Ο Τάι Νίκολς αποτελεί την 5η φετινή μεταγραφή του Περιστερίου για τη νέα σεζόν, με την ομάδα των δυτικών προαστίων, ωστόσο, να μη βάζει στη φαρέτρα της απλά έναν παίκτη μπάσκετ.
Ο 29χρονος γκαρντ έχει ένα «πλούσιο» βιογραφικό με συμμετοχή σε 8 διαφορετικές ευρωπαϊκές ομάδες και, μάλιστα, οι τρεις τελευταίες μέσα σε μόλις μία σεζόν! Παρ’ όλα αυτά, ο δρόμος στα παιδικά χρόνια του νέου αθλητή του Περιστερίου δεν ήταν στρωμένος με… ροδοπέταλα. Το ακριβώς αντίθετο.
Ο Τάι ήταν το νεότερο παιδί μιας οικογένειας 8 αδερφιών, 6 αγοριών και 2 κοριτσιών. Το 2000 βρισκόταν μόλις στο 4ο έτος της ζωής του, όντας ένα μικρό παιδί που δεν καταλάβαινε πολλά γύρω του. Ωστόσο, εκείνη τη χρονιά ήρθε και η στιγμή που θα άλλαζε σε εκείνον και την οικογένειά του μια και καλή τη ζωή τους.
Τότε που ο πατέρας της οικογένειας, Τομ Νίκολς, περπατούσε αργά το βράδυ στην οδό Μπόστον της περιοχής Σπρίνγκφιλντ, αλλά δε γύρισε ποτέ πίσω. Ένας μεθυσμένος οδηγός έχασε τον έλεγχο και έπεσε με φόρα πάνω του, παρασέρνοντας τον. Αμέσως ειδοποιήθηκε η σύζυγός του και μητέρα της οικογένειας, Σίντι Φέργκιουσον, και οδηγήθηκαν όλοι μαζί προς το νοσοκομείο. Ο Τομ έμεινε για 3 χρόνια σε κώμα, φεύγοντας από τη ζωή το 2003, όταν ο Τάι ήταν 7 χρονών.
Ο ίδιος δε θυμάται σχεδόν τίποτα από το συμβάν. Θυμάται, μάλιστα, ελάχιστα πράγματα γενικά από τον πατέρα του, τον οποίον ουσιαστικά δεν πρόλαβε να γνωρίσει, παρά μόνο όσα έχει ακούσει από συγγενείς και γνωστούς, όπου πάντα μιλούσαν για τον Τομ με ανέκδοτα και ιστορίες για τη ζωή του. Αυτός ήταν ο μόνος τρόπος για τον Τάι να γνωρίζει πράγματα για τον πατέρα του, μαθαίνοντας πια από πολύ μικρή ηλικία να ζει δίχως τον έναν από τους δύο γονείς του. Παρ’ όλα αυτά, με όλα όσα του είχαν διηγηθεί για τον Τομ, είχε διαμορφώσει πλέον την άποψή του για εκείνον: «Ήταν ένας σπουδαίος πατέρας, κατά τη γνώμη μου».
Με τη Σίντι πλέον να έχει να αντιμετωπίσει έναν Γολγοθά μπροστά της, ώστε να μεγαλώσει, μόνη της πια, όσο το δυνατόν καλύτερα τα 8 νεαρά παιδιά της, οι αναμνήσεις του Τάι από την παιδική του ηλικία δεν ήταν και οι καλύτερες. Νύχτες σε καταφύγια αστέγων ή σε μοτέλ, καθώς και κλήσεις της μητέρας του σε συγγενείς, φίλους και γνωστούς για να προσφέρουν στέγη στην οικογένειά, ήταν αρκετά από αυτά που έχει να θυμάται. Όλα αυτά, όμως, χωρίς ποτέ να μείνουν στον δρόμο, καταφέρνοντας εκείνη πάντα να βρίσκει λύσεις και να κρατάει τα παιδιά της ενωμένα. Η περιγραφή του Τάι μερικά χρόνια αργότερα σχετικά με τη μητέρα του αντικατοπτρίζει πλήρως τις θυσίες της: «Δεν ξέρω πώς τα κατάφερνε. Είναι μαγική. Είναι το αγαπημένο μου άτομο σε ολόκληρο τον κόσμο. Δε θα την άλλαζα ποτέ με άλλη μαμά».
