Ο Ερλ Μπόικινς έγραψε τη δική του ιστορία στα παρκέ και σήμερα (2/6) γίνεται 48 ετών!
Ποιος είπε ότι το μπάσκετ είναι άθλημα μόνο για ψηλούς; Εντάξει στην πραγματικότητα αυτό ισχύει, απλώς υπάρχουν και ορισμένες εξαιρέσεις. Ο Μπόικινς υπήρξε μία από αυτές.
Βλέποντας τον κόσμο μόλις από το 1,65μ., ελάχιστοι πίστεψαν ότι θα μπορούσε να κάνει επαγγελματική καριέρα στο μπάσκετ. Ακόμα περισσότερο να πραγματοποιήσει μεγάλη πορεία στο ΝΒΑ.
Κι όμως, ο Μπόικινς τα κατάφερε. Και μάλιστα ήταν και ο δεύτερος πιο κοντός πίσω από τον θρυλικό Μάγκσι Μπογκς ο οποίος είχε προηγηθεί από εκείνον, αν και ήταν μόλις 1,60μ.!
Δεν έγινε ντραφτ αλλά...
Έπειτα από μία τετραετία στο κολέγιο Eastern Michigan, ο Μπόικινς δεν άκουσε το όνομά του από τα χείλη του Ντέιβιντ Στερν στο ντραφτ του 1998. Παρ' όλα αυτά δεν πτοήθηκε.
Τον εμπιστεύτηκαν αρχικά οι Νιου Τζέρσεϊ Νετς για 5 παιχνίδια. Ακολούθησε ένα διπλό πέρασμα από τους Κλίβελαντ Καβαλίερς, ενώ ενδιάμεσα έπαιξε ένα μόλις παιχνίδι για τους Ορλάντο Μάτζικ. Με την... αυγή της νέας χιλιετίας μετακόμισε στο Λος Άντζελες για λογαριασμό των Κλίπερς. Εκεί έμεινε για δύο σεζόν και το 2002 υπέγραψε στους Γκόλντεν Στέιτ Ουόριορς με αναβαθμισμένο ρόλο.
Οι Ντένβερ Νάγκετς τον πίστεψαν κι έκριναν ότι θα μπορούσε να τους βοηθήσει σε σταθερή βάση, παρά το γεγονός ότι ήταν βραχύσωμος. Το καλοκαίρι του 2003 υπέγραψε πενταετές συμβόλαιο με τους «σβόλους», αντί 13,7 εκατομμυρίων δολαρίων. Εκεί έζησε τις καλύτερες του μέρες, σκοράροντας σταθερά διψήφιο αριθμό πόντων κατά μέσο όρο ανά αγώνα και φτάνοντας στους 15,2 τη σεζόν 2006-07, πριν βρεθεί μέσω ανταλλαγής στους Μιλγουόκι Μπακς.
Εκεί είχε σημαντικό ρόλο με 35 συμμετοχές εκ των οποίων οι 14 στη βασική πεντάδα. Το ίδιο καλοκαίρι όμως αποφάσισε χωρίς επιτυχία να δοκιμάσει την τύχη του για ένα καλύτερο συμβόλαιο, κάνοντας option out του τελευταίου χρόνου. Τον εμπιστεύτηκαν όχι σε σταθερή βάση οι Σάρλοτ Μπόμπκατς. Στα 32 του χρόνια, το 2008, είχε έρθει η ώρα για τη μεγάλη απόφαση.
Στην Ιταλία μαζί με «γνωστούς» και ξανά πίσω
Η Βίρτους Μπολόνια προσπαθούσε να επιστρέψει στην κορυφή του ιταλικού πρωταθλήματος και να μπει ξανά δυναμικά στην Ευρωλίγκα. Στην αναζήτηση για παίκτη-κράχτη στράφηκε στον NBAερ Ερλ Μπόικινς. Η προσφορά των 3,5 εκατομμυρίων δολαρίων για μία σεζόν δελέασε τον έμπειρο γκαρντ και την αποδέχτηκε. Αυτόματα έγινε ο πιο ακριβοπληρωμένος παίκτης της λίγκας.
