O assistant coach της λιθουανικής Ρίτας, Γιώργος Δέδας, μίλησε στο EOK WebRadio για την κατάκτηση του πρωταθλήματος απέναντι στη Ζαλγκίρις αλλά και για τον πρώην παίκτη του Παναθηναϊκού, Μάρκους Φόστερ. Μεταξύ άλλων, είπε:
Για την κατάκτηση του πρωταθλήματος Λιθουανίας απέναντι στη Ζάλγκιρις: «Πριν 2 χρόνια που πήραμε πάλι το πρωτάθλημα δεν είχαμε παίξει με τη Ζάλγκιρις στους τελικούς, μιας και είχε αποκλειστεί στα ημιτελικά. Υπήρχε και τότε μια χαρά, απλά όταν είναι αντίπαλός σου η Ζάλγκιρις νιώθεις πιο σημαντική την επιτυχία. Το βλέπεις και στον κόσμο, πώς αντιδρούν, στα media, στους φιλάθλους. Είναι ένα αίσθημα που δε μπορείς να το περιγράψεις με λόγια, γιατί κερδίζεις μια ομάδα που είναι σε ψηλότερο επίπεδο από εσένα, μια ομάδα Ευρωλίγκας και, μάλιστα, με μειονέκτημα έδρας και παίζοντας τελευταίο ματς με 10 χιλιάδες κόσμο στο γήπεδο σου, κάτι που για μια ομάδα σαν τη Ρίτας είναι τρομερό επίτευγμα».
Για την προετοιμασία τους ενόψει των τελικών: «Έχοντας απέναντί σου έναν κόουτς σαν τον Τρινκέρι, που είναι κόουτς Ευρωλίγκας και εγνωσμένης αξίας, έχεις μια παραπάνω πρόκληση στο να μπορέσεις να εμφανίσεις την ομάδα σου όσο το δυνατόν πιο έτοιμη μέσα στη σειρά. Η προετοιμασία δεν είχε τρομερή λεπτομέρεια, κάτι διαφορετικό από αυτό που κάνουμε, είχαμε την ίδια προετοιμασία. Προφανώς η Ζάλγκρις έχει περσότερους παίκτες να σκεφτείς και να αντιμετωπίσεις απ’ ό,τι η Γουλβς την οποία αντιμετωπίσαμε στον ημιτελικό. Σε αυτό δώσαμε παραπάνω βάση, πώς θα σταματήσουμε πιο πολλούς παίκτες απ’ την αντίπαλη ομάδα».
Για το ντέρμπι ανάμεσα σε Ρίτας και Ζάλγκιρις: «Είναι το λιθουανικό “clasico”. Υπάρχει αντιπαλότητα, αλλά μέσα στο γήπεδο. Είναι μεγάλα ματς. Και στην έδρα της Ζάλγκιρις γεμίζει το γήπεδο και στη δική μας. Το καλό είναι ότι υπάρχουν φίλαθλοι και των δύο ομάδων μες στο γήπεδο, διάσπαρτοι και οργανωμένοι και υπάρχει μια υγιής αντιπαλότητα. Πλέον το ζω πολλά χρόνια. Είναι κάτι που ίσως… ξενίζει στην υπόλοιπη Ευρώπη. Δε μπορώ να φανταστώ άλλη χώρα που μπορούν φίλαθλοι σε τέτοιου είδους ντέρμπι να μπορούν να κάτσουν μαζί. Υγιής αντιπαλότητα εντός του αγωνιστικού χώρου, χωρίς ίντριγκες έξω από αυτό, οπότε αυτό είναι όντως κάτι πολύ σημαντικό και γλυτώνουμε πολλή ενέργεια σαν προπονητές, σαν ομάδες, σαν οργανισμοί απ’ όλο αυτό το κομμάτι».
Για τη Ρίτας: «Έχει ξεκινήσει ήδη να γίνεται ένα καινούργιο γήπεδο, το οποίο θα ανήκει σε εμάς. Αυτό στο οποίο παίζουμε δεν είναι δικό μας, απλά το χρησιμοποιούμε. Έχουμε και την “Jeep Arena”, ένα μικρό γήπεδο στο οποίο δε θέλουμε να παίζουμε τα ντέρμπι και τα μεγάλα ματς, γιατί είναι 2 χιλιάδων θέσεων. Ο δήμαρχος είναι φίλος της Ρίτας, οπότε βοηθάει πολύ σε οτιδήποτε χρειαστούμε. Αυτό που θέλει να κάνει και κάνει η ομάδα είναι ότι τα τελευταία χρόνια έχουμε δημιουργήσει μια κουλτούρα και μια μορφή οικογένειας μες στη ομάδα, με τους φιλάθλους, με τα παιδιά στο γραφείο. Η ομάδα πάει καλά στη Λιθουανία, θα μπορούσαμε λίγο καλύτερα και στην Ευρώπη, λίγο παραπάνω απ’ το top-16. Παλιά η Ρίτας ήταν μια ομάδα που άλλαζε ιδιοκτήτες, παίκτες, προπονητές, γινόταν ένας κακός χαμός, αλλά αυτό έχει αλλάξει. Πλέον έχει βρει έναν τρόπο λειτουργίας που είναι πολύ καλός, έχει το οικογενειακό κλίμα. Η ομάδα θέλει να δημιουργήσει καινούργια γενιά φιλάθλων, γιατί κερδίζοντας πρωταθλήματα πρόπερσι και φέτος τα μικρά παιδιά βλέπουν τη Ρίτας να είναι η κορυφαία ομάδα στη Λιθουανία από άποψη αποτελέσματος».
