Ενας επαγγελματίας προποντής μπάσκετ, σε επίπεδο Ευρωλίγκας μάλιστα, στο μυαλό πολλών θα έχει μια ζωή... μόνο μπάσκετ. Ο Ζοάν Πλάθα, ο προπονητής της Μάλαγας ξεφεύγει από τον μέσο όρο. Με προϊστορία σε ένα τελείως ιδαίτερο επάγγελμα, με συγγραφικό έργο, με πολλά ενδιαφέροντα, στην πρόσφατη επίσκεψη της Μάλαγας στην Τουρκία μίλησε στον συνεργάτη του basketa.gr στην Κωνσταντινούπολη Θεόφιλο Φρέρη και είχε πολλά ενδιαφέροντα να πει.
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΣΤΟΝ ΘΕΟΦΙΛΟ ΦΡΕΡΗ
Η Μάλαγα επιστρέφει φετος στην Ευρωλίγκα μετά από απουσία ενός έτους. Ποιες είναι οι φιλοδοξίες για τη φετινή χρονιά στην Ευρωλίγκα;
«Η αλήθεια είναι ότι στην αρχή δεν κάναμε καλά παιχνίδια. Νικήσαμε στην πρεμιέρα την πρωταθλήτρια Ευρώπης Φενέρμπαχτσε, αλλά μετά κανάμε τρεις συνεχόμενες ήττες. Ειδικά αυτή από τη Βαλένθια ήταν πολύ βαριά, αλλά πρέπει να πω ότι περιμέναμε από τον αντίπαλό μας να παίξει τόσο δυνατά. Είναι η ομάδα, την οποία νικήσαμε πέρυσι στους τελικούς του EuroCup και μάλιστα μέσα στο γήπεδό της και πήραμε το τρόπαιο.
Είδαμε πέρυσι ομάδες όπως η Μακάμπι, η Μπαρτσελόνα, η Ζαλγκίρις και ο Ερυθρός Αστέρας να μην προκρίνονται στα πλέι οφ της Ευρωλίγκα. Οπότε καταλαβαίνουμε πλήρως ότι πρόκειται για μία πολύ δύσκολη διοργάνωση. Εμείς αυτό που θέλουμε για φέτος είναι στο τέλος της σεζόν να είμαστε στην καλύτερη δυνατή κατάσταση και στην κατάλληλη θέση για να διεκδικήσουμε ό,τι μας αναλογεί».
Αναλάβατε τη Μάλαγα στην επιστροφή σας στην Ισπανία από τη Ζαλγκίρις Κάουνας το 2013. Πλέον βρίσκεστε στον πέμπτο χρόνο παρουσίας σας στην ομάδα. Τι έχετε βρει στο σύλλογο και σας κρατάει τόσα χρόνια στην Ανδαλουσία;
«Όταν δώσαμε τα χέρια με τη διοίκηση της ομάδας πριν από πέντε χρόνια, τα πράγματα ήταν πολύ διαφορετικά. Η Μάλαγα δεν είχε σχεδόν κανέναν Ισπανό παίκτη, δεν υπήρχαν παιδιά από την πόλη που να παίζουν στην ομάδα. Ακόμα και οι οπαδοί μας δεν έρχονταν στο γήπεδο, λες και μας είχαν ξεχάσει.
Αυτό ήταν κάτι που το αλλάξαμε σιγά-σιγά. Από την πρώτη στιγμή προσπαθήσαμε να περάσουμε μία φιλοσοφία σκληρής δουλειάς και ενός τρόπου παιχνιδιού που δε θα μας ένοιαζε τι κάνει η αντίπαλη ομάδα, αλλά το τι θέλουμε να κάνουμε εμείς στο παρκέ.
Επίσης δώσαμε βάση σε παίκτες που θα μπορούσαν να υποστηρίξουν αυτό το μοντέλο, όπως ο Ντομάντας Σαμπόνις που πλέον παίζει στο ΝΒΑ. Αναζητήσαμε παίκτες που μέσα από το σύστημά μας θα μπορέσουν να βελτιωθούν και μετά, λογικό είναι, θα «άνοιγαν τα φτερά τους» και θα έφευγαν. Θεωρώ ότι αυτό το έχουμε καταφέρει σε καλό βαθμό.