Με τα χρόνια να περνούν, η Σίντι δούλευε ολόκληρη τη μέρα για να αποκτάει τα προς το ζην και καθώς μεγάλωναν τα παιδιά της βοηθούσαν και αυτά. Μάλιστα, ποτέ κανένα από τα παιδιά δεν ακολούθησαν το κομμάτι του δρόμου για να φέρουν κάποια έσοδα σπίτι, καθώς, με τις ηλικιακές διαφορές των παιδιών να είναι υπαρκτές, οι μεγαλύτεροι βοηθούσαν στη φροντίδα των μικρότερων. Κάπως έτσι, οι συνθήκες διαβίωσης ολοένα και βελτιώνονταν, με τη Σίντι να περνάει ένα ξεκάθαρο μήνυμα στον Τάι, ως τον μικρότερο της οικογένειας, ότι δε χρειάζεται ποτέ να πιεστεί και να βγει στους δρόμους. Έτσι και έπραξε εκείνος, ο οποίος, όπως έχει τονίσει, είχε εικόνες από ανθρώπους που ζητιάνευαν και δε θα ήθελε ποτέ να γίνει έτσι. Δεν το ανέφερε μειονεκτικά, αλλά γιατί δεν ήθελε να νιώσει… αποτυχημένος: «Βλέποντας τη μαμά μου να εργάζεται σκληρά, δε θα ήθελα να αποτύχω. Δούλεψε σκληρά για να με φτάσει σε αυτό το σημείο, και δεν πρόκειται να αποτύχω απλώς απέναντί της, αφού αφιέρωσε όλο της τον χρόνο και όλη της την προσπάθεια σ’ εμένα. Πρέπει να το ανταποδώσω αυτό. Δεν έχω βγει ποτέ στους δρόμους, δε θα μπορούσα να το κάνω».
Ο Τάι μεγάλωσε σε μια επικίνδυνη περιοχή, με τη βία και τα ναρκωτικά να βρίσκονται παντού, ωστόσο ο ίδιος είχε μια συγκεκριμένη φιλοσοφία στο μυαλό του: αυτή της θετικής πλευράς και ενέργειας. Όπως ο ίδιος έχει πει χαρακτηριστικά, «το να μεγαλώνεις χωρίς πατέρα είναι πολύ δύσκολο», ωστόσο τα αδέρφια του και κυρίως ο Μαρκ προσπαθούσαν πάντα να τον κρατούν προσηλωμένο στο μπάσκετ και την προσπάθειά του να επιτύχει στο συγκεκριμένο άθλημα. Ακόμη κι αν στην κορυφή της πυραμίδας των ονείρων του δε βρισκόταν σε μεγάλο βαθμό μια σπουδαία μπασκετική καριέρα, αλλά η αθλητική δημοσιογραφία και η προπονητική υψηλού επιπέδου. Φυσικά, τη μεγαλύτερη υποστήριξη την είχε από τη μητέρα του, η οποία πάντα φρόντιζε να του τονίζει ότι μπορεί να κυριαρχήσει παντού και να του υπενθυμίζει σε κάθε ευκαιρία τις δυσκολίες που έφερναν εις πέρας όλα τα χρόνια που βρισκόταν σε μικρή ηλικία. Εκείνη, εκείνος και τα αδέρφια του. Μαζί.
Ο Τάι είχε κάθε τι που χρειάζεται για να ξεχωρίσει μπασκετικά ένα παιδί λυκείου και μετέπειτα κολεγίου. Είχε αυτοπεποίθηση, σιγουριά στον εαυτό του και τα χαρακτηριστικά του ήταν τα ιδανικά θεμέλια για να ξεκινήσει την πορεία του στο άθλημα: λεπτός, με μεγάλο άνοιγμα χεριών και σημαντική αθλητικότητα και ευελιξία.
Στον αθλητικό τομέα, ο Τάι Νίκολς δεν ξεκίνησε από το μπάσκετ, αλλά από το αμερικανικό ποδόσφαιρο, ως running back. Το μπάσκετ μπήκε στη ζωή του αργότερα, στην πέμπτη δημοτικού, αγωνιζόμενος σε μια ομάδα που ονομαζόταν Rick’s Five. Εκεί συνειδητοποίησε ότι είναι καλός σε πράγματα που άλλοι δε μπορούσαν να κάνουν. Παρ’ ότι το 2015 δήλωνε πως «Μέχρι σήμερα, νομίζω ότι είμαι καλύτερος στο αμερικανικό ποδόσφαιρο», ο ίδιος είχε μεγάλη μπασκετική επιτυχία στα παιδικά του χρόνια, με κορυφαίο γεγονός το ότι αναδείχθηκε ο κορυφαίος παίκτης στο πολιτειακό πρωτάθλημα λυκείων της Δυτικής Μασαχουσέτης (κατέκτησε το βραβείο John "Honey" Lahovich). Αρχικά, η πετυχημένη παρουσία του στο λύκειο του Τσικόπι Κομπ, στο οποίο γνώρισε έναν αχώριστο φίλο του εν ονόματι Τζον Γκαρσία, συνθέτοντας ένα από τα κορυφαία δίδυμα στην ιστορία του μπάσκετ της Δυτικής Μασαχουσέτης! Στη συνέχεια η μεταγραφή του στην Ακαδημία Πάτναμ, εκεί όπου και το 2013 και το 2014 στέφθηκαν πρωταθλητές όντες αήττητοι! Ακόμη κι αν ο Τάι ερχόταν από τον πάγκο, ο προπονητής του, Γουίλιαμ Σέπαρντ, τον αποθέωνε: «Έπαιζε εξίσου καλά ως βασικός, και οι ικανότητές του και η ευελιξία του, του επέτρεπαν να μαρκάρει με επιτυχία τον οποιονδήποτε. Το αποτέλεσμα ήταν ότι πήραμε ρεκόρ 25-0».
