Ο Γκρεγκ Πόποβιτς αφήνει τον πάγκο των Σπερς για την προεδρία ύστερα από 29 χρόνια, όπου άλλαξε το μπάσκετ και τον τρόπο που σκεφτόμαστε γύρω από αυτό σε κάθε του έκφραση, εντός κι εκτός παρκέ. Το Basketa.gr παρουσιάζει μερικά ταπεινά λόγια για έναν άνθρωπο, που αποτελεί την ενσάρκωση του αθλήματος.
Αν το μπάσκετ ήταν άνθρωπος, με ποιον θα έμοιαζε; Πολλοί μπορεί να σκεφτούν διάφορους, που το έχουν υπηρετήσει μέσα στα χρόνια, από τον δημιουργό του, Τζέιμς Νέισμιθ, μέχρι πιο σύγχρονες μορφές του. Ο Γκρεγκ Πόποβιτς, οπωσδήποτε, έχει τη θέση του σε αυτή τη συνομοταξία, ως ένας εκ των «αιωνίων μύθων» του αθλήματος, η κληρονομιά του οποίου ίσως τον κατατάσσει και πάνω από αυτό.
Δεν είναι μονάχα το γεγονός, ότι αποτέλεσε ένα σπουδαίο προπονητή. Είναι κι ένας άνθρωπος, ο οποίος γνώριζε πολύ καλά πώς να «μιλά» στην καρδιά κάθε αθλητή, παράγοντα, δημοσιογράφου και φίλου του αθλήματος. Βρέθηκε στη διάσταση του «θρύλου», όχι λόγω των τίτλων ή των υπέροχων και ξεχωριστών του δηλώσεων σε κάθε ευκαιρία, αλλά επειδή το έκανε με μία «βαθιά» ταπεινότητα, η οποία εκφράζεται μέσω ευγνωμοσύνης όσων πετυχαίνεις ήδη κι έχοντας γνώση αυτών, στοχεύοντας όμως παράλληλα... στο άπειρο. Κάτι, που έβγαζαν ως ταυτότητα και οι παίκτες του στο παρκέ.
Ο ίδιος μάλλον δε θα πίστευε, ότι 53 χρόνια πίσω που ξεκινούσε την πορεία του ως βοηθός προπονητή στους Air Force Falcons του NCAA το μακρινό 1972, θα γινόταν ένας άνθρωπος, ο οποίος πλέον θεωρείται ένα είδωλο του αθλήματος. Αν σκεφτείς τη λέξη «μπάσκετ», πιθανότατα ένα από τα ονόματα, που θα σου έρθουν πρώτα στο μυαλό, είναι ο Γκρεγκ Πόποβιτς. Κι αυτό είναι κάτι, που ελάχιστοι καταφέρνουν.
Αντί για τη CIA... στον Ναύαρχο
Ο Γκρεγκ Πόποβιτς είναι βέβαιο, ότι με την ευφυία του θα μπορούσε κάλλιστα να αποτελέσει σημαίνον στέλεχος της CIA. Για εκείνη προοριζόταν, άλλωστε, όταν έκανε τη θητεία του στον αμερικανικό στρατό, αγωνιζόμενος και στην ομάδα μπάσκετ, με την οποία έκανε αρκετές περιοδείες, μεταξύ των οποίων στη Σοβιετική Ένωση και την ανατολική Ευρώπη, ενώ το 1972 έγινε αρχηγός της ομάδας και κατέκτησε τον τίτλο του AUU (Amateur Athletic Union), προτού έναν χρόνο αργότερα βρεθεί στον πάγκο ως βοηθός προπονητή.
Έκτοτε, το νερό άρχισε να κυλά στο αυλάκι. Η πρώτη επαφή, δε, με τους Σπερς ήταν την τετραετία 1988-1992, επίσης στο ρόλο του βοηθού, για να έρθει η μόνιμη αγάπη με την ομάδα του Σαν Αντόνιο, όταν μετά από μια διετία στην ίδια θέση στους Ουόριορς, ανέλαβε τη θέση του GM και του αντιπροέδρου, αντί του Πίτερ Χολτ που είχε μόλις αποχωρήσει, χωρίς να γνωρίζει το τι θα ακολουθούσε.
Οι πρώτες του κινήσεις ήταν γεγονός, όπως η απόκτηση του Έιβερι Τζόνσον ή η ανταλλαγή του Ντένις Ρόντμαν στους Μπουλς για τον Ουίλ Πέρντιου, όμως η μεγάλη πρόκληση θα γινόταν μετά από ένα πολύ κακό ξεκίνημα τη σεζόν 1996-1997 με ρεκόρ 3-15, που τον έφερε στον πάγκο των «Σπιρουνιών», θέση που πήρε...αυτοβούλως και δικαίως, αναδεικνύοντας το πρώτο αίμα με τον «Ναύαρχο» Ντέιβιντ Ρόμπινσον και τον εξαιρετικά ταλαντούχο Τιμ Ντάνκαν.
