Ενας διαφορετικός Γιώργος Μπαρτζώκας, τουλάχσιτον για αυτούς που έχουν μόνο την εικόνα του την ώρα των αγώνων, "αποκαλύφθηκε" στην εκπομπή Monday FC των καναλιών Novasports με τον Ντέμη Νικολαϊδη και τον Γιάννη Πάγκο. Ο προπονητής του Ολυμπιακού, άνθρωπος με εύρος ασχολιών και αμεσότητα λόγου όπως γνωρίζουν όσοι... τον γνωρίζουν πραγματικά, μίλησε για την εικόνα του στον πάγκο την ώρα της έντασης του αγώνα, για σχέσεις με παίκτες, για την αριστερά της οποίας ο πατέρας του υπήρξε ιστορικό στέλεχος, για το ποδόσφαιρο και τη μεγάλη του αγάπη προς τη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ και για πολλά άλλα.
Αναλυτικά όσα είπε στη συνέντευξή του:
Για την ένταση στους πάγκους και πως βιώνει τα ματς: «Δεν μου αρέσει καθόλου η εικόνα μου, πώς να μου αρέσει; Προσπαθώ να τη βελτιώσω. Κάποιες φορές τα καταφέρνω, κάποιες όχι. Όταν με βλέπετε σε ένταση, έχω πρόβλημα με την προσέγγισή της ομάδας μου, όχι με τον αντίπαλο. Δεν με πειράζει ο αντίπαλος. Δεν με ενοχλεί ο διαιτητής. Αλλά άμα βλέπω τελειώς λάθος προσέγγιση και τότε θυμώνω αρκετά. Πιο πολύ απελπισία είναι, παρά θυμός.
Ναι ίσως είναι επιλογή το να θυμώνουμε συχνά. Στο παρελθόν, στην πρώτη μου απόπειρα με την Ολύμπια Λάρισας σε τρία πολύ ωραία χρόνια, έλεγαν για την ολύμπια ψυχραιμία μου. Γύριζα σπίτι, μέτραγα την αρτηριακή πίεση ήταν 9-15. Όσες φορές εξωτερίκευα την ένταση και τον θυμό μου, η πίεση ήταν 11-7. Έτσι κατάλαβα ότι το να εξωτερικεύεις τα συναισθήματά σου συχνά είναι ενοχλητικό για την εικόνα σου, αλλά για την υγεία σου είναι καλύτερο.
Ενοχλεί και δικαίως τους περισσότερους παίκτες η ένταση στους πάγκους. Αν είσαι επιθετικός, επικριτικός σε ένα παίκτη και το παιχνίδι το βλέπει από την τηλεόραση η μαμά του, ο μπαμπάς του, η κοπέλα του, ο κύκλος αυτός σίγουρα δεν θα νιώθει καλά. Το καταλαβαίνω απόλυτα και είναι λάθος μου. Ευτυχώς ή δυστυχώς στο ευρωπαϊκό μπάσκετ ο προπονητής έχει μεγάλη σημασία, γιατί στο NBA είναι η λίγκα των παικτών. Δεν μπορείς να υψώσεις ποτέ τη φωνή σου στον σταρ της ομάδας, ούτε να του πεις τι να κάνει. Στο NBA κάποιες φορές ο παίκτης επιλέγει και την τακτική ή και τον συμπαίκτη σου».
Για τις σχέσεις του με τον Λαρεντζάκη: «Την ώρα της έντασης ο παίκτης πρέπει να ακούσει από ‘μένα το οτιδήποτε και μπορώ να ακούσω και εγώ το οτιδήποτε χωρίς να παρεξηγηθώ. Υπάρχουν παίκτες, που τζογάρουν στο ματς. Ενώ έχει μια σίγουρη πάσα, κάνει κάτι άλλο. Αυτός ο παίκτης σε προκαλεί και το ξέρουν και οι ίδιοι. Υπήρχαν παίκτες που ήξερα από πριν ότι ήταν πολύ ευαίσθητοι να τους φωνάξεις.
Υπάρχουν όμως παίκτες, που γίνεται viral η σχέση που έχουμε, όπως με τον Λαρεντζάκη. Ο Λαρεντζάκης με τον τρόπο του θέλει να προκαλέσει την προσοχή του προπονητή. Χαίρεσαι πολύ να τον βλέπεις να παίζει με ψυχή, με πάθος, όταν όμως σε ένα συγκεκριμένο play έχει εντολή να κάνει μια πάσα και κάνει μια άλλη, σε προκαλεί».