Αξίζει να σημειωθεί πως ο Νίκολς ήταν ένας από τους κορυφαίους στο σκοράρισμα, με μέσο όρο 16 πόντους ανά παιχνίδι, ενώ όποτε η ομάδα του χρειαζόταν σκορ, ο Τάι έπαιρνε την ευθύνη! Και ως αμυντικός τα επιτεύγματά του ήταν θετικά, παίζοντας κυρίως με το μυαλό και «διαβάζοντας» τι επρόκειτο να κάνει ο αντίπαλός του.
Την επόμενη σεζόν δεν κατάφεραν να κατακτήσουν το 3ο διαδοχικό πρωτάθλημα (είχαν, ωστόσο, «γράψει» ιστορία με την 3η σερί παρουσία τους στον τελικό του πολιτειακού πρωταθλήματος), χάνοντας στον τελικό απ’ το Καθόλικ Μεμόριαλ εξαιτίας μιας -ασυνήθιστα- κακής 4ης περιόδου. Παρ’ όλα αυτά, ο Σέπαρντ δε σταμάτησε ποτέ να πιστεύει στον Τάι: «Μπόρεσε να αγωνιστεί σε υψηλό επίπεδο φέτος. Ήταν ζωτικό κομμάτι αυτού που κάναμε. Πίστευε σε αυτό που κάναμε αμυντικά. Ήταν ένας εξαιρετικός μαθητής από τότε που ήρθε στην Πάτναμ. Ήταν υπέροχος, έδειξε ηγετικές ικανότητες και στο παρκέ και στην τάξη». Ακόμη και η μητέρα του, η οποία τα τελευταία χρόνια είχε ορθοποδήσει ως διαχειρίστρια υποθέσεων σε αστέγους και τα παιδιά της πλέον ήταν επιτυχημένα στους τομείς τους, δεν είχε χάσει παιχνίδι του γιου της στην Πάτναμ, λέγοντας μετά το τέλος του αγώνα: «Ήταν απογοητευμένος από τον εαυτό του, γιατί ως έμπειρος αρχηγός περίμενε περισσότερα από τον ίδιο. Είμαι η μεγαλύτερη θαυμάστρια του Τάι. Νομίζω ότι έπαιξε εξαιρετικά».
Την τετραετία 2015-19 αγωνίστηκε με το κολέγιο του Κιν Στέιτ, καταγράφοντας κι εκεί σημαντικούς αριθμούς. Την πρώτη του χρονιά, σε 30 αγώνες (20 στην αρχική πεντάδα) αρίθμησε 12.8 πόντους, 4 ριμπάουντ και 2.6 ασίστ, ενώ τη δεύτερη παρουσιάστηκε πιο… ανεβασμένος, μετρώντας 18.3 πόντους (36% τρίποντο), 5 ριμπάουντ, 4.8 ασίστ και 2.4 κλεψίματα σε 32 παιχνίδια (31 ως starter). Μάλιστα, στα 31 από τα 32 ματς ήταν διψήφιος, ενώ σκόραρε το νικητήριο τρίποντο απέναντι στο Άμχερστ για να προκριθεί το Κιν Στέιτ στον 2ο γύρο του NCAA Tournament. Την τρίτη σεζόν είχε ακόμη καλύτερα νούμερα: 20.6 πόντους, 6.4 ριμπάουντ, 5 ασίστ και 2.6 κλεψίματα στα 28 ματς που έπαιξε, όντας σε όλα διψήφιος. Η τελευταία χρονιά του ήταν η χρονιά της ανάδειξής του σε κορυφαίο. Αγωνίστηκε σε 28 αγώνες (27 ως starter) και σημείωσε 27.4 πόντους, 7.2 ριμπάουντ, 4.9 ασίστ και 2.6 κλεψίματα, «γράφοντας» με χρυσά γράμματα το όνομά του στην ιστορία του Κολεγίου, ως ο κορυφαίος σκόρερ του Κιν Στέιτ ever με 2.316 πόντους στο σύνολο!
