Ο Δημήτρης Ρήγας γράφει για την πρεμιέρα του Παναθηναϊκού στην Ευρωλίγκα και την οριακή ήττα από τη Ρεάλ Μαδρίτης στο ΟΑΚΑ.
Υπάρχουν μόνο δύο «δρόμοι» μετά το πρώτο παιχνίδι των «πράσινων» στην καινούρια Ευρωλίγκα. Ο ένας «δρόμος» είναι αυτός των «συγχαρητηρίων» για την αξιέπαινη προσπάθεια κόντρα στην περσινή φιναλίστ. Ο δεύτερος είναι αυτός της αντιμετώπισης της πραγματικής κατάστασης και του πραγματικού τωρινού στάτους του «τριφυλλιού». Εμείς θα προτιμήσουμε τον δεύτερο.
Δεν χωράει αμφιβολία ότι η ομάδα του Ντέγιαν Ράντονιτς πάλεψε με όπλο της την αμυντική προσήλωση. Η εικόνα της μπασκετικά δεν ήταν καλή -στο μπροστινό μέρος του παρκέ-, όμως οι παίκτες ήταν όλοι -ή σχεδόν όλοι- έτοιμοι να βάλουν τα κορμιά τους στη «φωτιά» για να καλύψουν τα μειονεκτήματα σε σχέση με τη «Βασίλισσα».
Ωστόσο υπάρχει μία αλήθεια η οποία δεν αμφισβητείται από κανέναν. Στο σύγχρονο μπάσκετ είναι αδύνατο μία ομάδα να στηρίζεται αποκλειστικά στην άμυνά της. Αν αυτός είναι ο στόχος του Σέρβου προπονητή της ελληνικής ομάδας και του τεχνικού διευθυντή Αργύρη Πεδουλάκη, τότε δεν υπάρχει αμφιβολία ότι δεν θα πετύχει το πλάνο.
Αν ακόμα μέχρι το 2013 η τακτική του «Άρτζι» απέδωσε, με τον Παναθηναϊκό να κατακτά το -μάγκικο- νταμπλ στην Ελλάδα και να φτάνει -με άλλο σύστημα διεξαγωγής βέβαια- στα προημιτελικά της Ευρωλίγκας, δέκα χρόνια μετά είναι πλέον οριστικά και αμετάκλητα ξεπερασμένο αυτό το στιλ. Αποδείχθηκε άλλωστε και στις δύο επόμενες θητείες του έμπειρου τεχνικού διευθυντή οι οποίες ήταν πλήρως αποτυχημένες.
Πάμε όμως πίσω στο χθεσινοβραδινό (6/10) παιχνίδι. Οι «πράσινοι»... έδειραν μπασκετικά τη Ρεάλ όπως έπρεπε να κάνουν για να ματσάρουν την έλλειψη ποιότητας σε σχέση με τους πανίσχυρους Ισπανούς. Ωστόσο πλήρωσαν το γεγονός ότι δεν διαθέτουν επαρκή αριθμό σουτέρ στο έμψυχο δυναμικό τους, την αστοχία στις βολές (αδιανόητο το 11/21 για εντός έδρας ματς) και την κακή κατάσταση στην οποία βρίσκονται ο Μάριους Γκριγκόνις και ο Γιώργος Παπαγιάννης. Κι αν για τον δεύτερο ο Αρτούρας Γκουντάιτις βγήκε μπροστά -δεν υπάρχει αμφιβολία για την ποιότητα του Λιθουανού σέντερ-, το κενό του πρώτου δεν καλύπτεται.
Εδώ μία σημαντική υποσημείωση για τον Γκριγκόνις. Ο πρώην παίκτης της ΤΣΣΚΑ, της Ζαλγκίρις της Άλμπα κι άλλων ομάδων, αποτελεί τον ΟΡΙΣΜΟ του παίκτη ομάδας ο οποίος θα βγει κυρίως μέσα από τα σκριν να εκτελέσει. Γενικότερα θα... τραβήξει όταν και η ομάδα του λειτουργεί υποδειγματικά. Οπότε σίγουρα θα ανέβουν με τον καιρό τα ποσοστά του, αλλά για να φτάσει στο επίπεδο του 50-40-90 (ποσοστά % σε δίποντα, τρίποντα και βολές), θα πρέπει να υπάρχει και κάποιο σύστημα για εκείνον και όχι απλώς να προσπαθεί ο ίδιος να δημιουργήσει για τον εαυτό του.
Εν κατακλείδι ο Παναθηναϊκός υπερτερεί σε σχέση με πέρσι -δίχως αμφιβολία κι όπως κι αν αποδώσουν- στη θέση του πόιντ γκαρντ. Παρά τις υπερβολές του Πάρις Λι, ο Αμερικανός και ο συμπατριώτης του Νέιτ Ουόλτερς είναι κανονικοί «άσοι». Έχει μεγάλο θέμα στους πλάγιους όπου απουσιάζει ο κλασικός σουτέρ -πλην Γκριγκόνις ο οποίος έως τώρα περνάει πολύ χρόνο με την μπάλα στα χέρια- και στο «4» ο Ντέρικ Ουίλιαμς είναι ιδανικός, αρκεί να πλαισιωθεί κι από το περιβόητο «τεσσάρι» που αναζητείται εδώ και μήνες. Και στο «5» -αν και λείπει μία τρίτη λύση-, το «τριφύλλι» είναι σωστά «χτισμένο» με τον Γκουντάιτις να συμπληρώνει τον Παπαγιάννη, έστω κι αν το τελευταίος απέχει ακόμα πολύ από την καλή κατάσταση στην οποία βρισκόταν πέρσι.
Αυτό το μάθημα που οφείλει να πάρει όμως η ελληνική ομάδα είναι ότι μόνο με άμυνα εν έτει 2022 δεν υπάρχει μεγάλο περιθώριο για αισιοδοξία.
ΥΓ: Το συγκεκριμένο άρθρο εκτός από τον αγώνα με τη Ρεάλ είναι προφανές ότι αφορά και το γενικότερο συμπέρασμα από τις κινήσεις και τις πρώτες... παραστάσεις του Παναθηναϊκού. Από το επόμενο παιχνίδι Ευρωλίγκας τα σημειώματα θα αφορούν αποκλειστικά τους αγώνες.