Παίκτες όπως ο Σαμπόνις, ο Ντράγκιτς, ο Κουζμίνσκας, ο Γκρέιντζερ, ο Γουίλ Τόμας ήταν πάνω από όλα, αυτό που λέμε, «παίκτες του προπονητή» και μπόρεσαν να δουν την παρουσία τους μαζί ως μία πρόκληση και να προοδεύσουν».
Η φυλακή με βοήθησε
Υπήρξε μία μεγάλη περίοδος της ζωής σας που εργαστήκατε ως σωφρονιστικός υπάλληλος. Πώς προέκυψε αυτό;
«Προέρχομαι από μία οικογένεια με έξι παιδιά. Με τους γονείς μας μέναμε σε ένα διαμέρισμα 70 τετραγωνικών στο κέντρο της Βαρκελώνης και το κύριο εισόδημά μας προερχόνταν από ένα μαγαζί με ελαστικά αυτοκινητών που διατηρήσουν οι γονείς μου. Όμως, ένα μεγαλύτερο μαγαζί με ελαστικά αυτοκινήτων άνοιξε κοντά σε εμάς και αναγκαστήκαμε να κλείσουμε το δικό μας.
Υπό αυτές τις συνθήκες έπρεπε να βγουμε όλοι στην αγορά εργασίας και δεν υπήρχε πια τρόπος και χρόνος να ψάξουμε για την ιδανική δουλειά. Έτσι κι εγώ έκανα μία αίτηση για να προσληφθώ ως σωφρονιστικός υπάλληλος. Πρέπει να ξέρετε ότι οι αιτήσεις για μία θέση στις φυλακές είναι χιλιάδες στην Ισπανία. Οπότε ούτε εγώ περίμενα ότι θα με προσλάμβαναν. Συνολικά εργάστηκα ως σωφρονιστικός υπάλληλος για 14 χρόνια και πέρασα από γυναικείες φυλακές, από φυλακές ανηλικών, καθώς και από ανδρικές φυλακές. Μάλιστα, το συγκεκριμένο σωφρονιστικό κατάστημα των ανδρών όπου μετατέθηκα, θεωρείται από τα πιο δύσκολα στην Ισπανία.
Κάθε χρόνο επιστρέφω -έστω και για μία φορα- στις φυλακές και κάθομαι και τρώω με τους παλιούς μου «συμπαίκτες» όπως τους αποκαλώ».
Υπάρχουν κοινά στοιχεία ανάμεσα στο επάγγελμα του προπονητή μπάσκετ και σε αυτό του δεσμοφύλακα;
«Ακόμα κι όταν δούλευα ως σωφρονιστικός υπάλληλος, δεν σταμάτησα ποτέ να ασχολούμαι με το μπάσκετ. Το πρωί δούλευα στις φυλακές και το απόγευμα επέστρεφα στα γήπεδα του μπάσκετ. Φαντάσου ότι ως προπονητής δουλεύω από το 1970.
Όμως είναι αλήθεια ότι η εμπειρία μου στις φυλακές με βοήθησε σημαντικά σε διάφορους τομείς.
Πρώτα απ’ όλα ξεκινάς να πιστεύεις στις δεύτερες ευκαιρίες στους ανθρώπους. Ο καθένας από αυτούς, που βρίσκονται πίσω από τα κάγκελα, οδηγήθηκε εκεί για διαφορετικές αιτίες. Κάποιοι για παράδειγμα έκαναν ό,τι έκαναν για οικογενειακούς λόγους. Κάποιοι άλλοι είχαν άλλους λόγους για τις πράξεις τους. Αυτό, όμως, που έχει σημασία να έχεις πάντα στο μυαλό είναι ότι δεν υπάρχει κανείς που να μη δικαιούται μία δεύτερη ευκαιρία στη ζωή όποιοι κι αν ήταν οι λόγοι που τον οδήγησαν στη φυλακή.