Με τους δύο σε ηγετική θέση, το 1999 θα ήταν απλώς η αρχή μιας σπουδαίας ιστορίας, ώστε οι Σπερς εν συνεχεία να γίνουν πρότυπο και μοντέλο για όλους τους συλλόγους στον πλανήτη υπό τη δική του καθοδήγηση. Η επιλογή του Ντάνκαν το 1997 στο draft, δε, ήταν εκείνη που θα περνούσε από όλες τις γενιές τίτλων, σε μια «χρυσή» 17ετία όπου το μπάσκετ άλλαξε από τη δική του ομάδα.
Οι Σπερς που άλλαξαν το μπάσκετ και ο «χορός» με την Team USA
Η δεκαπενταετία ανάμεσα στο 2000 και το 2015, πάντως, ήταν εκείνη που θα πρόσφερε την απόλυτη καταξίωση στο δημιούργημα του «Pop». Άπαντες θυμούνται τη μεγάλη τριάδα των Τόνι Πάρκερ, Μανού Τζινόμπιλι και Τιμ Ντάνκαν, που με αρκετούς άξιους συμπαραστάτες ανά τα χρόνια και τον Καουάι Λέοναρντ να προστίθεται ως τέταρτος πρωταγωνιστής αργότερα, δημιούργησε έναν τρόπο παιχνιδιού, που άλλαξε το πώς βλέπουμε το μπάσκετ.
Αν το σκεφτεί κανείς καλά, ο πιο... ορθολογικός τρόπος που αγωνίζονταν τα «Σπιρούνια», μέσα από μια «καλολαδωμένη μηχανή» χωρίς τον απόλυτο σούπερ σταρ, από τον οποίο εξαρτώνταν τα πάντα, ήταν εκείνος που διαμόρφωσε το μπάσκετ της εποχής, μέχρι να εμφανιστούν οι Ουόριορς του Στιβ Κερ και του τρελού ρυθμού του Στεφ Κάρι, του Κλέι Τόμπσον και των υπολοίπων. Μέχρι το 2015, με λίγα λόγια, το μπάσκετ των Σπερς ήταν εκείνο, που άπαντες θέλησαν να μιμηθούν.
Το μπάσκετ αυτό έφερε και τίτλους, τέσσερις ακόμη για την ομάδα του σπουδαίου Πόποβιτς, η οποία θα μπορούσε να έχει κι έναν ακόμη, αν οι παίκτες του είχαν πάρει το επιθετικό ριμπάουντ το 2013 με τους Χιτ, για να μην καταλήξει η μπάλα στον «ψυχρό εκτελεστή», Ρέι Άλεν. Με αυτό τον τρόπο, «σφραγίστηκε» μια ολόκληρη εποχή, που τον οδήγησε στην απόλυτη αναγνώριση της Team USA.
Ο ίδιος, βέβαια, ήταν βοηθός του Τζορτζ Καρλ και του Λάρι Μπράουν, στα απόλυτα φιάσκο του 2002 στην Ινδιανάπολη και του 2004 στην Αθήνα, ενώ αντικαθιστώντας τον Μάικ Σιζέφσκι δεν ξεκίνησε εξαιρετικά, αφού ο αποκλεισμός το 2019 στο Παγκόσμιο Κύπελλο προκάλεσε προβληματισμό. Η προσωπικότητά του, όμως, ήταν εκείνη που έφερε όλες τις υπόλοιπες για ένα μαζικό κάλεσμα εν όψει Τόκιο, κατακτώντας τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 2021 και προσφέροντάς του την αυλαία, που του άξιζε.
Πάντα... υπέροχα ανήσυχος
Ο Πόποβιτς δε θα σταματήσει ποτέ να εργάζεται στο μπάσκετ. Ο ίδιος, άλλωστε, είναι το μπάσκετ μαζί με ελάχιστους, που έχουν γράψει τέτοια ιστορία στο άθλημα. Η προεδρική θέση στους Σπερς είναι μια απλή υπενθύμιση για έναν υπηρέτη του σπορ, που έδειξε το δρόμο της εξωτερίκευσης της κριτικής σκέψης πέραν αυτού.
Οι διαρκείς του πολιτικές τοποθετήσεις με διαρκή στήριξη στην εκάστοτε κοινωνική κινητοποίηση για Δικαιοσύνη, βάλλοντας πολλές φορές εναντίον του Ντόναλντ Τραμπ, η διαρκής του ενεργοποίηση με πολύπλευρη κοινωνική προσφορά και η παντοτινή... αφύπνιση που προσφέρει, μαρτυρούν ένα ανήσυχο πνεύμα, από αυτά που χρειάζεται κάθε κοινωνία.
Όσα χρόνια κι αν περάσουν, το μπάσκετ και ο αθλητισμός έχουν ανάγκη από τέτοιες προσωπικότητες. Ο Πόποβιτς, βέβαια, δεν είναι απλά μία από αυτές. Είναι η ενσάρκωση του ίδιου του αθλήματος και ως τέτοια θα μείνει...