Για τον πρώην παίκτη του Παναθηναϊκού και νυν της Ρίτας, Μάρκους Φόστερ: «Πρώτα απ’ όλα, το παιδί είναι εκπληκτικό. Το ταλέντο προφανώς το έχει, έβαλε σε μια ομάδα Ευρωλίγκας 33 πόντους στον 4ο τελικό. Ο Μάρκους πιστεύω ότι το πήρε προσωπικά από πέρυσι, όπου στο τελευταίο game 5 έκανε ένα κρίσιμο λάθος στο τελευταίο λεπτό και ένιωσε ότι απογοήτευσε την ομάδα και τον εαυτό του, έκλαιγε μετά το ματς. Το θυμάμαι σαν χθες. Φέτος είχε ήδη συμφωνήσει να πάει στη Κίνα και κάποια στιγμή μες στη χρονιά μου έστειλε ένα μήνυμα και μου είπε ότι υπάρχει περίπτωση να φύγει απ’ την Κίνα. Μιλήσαμε με την ομάδα, προσπαθήσαμε να τον εντάξουμε πάλι. Στην αρχή πήρε λίγο χρόνο να ξαναβρούμε τους ρόλους μας, αλλά όταν τους βρήκαμε η ομάδα στο τέλος έπαιξε πολύ καλά, με τον Μάρκους να είναι MVP των τελικών».
Για το μπάσκετ στη ζωή των Λιθουανών: «Είναι το άθλημα που αγαπούν περισσότερο απ’ όλα τα αθλήματα και το δείχνουν. Είναι η Ζάλγκιρις που βρίσκεται στην Ευρωλίγκα, είμαστε εμείς η δεύτερη δυναμικότητας ομάδα στο BCL, αλλά και οι υπόλοιπες ομάδες έχουν κόσμο, έχουν γήπεδα ωραία, ασχολείται ο κόσμος».
Για το promotion των ομάδων μέσω των social media: «Εμείς έχουμε 5 άτομα στα social media, όπου ο καθένας κάνει το κομμάτι του πριν, μετά και κατά τη διάρκεια. Επειδή οι φίλαθλοι πλέον με την τεχνολογία και τα social media θέλουν να νιώθουν κομμάτι της εκάστοτε ομάδας, ακολουθούν, έρχεται περισσότερος κόσμος στο γήπεδο, αγοράζουν τα προϊόντα της ομάδας. Φέτος κάναμε ρεκόρ στη μπουτίκ, είχαμε ένα απίστευτο νούμερο σε μπλουζάκια και όλα αυτά. Μάλιστα, μας τελείωσαν τα μπλουζάκια, δε μπορούμε να πάρουμε ούτε για εμάς, πρέπει να παραγγείλουμε άλλα. Οπότε είναι σημαντικό, δίνουν βάση και επενδύουν σε αυτό το κομμάτι οι ομάδες. Σίγουρα η δική μας».
Για το αν οι λιθουανικές ομάδες επενδύουν σε νεαρά παιδιά: «Είναι πολλές οι ομάδες που δίνουν χρόνο και χώρο σε νεαρούς, ξένους και Λιθουανούς. Για παράδειγμα, βγήκε MVP του πρωταθλήματος ένα παιδί που είναι 23 χρονών και παίζει στην ομάδα του κόουτς Βόβορα, τη Νεπτούνας. Τον ξέρουμε γιατί ανήκει σε εμάς, ήταν δανεικός στη Νεπτούνας, ο Αζουόλας Τουμπέλις που ήρθε απ’ το Arizona University. Έπαιξε ένα παιδί 23 χρονών σε μια ομάδα και βγήκε MVP της λίγκας. Έχει συμβόλαιο με εμάς, αλλά υπάρχει ενδιαφέρον από άλλες ομάδες. Αυτήν τη στιγμή δεν έχουμε σκεφτεί τι θα γίνει του χρόνου. Αυτή είναι έμμεσα η απάντηση ότι πολλές ομάδες δίνουν βάση και χώρο σε νέα παιδιά. Έχει και πολλά ματς η λιθουανική λίγκα, έχει 33 αγώνες στην κανονική περίοδο και ματς Κυπέλλου, που για κάποιες ομάδες μπορεί να είναι 10 μες στη χρονιά. Έχουν πολλά ματς να βελτιωθούν και να παίξουν οι νεαροί παίκτες».