Η Εθνική Ανδρών είναι έτοιμη να ζήσει το όνειρο στους Ολυμπιακούς Αγώνες και το Basketa.gr κάνει αναδρομή στην ιστορία της «γαλανόλευκης» στη διοργάνωση, ελπίζοντας πως, αυτή την φορά, θα ανοίξει τις πόρτες για κάτι αλησμόνητο.
Η στιγμή έφτασε για την Εθνική μας. Είναι απόψε (27/7, 22:00), που θα αντιμετωπίσει τον Καναδά, στην πρεμιέρα για τους Ολυμπιακούς Αγώνες, με την Επίσημη Αγαπημένη να ζει το δικό της όνειρο, έχοντας μείνει μακριά του για 16 ολόκληρα χρόνια.
Με τον Βασίλη Σπανούλη ως οδηγό, αυτή την φορά από τον πάγκο, κι ένα σύνολο διψασμένο να φτάσει όσο πιο μακριά μπορεί, η «γαλανόλευκη» έκανε το ταξίδι στη Λιλ, ξανά στο Παρίσι για την τελετή έναρξης στον Σηκουάνα, και ξανά στη Λιλ, για να διεκδικήσει όσα οραματίζεται, για το παρόν και το μέλλον.
Σε βάθος τριών αγώνων θα φανεί και το αν αυτό το όραμα θα αρχίσει να έχει μια άμεση υλοποίηση, μετά από τέσσερις συμμετοχές, εκ των οποίων στις τρεις «χτύπησε» την πόρτα της ζώνης των μεταλλίων, αλλά δεν τα είχε καταφέρει. Το Basketa.gr παρουσιάζει όλες τις προηγούμενες ελληνικές συμμετοχής, με την ευχή αυτή την φορά η πόρτα να ανοίξει για κάτι μεγάλο.
Η πρώτη συμμετοχή
Η χώρα μας, που διοργάνωσε και τους πρώτους σύγχρονους Ολυμπιακούς Αγώνες, δε μετρά πάντως πολλές συμμετοχές στο τουρνουά μπάσκετ. Το ελληνικό μπάσκετ μετρά μόλις τέσσερις παρουσίες, με την τίμια 5η θέση να έχει κατακτηθεί τις τρεις, ενώ στην πρώτη βρεθήκαμε στη 17η θέση.
Ήταν εν έτει 1952, όταν αφού πια είχε περάσει ο Πόλεμος, το Λονδίνο και το Ελσίνκι πήραν σειρά, με την αποστολή να ταξιδεύει στην φινλανδική πρωτεύουσα, έχοντας προπονητή τον Βλαδίμηρο Βάλλα και παίκτες αρκετούς εκ των σπουδαίων προσωπικοτήτων, που έδωσαν την πρώτη ώθηση για να αποκτήσει δημοτικότητα το άθλημα της καλαθοσφαίρισης στην χώρα, προτού το φέρει στην εκτόξευση και την απόλυτη καταξίωση η παρέα του 1987.
Οι παίκτες, λοιπόν, που βρίσκονταν στην αποστολή ήταν οι: Φαίδων Ματθαίου, Νίκος Μήλας, Στέλιος Αρβανίτης, Θεμιστοκλής Χολέβας, Ιωάννης Λάμπρου, Παναγιώτης Μανιάς, Κωνσταντίνος Παπαδήμας, Αριστείδης Ρουμπάνης, Αλέξανδρος Σπανουδάκης, Ιωάννης Σπανουδάκης, Δημήτριος Στεφανίδης και Δημήτριος Ταλιαδώρος.
Εδώ, μάλιστα, μπορείτε να δείτε το δελτίο συμμετοχής του Τάκη Ταλιαδώρου, σε ένα σπάνιο ντοκουμέντο από την εποχή που σας παρουσιάζουμε:
Η Ελλάδα, όμως, δεν τα πήγε και πολύ καλά. Δεν είχε καταφέρει να βρεθεί καν στην πρώτη 16άδα του τουρνουά, ήτοι την τελική φάση του, μέσω των προκριματικών αγώνων που γίνονταν, στο πλαίσιο των Ολυμπιακών Αγώνων του Ελσίνκι, βάσει του συστήματος διεξαγωγής που ίσχυε τότε.
Η χώρα μας έπαιξε στο δεύτερο όμιλο και είχε αντιπάλους την Ουγγαρία, τις Φιλιππίνες και το Ισραήλ. Ηττήθηκε με 75-38 από την Ουγγαρία, αλλά είχε μια δεύτερη ευκαιρία, με τις Φιλιππίνες να κερδίζουν την Ουγγαρία (σ.σ. είχαν επικρατήσει το Ισραήλ με 57-47).
Οι Φιλιππίνες, λοιπόν, νίκησαν με 48-35 την Ουγγαρία και πήραν θέση στην τελική φάση, με την Εθνική μας να ξεπερνά με 54-52 το «εμπόδιο» του Ισραήλ και να βρίσκει ξανά μπροστά της τους Μαγυάρους. Εκείνοι, όμως, αποδείχθηκαν… κακός δαίμονας και στις λεπτομέρειες νίκησαν με 47-44, για να πάρουν το δεύτερο εισιτήριο για το μεγάλο τουρνουά.