Επίσης έμαθα να είμαι πάντα ήρεμος και να μην χάνω την ψυχραιμία μου. Κάτι που με έχει βοήθησει και στην καριέρα μου στο μπάσκετ. Μετά από 14 χρόνια στις φυλακές, ακόμα κι αν η ομάδα χάσει τρία παιχνίδια στη σειρά ξέρω ότι δεν ήρθε το τέλος του κόσμου. Έχω πάντα στο μυαλό μου ότι υπάρχουν και χειρότερα που μπορούν να σου συμβούν στη ζωή. Κι αυτό προσπαθώ να το περάσω στους παίκτες μου».
Βιβλιοφάγος και... βιβλιογράφος
Υπήρξατε ο πρώτος Καταλανός προπονητής μπάσκετ που κάθισε στον πάγκο της Ρεάλ Μαδρίτης. Αυτή την περίοδο οι σχέσεις της Καταλονίας με την ισπανική κυβέρνηση βρίσκονται σε κρίση. Θέλετε να κάνετε ένα σχόλιο για τα όσα έγιναν τον τελευταίο καιρό στη Βαρκελώνη; Είναι πράγματι τόσο δύσκολη η κατάσταση όσο την παρακολουθούμε εμείς από την τηλεόραση;
«Προτιμώ να μη μιλάω πολιτική. Δε μου αρέσει καθόλου όταν βλέπω διάφορους πολιτικούς να μιλούν για αθλητισμό χωρίς να έχουν ιδέα για τι μιλούν. Οπότε προτιμώ να μην κάνω κι εγώ το ίδιο.
Θα σου πω, όμως, κάτι. Έχω ζήσει σε διάφορες πόλεις της Ισπανίας και ποτέ δεν είχα κανένα πρόβλημα. Έχω ζήσει στη Βαρκελώνη και όλα ήταν ωραία. Εχω ζήσει στη Μαδρίτη για πολλά χρόνια και όλοι μου φέρθηκαν τέλεια. Το ίδιο συνέβη και στη Σεβίλλη και παντού.
Για εμένα η Βαρκελώνη είναι το ωραιότερο μέρος που έχω πάει ποτέ και είναι αλήθεια ότι οι άνθρωποι εκεί είναι λίγο διαφορετικοί διότι έχουν τη δική τους γλώσσα, τη δική τους ιστορία. Όμως ξέρω πολλούς ανθρώπους που ζουν εκεί, αλλά δεν είναι Καταλανοί. Κι αυτοί δεν αντιμετώπισαν ποτέ κανένα πρόβλημα στη Βαρκελώνη. Μηδέν πρόβλημα. Όπως σου το λέω, μηδέν πρόβλημα».
Και κάτι τελευταίο. Ποιος είναι καλύτερος; Ο προπονητής Πλάθα ή ο συγγραφέας Πλάθα;
«Είναι αλήθεια ότι έχω γράψει δύο βίβλια, τα οποία πήγαν πολύ καλά στην Ισπανία, αλλά και στη Λιθουανία όπου δούλεψα για ένα χρόνο στη Ζαλγκίρις. Δεν έχω πολύ χρόνο για να γράψω κι αυτό είναι κάτι που δεν αρέσει πολύ στον εκδοτικό μου οίκο, γιατί ο μόνος χρόνος που βρίσκω για να γράψω είναι το βράδυ. Οπότε τους δίνω ένα νέο βιβλίο περίπου κάθε 5-6 χρόνια. Με σιγουριά, πάντως, μπορώ να πω ότι δεν είμαι ο καλύτερος συγγραφέας στον κόσμο.
Ομως, το γράψιμο με έχει βοηθήσει πολύ στο να βελτιώσω τον τρόπο επικοινωνίας μου με τους παίκτες μου. Δεν πιστεύω ότι ένας παίκτης πρέπει να κάνει αυτό που του λέω απλά και μόνο επειδή εγώ είμαι ο προπονητής του. Θέλω να του κάνω κατανοητό το γιατί πρεπει να το κάνει. Και γι’ αυτό μου αρέσει να γράφω και να διαβάζω. Σε κάθε ταξίδι που κάνουμε διαβάζω και ένα καινούριο βιβλίο».