Χωρίς να καταγράψει εντυπωσιακά νούμερα βοήθησε την ομάδα να δυναμώσει. Μέχρι τα Χριστούγεννα δεν υπήρχαν προβλήματα, αλλά στις 26/12 ο ιδιοκτήτης της ομάδας, Κλαούντιο Σαμπατίνι ανακοίνωσε ότι ο Μπόικινς «κόπηκε» λόγω προβλημάτων συμπεριφοράς. Την ίδια ώρα ο έμπειρος γκαρντ ήταν στο αεροπλάνο για τις ΗΠΑ, ούτως ώστε να βρεθεί στο πλευρό του άρρωστου παιδιού του. Η αδικία αποκαταστάθηκε με παρέμβαση του τζένεραλ μάνατζερ Αντρέα Λούτσι και ο Μπόικινς επέστρεψε κανονικά στις υποχρεώσεις της Βίρτους.
Η ομάδα του Ματέο Μπονιτσιόλι ο οποίος είχε αντικαταστήσει τον Ρενάτο Πασκουάλι τον Νοέμβριο του 2008 κατάφερε να φτάσει μία ανάσα από το Κύπελλο Ιταλίας, αλλά στον τελικό ηττήθηκε με 70-69 από την απόλυτη κυρίαρχο του ιταλικού μπάσκετ, Σιένα.
Στο πρωτάθλημα τερμάτισε στην πέμπτη θέση κι αποκλείστηκε με 3-2 στον πρώτο γύρο των πλέι οφ από την Μπενετόν Τρεβίζο.
Εκεί που η Βίρτους κατόρθωσε να τα πάει περίφημα ήταν στο FIBA EuroChallenge. Με μία σπουδαία πορεία έφτασε στον τελικό και νίκησε 74-72 τη γαλλική Σολέ κατακτώντας το τρόπαιο! MVP του Φάιναλ Φορ αναδείχτηκε ο Κιθ Λάνγκφορντ ο οποίος ήταν στα πρώτα βήματά του και πλέον παίζει στον Παναθηναϊκό.
Ο Λάνγκφορντ όμως δεν ήταν ο μόνος γνωστός στους Έλληνες φιλάθλους. Σ' εκείνη την ομάδα έπαιζαν επίσης ο Ντούσαν Βούκσεβιτς (Απόλλωνας Πάτρας και Ολυμπιακός),ο Πέτερι Κοπόνεν, ο Τζέιμι Άρνολντ ο οποίος πέρασε από το Περιστέρι, ο Ρομπέρτο Κιάτζικ (ΑΕΚ),αλλά και ο Ρέισον Τέρι ο οποίος είχε παίξει στον Άρη την προηγούμενη χρονιά.
Η επόμενη σεζόν τον βρήκε ξανά στο ΝΒΑ και στους Ουάσινγκτον Ουίζαρντς. Ακολούθησε η επιστροφή και μία καλή σεζόν στους Μιλγουόκι Μπακς (2010-11), ενώ η τελευταία του παρουσία στο ΝΒΑ ήταν δύο 10ήμερα συμβόλαια στους Χιούστον Ρόκετς το 2012.
Κι έτσι αθόρυβα όπως μπήκε στο κορυφαίο πρωτάθλημα του πλανήτη, το ίδιο αθόρυβα έβαλε τέλος στην καριέρα του.
Συνολικά έπαιξε σε 652 παιχνίδια κανονικής περιόδου στο ΝΒΑ σκοράροντας 8,9 πόντους κατά μέσο όρο, ενώ σε 15 αγώνες στα πλέι οφ σημείωνε ανά παιχνίδι 12,9 πόντους.