Σε εκείνο, για την ιστορία, οι ΗΠΑ θα έφταναν στην τρίτη συνεχόμενη κατάκτηση του χρυσού μεταλλίου, καταβάλλοντας με το εξίσου «φτωχό» 36-25 τη Σοβιετική Ένωση, με την χώρα να φτάνει σε ένα απίστευτο σερί 7 κατακτήσεων.
Η Ελλάδα επανέρχεται στο προσκήνιο
Όλα αυτά τα χρόνια, μετά τη συμμετοχή το 1952 στο Ελσίνκι, η Εθνική μας ομάδα προσπάθησε τίμια να βρεθεί σε μια τελική φάση Ολυμπιακών Αγώνων, αλλά για να χαρεί, θα έπρεπε να περιμένει αμέτρητες αποτυχίες σε προολυμπιακά τουρνουά και να προκριθεί, εν τέλει, στο μεγάλο γεγονός 44 χρόνια αργότερα μετά την πρώτη παρουσία, το 1996 στην Ατλάντα.
Ήταν, ίσως, καρμικό να βρεθούμε στη συμπλήρωση 100 ετών από την πρεμιέρα των σύγχρονων Ολυμπιακών Αγώνων στην Αθήνα. Η χώρα μας κατάφερε να προκριθεί χάρη στην 4η θέση του Ευρωμπάσκετ του 1995, που η ίδια διοργάνωσε, ταξιδεύοντας στις ΗΠΑ με τον Μάκη Δενδρινό προπονητή και παίκτες τους Παναγιώτη Γιαννάκη, Παναγιώτη Φασούλα, Φάνη Χριστοδούλου, Νίκο Οικονόμου, Φραγκίσκο Αλβέρτη, Κώστα Παταβούκα, Ευθύμη Μπακατσιά, Γιώργο Σιγάλα, Λευτέρη Κακιούση, Ντίνο Αγγελίδη, Ευθύμη Ρεντζιά και Δημήτρη Παπανικολάου.
Η Ελλάδα, κάπου εκεί, δημιούργησε την… παράδοση της πέμπτης θέσης. Κι αυτό, γιατί από τις τελευταίες τέσσερις διοργανώσεις, κατάφερε στις τρεις, όπου και συμμετείχε, να καταλάβει την εν λόγω θέση.
Στους Αγώνες της Ατλάντα, δεν μπορούσαμε να σταθούμε ικανό εμπόδιο απέναντι στη Λιθουανία των Σαμπόνις και Μαρτσουλιόνις, η οποία μας «συνέτριψε» με 99-66. Η Κίνα και η Βραζιλία, όμως, ήταν πιο πολύ… για τα δόντια μας και είχαμε πολύ εύκολο έργο, με αποτέλεσμα να κατακτήσουμε για πρώτη φορά την 5η θέση.
Η «χρυσή» εποχή της παρέας του Τζινόμπιλι και οι χαμένες ελληνικές ευκαιρίες
Πρόκειται για μια ακόμη υπέροχη εποχή του παγκοσμίου μπάσκετ. Μια εκπληκτική παρέα, η οποία μέχρι και στο πρόσφατο Παγκόσμιο Κύπελλο είχε ένα μέλος της να συμμετάσχει, τον Λουίς Σκόλα. Η Αργεντινή, που όλοι λατρεύουμε, υπό την ηγεσία του Μανού Τζινόμπιλι και με άξιους συμπρωταγωνιστές παίκτες, όπως ο Σκόλα, ο Αντρές Νοτσιόνι, ο Κάρλος Ντελφίνο, ο Φαμπρίσιο Ομπέρτο και αρκετοί ακόμη, γλέντησε… κατά συρροή τους Αμερικανούς και αποδείχθηκε και δικός μας «κακός δαίμονας».
Μετά το θρίαμβο επί των Αμερικανών στην Ινδιανάπολη, επανέλαβε το ίδιο έργο και το 2004 στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Αθήνας, με το 89-81 να έρχεται ύστερα από μία εκ των μεγαλύτερων παραστάσεων στην καριέρα του Τζινόμπιλι. Νωρίτερα, όμως, ο ίδιος και ο Ομπέρτο μας είχαν τιμωρήσει και, έτσι, χάσαμε μια μεγάλη ευκαιρία ως διοργανωτές για το βήμα παραπάνω, ηττώμενοι με 69-64.
Τέσσερα χρόνια αργότερα, όμως, θα τους βρίσκαμε και πάλι μπροστά μας, για να απωλέσουμε για ακόμη μία φορά τη δυνατότητα να περάσουμε στην πολυπόθητη «ζώνη των μεταλλίων». Με την καλύτερη ίσως Εθνική όλων των εποχών, έχοντας περιφέρεια με τους Δημήτρη Διαμαντίδη, Βασίλη Σπανούλη και Θοδωρή Παπαλουκά, οι Αργεντίνοι είχαν και πάλι τον τρόπο τους. Αχ, και να ευστοχούσε ο «Kill Bill» σε εκείνο το σουτ στο Πεκίνο…
Είπαμε, όμως, ότι με τα «αν» ιστορία δε γράφεται. Και αυτή «έγραψε» ένα 80-78 στον πίνακα για τους Λατινοαμερικανούς…