Ο πρωταθλητής Σαουδικής Αραβίας με την Αλ Χιλάλ και έμπειρος προπονητής, Στράτος Κουκουλεκίδης, φιλοξενήθηκε στο Web Radio της ΕΟΚ και μίλησε για τις εμπειρίες του σε χώρες ανά τον κόσμο.
Αναλυτικά:
Για τη ζωή-καθημερινότητα στη Σαουδική Αραβία: «Η πρώτη μου εμπειρία ήταν πριν από 1 χρόνο όπου βρισκόμουν στην Αλ Νασρ. Είναι το αντίπαλο δέος της Αλ Χιλάλ, βρίσκονται στην ίδια πόλη. Η ποιότητα και ο τρόπος ζωής είναι τελείως διαφορετικός απ’ την Ελλάδα. Υπάρχει το θρησκευτικό στοιχείο που κυριαρχεί σε όλη τη χώρα. Πέντε φορές την ημέρα προσεύχονται και κλείνουν τα πάντα, ακόμη και παιχνίδια να παίζουν τα σταματούν. Είναι υποχρεωτικό. Το ίδιο συμβαίνει και στους αγώνες, μου έχει συμβεί 2 φορές. Στη μία μάλιστα είχα καλέσει τάιμ-άουτ και πάνω σε αυτήν τη στιγμή ήταν η ώρα της προσευχής! Είναι κάτι το πρωτόγνωρο για ‘μένα. Σαν άνθρωποι πάντως είναι πάρα πολύ φιλικοί. Αγαπούν πάρα πολύ την οικογένειά τους, δίνουν τα πάντα γι’ αυτήν. Υπάρχει ένα τραγικό θέμα όσον αφορά την οδήγηση, γιατί οδηγούν χωρίς κώδικες κυκλοφορίας. Είναι ένα θέμα στο οποίο προσπαθούν οι κυβερνόντες με κάποια ραντάρ που χρησιμοποιούν να ελέγχουν την ταχύτητα και τα φανάρια. Το φαγητό είναι τελείως διαφορετικό απ’ το Ελληνικό. Οι αποστάσεις είναι τεράστιες, δεν υπάρχει κάποιο σημείο που είναι το κέντρο. Το GPS είναι το νούμερο 1 πράγμα που χρησιμοποιείται. Είναι άνθρωποι που ακολουθούν τους νόμους, αφού είναι ένα καθεστώς που δεν τους επιτρέπει να κάνουν κάτι διαφορετικό. Στο Ριάντ ο πληθυσμός είναι γύρω στα 10 εκατομμύρια. Η πόλη φαίνεται σαν λαβύρινθος. Όλα αυτά τα βίωσα την 1η μου χρονιά και έτσι τη 2η ανταπεξήλθα καλύτερα».
Για τους παίκτες της Αλ Χιλάλ: «Κάναμε καλές προσθήκες, αφού αποκτήσαμε έναν Ιορδανό στη θέση «4» (σ.σ. τον Χασέμ Αμπάς) και έναν εξαιρετικό Αμερικανό γκαρντ, τον Αντουάν Σκοτ, τον οποίο τον είχα στον Άρη όταν ήταν 23 ετών. Μίλησα μαζί του πολλές ώρες. Του άρεσε να παίζει στις θέσεις «1-2». Όταν ήρθε του ανέθεσα τον ρόλο του playmaker, ν’ αποφασίζει ο ίδιος τι θα γίνει στην επίθεση, γιατί στις 3 πρώτες προπονήσεις κατάλαβα ότι πρόκειται για έναν εκπληκτικό σκόρερ και ταυτόχρονα ικανό οργανωτή. Είχαμε και ένα απ’ τα μεγαλύτερα ταλέντα στην Ασία, τον διεθνή σέντερ Μοχάμεντ Αλσουάιλεμ, ο οποίος μπορεί να λειτουργήσει και σαν ένας 2ος playmaker κοντά στο καλάθι. Όλα αυτά τα στοιχεία καταφέραμε και τα «δέσαμε» και μετά ήρθε και το σκοράρισμα, Βάλαμε αυτοματισμούς και οι 103 πόντοι που σκοράραμε ήταν ό,τι καλύτερο για φέτος».
Για το επίπεδο του πρωταθλήματος: «Το επίπεδο είναι πάρα πολύ ανταγωνιστικό. Υπάρχουν καταπληκτικοί Αμερικανοί παίκτες και φέτος προστέθηκαν και παίκτες από αραβικές χώρες, όπως Αλγερία, Μαρόκο, Τυνησία. Στο σύνολο των ομάδων υπάρχουν 12 εν ενεργεία διεθνείς και άλλοι 14-15 που ήταν διεθνείς. Υπάρχει μια πλειάδα ομάδων, κοντά στις 7-8 ομάδες απ’ τις 12, ο οποίες είναι πάρα πολύ ανταγωνιστικές. Το πρωτάθλημα είναι σε πάρα πολύ καλό βαθμό και στον κόλπο είναι ίσως το καλύτερο και δυνατότερο πρωτάθλημα, ιδίως τη φετινή χρονιά».
Για τα μπασκετικά οικονομικά δεδομένα στη Σαουδική Αραβία: «Οι Αμερικάνοι ξεκινούν από 15 χιλιάρικα και κυμαίνεται ανάλογα με την αξία του καθενός. Υπήρχε και ένας Αλγερινός παίκτης, ο Χάρας, πολύ γνωστός στο Αραβικό κοινό, που ήταν στα 23 χιλιάρικα. Δε φείδονται χρημάτων, η αξία πληρώνεται».
