. Στο πρόσωπό του ο Γιώργος Μπαρτζώκας ίσως έβλεπε μια αναβάθμιση σε επίπεδο Νικ Καλάθη στον Παναθηναϊκό επί Τσάβι Πασκουάλ, καθώς και οι δύο κάνουν εξαιρετικά πολλές δουλειές στις δύο πλευρές στο παρκέ, με βασική αδυναμία το μακρινό σουτ, όμως το να υπηρετείς έναν τέτοιο ρόλο μόνο εύκολο δεν είναι. Για το λόγο αυτό, βέβαια, άφησε... ελεύθερα τα «πολυβόλα» Κάναν και Πίτερς, που μαζί έχουν σχεδόν 28 πόντους ανά αγώνα με ευστοχία στα μισά τρίποντα, που επιχειρούν, δηλαδή το 50% των προσπαθειών τους, όμως τόσο πίσω από τα 6.75 μέτρα όσο και γενικότερα, δυσκολεύονται να βρουν συμπαραστάτες.
Ο Νάιτζελ Ουίλιαμς-Γκος με τους εννέα του πόντους ανά αγώνα δίνει μεγάλη ανάσα, ο Μουσταφά Φαλ διατηρεί τα περσινή του επίπεδα στο σκοράρισμα με 7.4 πόντους, χώρια το τι προσφέρει και στην άμυνα, ο Νίκολα Μιλουτίνοφ παρουσιάζει με 8.2 πόντους ένα δεύτερο «πόλο» στη ρακέτα, ο Γιαννούλης Λαρεντζάκης βοηθά με την ενέργειά του, έχοντας 6.4 πόντους, όπως και πέρυσι, αλλά εδώ... οι λύσεις σχεδόν στερεύουν. Ο Σακίλ ΜακΚίσικ σκοράρει τους μισούς πόντους σε σχέση με πέρυσι (4.4 έναντι 9), ο Λουκ Σίκμα, ο Ίγκνας Μπραζντέικις και, φυσικά, ο Φίλιπ Πετρούσεφ, ψάχνουν ακόμη μια ζώνη ασφάλειας για τους εαυτούς τους στο παιχνίδι του Μπαρτζώκα και άλλοι, όπως ο Μιχάλης Λούντζης, θα μπορούσαν να αξιοποιήσουν την ευκαιρία ενός step up.
Και μπορεί να μην φαίνονται λίγοι, όσοι επιχειρούν ανά στιγμές να βοηθούν τους τρεις βασικούς πρωταγωνιστές της επίθεσης, δηλαδή τους Ουόκαπ, Κάναν και Πίτερς, αλλά σε αρκετά παιχνίδια, όταν η άμυνα προσαρμόζεται πάνω τους, ή ο Μπαρτζώκας αναζητά άλλους παίκτες, για να πάρει αυτό που θέλει, δεν έχουν καταφέρει να τους υποστηρίξουν κατάλληλα. Είναι χαρακτηριστικό, ότι οι Κάναν και Πίτερς σκοράρουν στα τρίποντα με 78/132 και πάνω από το 50%, σε ένα τρομερό συνδυαστικό νούμερο, αλλά η υπόλοιπη ομάδα έχει μόλις 27.8% ποσοστό στα υπόλοιπα εκτελεσμένα σουτ πίσω από τα 6.75 μέτρα.
Αυτό το στοιχείο φανερώνει και το λόγο, που σε αρκετές περιπτώσεις το κλείσιμο των παιχνιδιών δεν είναι ιδανικό, όταν ο Ολυμπιακός χρειάζεται τα λεγόμενα μεγάλα σουτ. Ο αγώνας της Μπολόνια, ειδικά, ήταν ιδιαίτερα ενδεικτικός, με τους παίκτες του Μπαρτζώκα να δυσκολεύονται να ψάξουν εναλλακτικές, πέραν των βασικών επιθετικών επιλογών. Το αν θα βρεθεί στην πορεία αυτό το κάτι παραπάνω, που λείπει, εκ των έσω, ή θα αναζητηθεί με διαφορετικό τρόπο, έγκειται φυσικά στις επιλογές του τεχνικού επιτελείου.
Το «διπλό πρέπει»... με το καλημέρα στο 2024 για να μείνει σε καλή «τροχιά»
Ο Ολυμπιακός, παρά τις σαφείς του αρετές και αδυναμίες, εξακολουθεί βαθμολογικά να είναι σε καλό σημείο, με ρεκόρ 9-8 σε 17 αγώνες και μόλις σε απόσταση μιας νίκης από την τετράδα. Οι δύο εκτός έδρας αποστολές σε Λυών και Βερολίνο πέρασαν με απόλυτη επιτυχία, όμως το δύσκολο έργο των Πειραιωτών δε σταματά εδώ, υπό την έννοια, ότι το 2024 ξεκινά με ένα «διπλό» μεγάλο «πρέπει», όπου οφείλουν να ανταποκριθούν, για να συνεχίσουν σε καλή «τροχιά».
Οι νταμπλούχοι Ελλάδας, συγκεκριμένα, υποδέχονται Αρμάνι Μιλάνο και Μονακό στο ΣΕΦ, δηλαδή μια ομάδα που ακόμη έχει κάποιες ελπίδες για τη «ζώνη» των play-in και μία με σαφείς βλέψεις στο Final Four. Αν καταφέρει να βγει αλώβητος από τη συγκεκριμένη «διπλή» εβδομάδα, συνεχίζει να είναι σε πολύ καλό δρόμο τουλάχιστον για την οκτάδα κι ένα πλεονέκτημα στα play-in, ενώ ανάλογα με τα αποτελέσματα μπορεί να κοιτάξει και ψηλότερα προς την εξάδα, που οπωσδήποτε περνά στα playoffs. Μία ήττα εντός, όμως, είναι ικανή να τον δυσκολέψει αρκετά στη συνέχεια, αν σκεφτούμε πως ακολουθεί ένα πολύ δύσκολο ταξίδι στην Ισπανία, για τους αγώνες με Μπαρτσελόνα και Μπασκόνια, ενώ ο Ιανουάριος επιφυλάσσει και επίσκεψη στη Μαδρίτη, με τον αγώνα στο ΣΕΦ με τη Μακάμπι να είναι επίσης απαιτητικός, με την Άλμπα μονάχα να μοιάζει πραγματικά βατός αντίπαλος στο Φάληρο.
Ο Ολυμπιακός, λοιπόν, έχει υποχρέωση να διατηρήσει έστω την έδρα του, καθώς ειδικά αν ξεκινούσε σε ένα κακό σενάριο το 2024 με τρεις ήττες (μία εντός, δύο εκτός στην Ισπανία), θα είχε ίσως και πρόβλημα επιβίωσης στη διοργάνωση. Η αλήθεια είναι, ότι ορισμένες εντός έδρας απώλειες, όπως με τη Βαλένθια ή την Μπασκόνια, του έχουν στοιχίσει να βρίσκεται σε αυτή τη θέση και πρέπει, ουσιαστικά, να θυμηθεί τις αρχές του, για να παραμείνει σε θετικό «μονοπάτι».
Με λίγα λόγια, αυτή την περίοδο ίσως και να μην είναι το βασικό ο Ολυμπιακός να βρει το κάτι παραπάνω, που αναλύσαμε νωρίτερα, στα παιχνίδια του. Πρέπει να αναζητήσει το βασικό, δηλαδή να εξασφαλίσει το ζην σε απόλυτα «περιφρουρημένο» βαθμό από νωρίς, για να δει με το βλέμμα του πιο μακριά...