Η επαγγελματική καριέρα του Νίκολς ξεκίνησε τον Σεπτέμβρη του 2019 στο Κόσοβο. Πρώτος σταθμός η Πριζρένι και στη συνέχεια ακολούθησε η Βελαζνίμι το 2021, όπου κάθισε μισή σεζόν και έκλεισε την αγωνιστική περίοδο ξανά στην Πριζρένι. Σε αυτά τα δύο χρόνια έφυγε από το Κόσοβο αριθμώντας 18.7 πόντους, 4.8 ριμπάουντ, 6.3 ασίστ και 1.8 κλεψίματα. Έπειτα ακολούθησε μία τριετία στην Τσεχία, όπου φόρεσε τη φανέλα των Ντέτσιν (2021-23) και Ούστι Ναντ Λαμπέμ (2023-24). Στα ίδια πλαίσια κι εκεί τα στατιστικά του, 18.3 πόντοι, 3.7 ριμπάουντ, 4.3 ασίστ και 2.5 κλεψίματα, ωστόσο αρκετά μέσα ενημέρωσης τον είχαν ανακηρύξει ως κορυφαίο παίκτη του πρωταθλήματος Τσεχίας την τελευταία σεζόν!
Η περασμένη χρονιά ήταν αρκετά ασταθής για τον 29χρονο Αμερικανό. Άλλαξε τρεις ομάδες, ξεκινώντας στο πρωτάθλημα Σλοβακίας και τελειώνοντας σε αυτό της Πολωνίας. Συγκεκριμένα, την αρχή την έκανε στη Λέβιτσε, εκεί όπου αγωνίστηκε σε μόλις 8 αγώνες στο σλοβάκικο πρωτάθλημα, ενώ πήρε την πρώτη του εμπειρία από τις ευρωπαϊκές διοργανώσεις. Δύο παιχνίδια για τα προκριματικά του BCL και άλλα έξι στο FIBA Europe Cup ήταν αρκετά για να… βγει στην επιφάνεια. Οι 20.6 πόντοι (44.4% τρίποντο), μαζί με τα 5.8 ριμπάουντ, τις 6.7 ασίστ και τα 3.2 κλεψίματα, τον τοποθέτησαν κατευθείαν στις λίστες πολλών ευρωπαϊκών ομάδων που έψαχναν για ενίσχυση στη χειμερινή περίοδο και μία από αυτές ήταν και η επόμενη ομάδα του, Όλντενμπουργκ. Εκεί ένιωσε για τα καλά τη σκληράδα του υψηλού επιπέδου και δε μπόρεσε ποτέ να βρει τον ρόλο του. Σε 7 αγώνες μέτρησε μόλις 4.4 πόντους και 2.3 ασίστ, έχοντας ξεκάθαρη μείωση χρόνου συμμετοχής από τα περίπου 30 της Σλοβακίας στα 11.3 κατά μέσο όρο ανά αγώνα. Τελικά, τον Ιανουάριο του 2025… καταστάλαξε στην Πολωνία για χάρη της Ζιελόνα Γκόρα, επιστρέφοντας στις καλές του επιδόσεις και τελειώνοντας τη σεζόν με 18.2 πόντους, 2.5 ριμπάουντ, 6.4 ασίστ και 1.8 κλεψίματα σε 12 παιχνίδια.
Πλέον, ο Τάι Νίκολς θα βρίσκεται στην Ελλάδα φορώντας τη φανέλα του Περιστερίου. Ο ίδιος γνωρίζει από πρώτο χέρι πώς να αντιμετωπίζει δυσκολίες και ότι το σημαντικότερο είναι να μην τα παρατάει. Κάπως έτσι, η ελληνική ομάδα προσθέτει στο ρόστερ της έναν πραγματικό μαχητή, έναν παίκτη με ηγετική φύση, η οποία «χτίστηκε» όλα τα χρόνια της πορεία του μέσω της σκέψης της μητέρας του. Έχοντας στο μυαλό του κάθε θυσία που έκανε εκείνη, κάθε «μάχη» που έδινε για τον ίδιον και τα αδέρφια του, γνωρίζει απόλυτα τι σημαίνει να δίνεις τα πάντα για το καλό του συνόλου και να παλεύεις για την επίτευξη των στόχων. Μπορεί πια η ζωή του ίδιου, των αδερφών του και της μητέρας του να έχουν πάρει τον δρόμο τους, ωστόσο ο ίδιος έχει βαθιά «χαραγμένες» στο μυαλό και την ψυχή του εικόνες που τον έχουν βοηθήσει να δημιουργήσει τον μπασκετικό χαρακτήρα που διαθέτει. Και πλέον έρχεται στη χώρα μας με έναν και μοναδικό στόχο: να αποδείξει ότι αξίζει να βρίσκεται στο υψηλό επίπεδο.