Για το πρωτάθλημα της χώρας: «Το πρωτάθλημα αποτελείται από 12 ομάδες. Οι 8 απ’ αυτές είναι πάρα πολύ δυνατές και, μάλιστα, η κάθε μία αντιπροσωπεύει και μία πόλη, κάτι που είναι πολύ σημαντικό. Η ομάδα μας θα παίξει στη νεοσύστατη διοργάνωση της FIBA, το West Asia Super League, που θα περιλαμβάνει 2 γκρουπ, το ένα από Σιγκαπούρη, Μαλαισία και λοιπά, το άλλο οι Middle East ομάδες και σαν έξτρα στα play-offs θα μπουν μία ομάδα απ’ το Καζακστάν και μία απ’ την Ινδία. Είναι ένα πρωτοποριακό τουρνουά και έχουμε τη χαρά πρώτη φορά να μετέχουμε εμείς. Σε πρώτο χρόνο γίνονται 14 παιχνίδια, εντός-εκτός, και σε δεύτερο χρόνο στη επόμενη φάση θα γίνουν άλλα τόσα. Γι’ αυτόν το λόγο χρειαζόμαστε και 3ο ξένο, γιατί στο Κουβέιτ έχουν όριο τους 3 ξένους, και στο πρωτάθλημα της χώρας εδώ σκέφτονται να βάλουν και 3ο ξένο. Υπάρχουν πάρα πολύ διεθνείς, υπάρχει πολύ μεγάλο φυτώριο απ’ τις μικρές κατηγορίες.».
Για τη ζωή στην Τυνησία: «Η Τυνησία, ενώ είναι ένας αραβικός λαός, επειδή γειτονεύει με Ισπανία και Ιταλία έχει και κάποια μεσογειακά χαρακτηριστικά. Υπάρχει μια περιοχή, η Σίντι Μπου Σάιντ, η οποία είναι βαμμένη στα γαλανόλευκα, έχει το ευρωπαϊκό στοιχείο. Είναι η 2η χώρα μετά τη Σαουδική Αραβία που δεν οδηγούσα ποτέ. Ακόμα και στο πεζοδρόμιο να ήσουν κινδύνευες. Η μεγαλύτερη ατάκα των Τυνήσιων είναι το «Γόντουα», που σημαίνει «Αύριο». Ό,τι τους λες, σου λένε αυτό».
Για την χώρα που προσαρμόστηκε πιο δύσκολα: «Ήταν η Kίνα. Εκεί είχα και το κομμάτι του πρωταθλητισμού εξ αρχής. Απ’ την πρώτη στιγμή που πήγα, ο πρόεδρος έθεσε τον πρωταθλητισμό ως στόχο, ενώ ήμασταν μια ομάδα απ’ την 7η θέση. Η πίεση μπήκε από νωρίς, ήμουν τελείως μόνος. Και ο βοηθός που είχα δεν ήξερε αγγλικά, μόνο κινέζικα. Ήταν ένα κομμάτι στο οποίο άργησα να προσαρμοστώ. Ευτυχώς ήταν μεγάλη η διάρκεια της προετοιμασίας. Στην Κίνα έχασα 22 κιλά, το δεξί μου το φρύδι και μια τούφα μαλλί πάνω απ’ το δεξί μου αυτί, λόγω της μεγάλης πίεσης. Ήταν και η διατροφή μου τραγική, αλλά ευτυχώς μετά από 5-6 μήνες βρήκα ένα ιταλικό εστιατόριο και την έφτιαξα κάπως».
Για μια ιστορία που έζησε στα Σκόπια: «Στα Σκόπια, στη Στρούμιτσα, πηγαίνοντας στο γήπεδο διέσχιζα πάντα ένα τεράστιο πάρκο. Ένα απόγευμα που πήγαινα στο γήπεδο σιγοτραγουδούσα ένα δημοτικό τραγούδι και με πλησίασε ένας ηλικιωμένος. Πολύ φοβισμένος και ψιθυρίζοντας με ρώτησε αν είμαι Έλληνας, του απάντησα πως είμαι και μου είπε πως είναι και αυτός, Θεσσαλονικιός. Τον ρώτησα γιατί μιλάει ψιθυριστά και μου απάντησε πως ζει πολλά χρόνια στα Σκόπια και ήρθε από την εποχή του Εμφύλιου, ενώ μου ανέφερε πως δεν ήθελε να επιστρέψει στην Ελλάδα γιατί τον έδιωξαν. Ήταν ο καρδιολόγος της Στρούμιτσα. Πήγα με τον άνθρωπο να καθίσουμε σε μια καφετέρια και είπα στον σερβιτόρο ότι όσους καφέδες παίρνει θα είναι κερασμένοι από ‘μένα όσο θα είμαι εδώ. Με αυτή μου την κίνηση έκανα τον ηλικιωμένο να κλαίει και με ρώτησε «Έχει αλλάξει τόσο η Ελλάδα;». Του απάντησα «Φυσικά και έχει αλλάξει» και του εξήγησα πως από εκείνα τα χρόνια η Ελλάδα είναι ένα ελεύθερο κράτος που «αγκαλιάζει» όλο τον κόσμο και θα είναι τραγικό να μην επισκεφτεί ποτέ να μέρη στα οποία έζησαν οι γονείς του. Μπορώ να πω πως συγκινήθηκα κι εγώ πάρα πολύ, άρχισε να κλαίει και κάθε μέρα με περίμενε στο ίδιο ακριβώς σημείο για να πιούμε μαζί τον καφέ και να του λέω ιστορίες απ’ την Ελλάδα».