Για την τραγωδία των Τεμπών: «Έχω μεγαλώσει σε διαδηλώσεις. Η κοινωνική συμμετοχή τα τελευταία χρόνια έχει μειωθεί. Έχουμε φτάσει σε σημείο να μας νοιάζει μόνο τι κάνουμε εμείς και όχι ο δίπλα. Ούτε καν ο πλανήτης που καταστρέφεται. Τα social media το έχουν ενισχύσει αυτό. Οι οικογένειες των θυμάτων θέλουν να βρουν έναν υπεύθυνο. Έχουμε πολλά χρόνια να δούμε τέτοιο κύμα συμπαράστασης. Όταν υπάρχει μαζικότητα πάντα όλοι λαμβάνουν κάτι».
Για τα παιδικά του χρόνια και τον πατέρα του: «Ήμουν ένα παιδί που μέχρι τα εννέα του χρόνια δεν ήταν ο πατέρας του σπίτι. Ήταν εξορία, έκανε πολιτικό τουρισμό σε διάφορα νησιά. Λέρο, Αίγινα, Κέρκυρα. Πήγα μια φορά στη Λέρο, είχα πάει τεσσάρων χρόνων με τη μάνα μου, έχω πολύ έντονα την εικόνα, επί χούντας. Ο πατέρας μου είχε διαλέξει αυτό τον τρόπο. Υπήρχε το κλασικό, αν υπογράψεις το χαρτί κοινωνικών φρονημάτων, γυρίζεις πίσω. Οι περισσότεροι αριστεροί δεν το έκαναν. Αυτό είχε μεγάλη γενναιότητα. Από την άλλη πλευρά υπήρχε μεγάλη οικογενειακή φθορά.
Ήμασταν δύο αδέρφια, με τη μητέρα μου αντιμετωπίσαμε πολλά προβλήματα. Πέρασα πολύ έντονα αυτό το στάδιο του θυμού (λόγω του ότι ο πατέρας του έβαζε τις ιδέες του ψηλά). Ας πούμε ‘δέκα χρόνια, πού ήσουν, γιατί δεν γύρισες πίσω;’. Μετά είχα το προνόμια σαν μικρό παιδί στο σπίτι μας να μπαινοβγαίνουν ή εμείς να μπαινοβγαίνουμε σε σπίτια μεγάλων προσωπικοτήτων της αριστεράς, σαν τον Μανώλη Γλέζο, σαν τον Μίκη Θεοδωράκη, αυτό ήταν μεγάλη εμπειρία σαν παιδί. Αλλά υπάρχει και ο φόβος, μεγάλωσα με έναν φόβο. Όταν έμπαιναν ασφαλίτες σπίτι μας όταν ήμασταν μικροί, υπήρχε φόβος, φοβόμουν τους αστυνομικούς μικρός. Έμπαιναν στο σπίτι να ψάξουν τον πατέρα μας, όταν ήταν καταζητούμενος».
Για το αν ο Ολυμπιακός θα προκριθεί στο Final Four: «Στη ζωή μου έχω μάθει να βλέπω μόνο το άμεσο αύριο. Συχνά η ζωή έρχεται και ανατρέπει αυτό που φαντάζεσαι με έναν τραυματισμό, μια άτυχη στιγμή, μια κακή ή μια καλή διασταύρωση στα playoffs. Εμείς είμαστε πρώτοι, έχουμε 10 εκτός έδρας νίκες, έχουμε ισοφαρίσει ήδη το ρεκόρ της ομάδας και υπάρχουν και άλλα παιχνίδια που μπορούμε να πάρουμε. Πιθανώς θα τερματίσουμε στην πρώτη τετράδα, όπως λένε οι αναλυτές δηλαδή, αν και δεν είμαι ακόμα σίγουρος. Έχουμε δείξει ότι είμαστε πρώτοι με δύο-τρεις βαθμούς διαφορά από τον δεύτερο.
Το κάνουμε αυτό σε μια χρονιά που η Ευρωλίγκα ειναι πιο ανταγωνιστική από ποτέ. Είναι πολλές ομάδες που τα έχουν όλα αλλά όχι το αποτέλεσμα. Έχουμε να αντιμετωπίσουμε μια δύσκολη σειρά στα playoffs και αν καταφέρουμε να φτάσουμε στο Final Four, δεν ξέρεις ποτέ, στον ημιτελικό είναι ένα παιχνίδι. Έχουμε πάει σε τρία συνεχόμενα Final Four, χάσαμε ένα από τη Ρεάλ στην τελευταία φάση. Το ότι είμαστε εκεί σημαίνει ότι είμαστε από τις καλύτερες ομάδες της Ευρώπης.
Το γεγονός ότι ο Παναθηναϊκός το πήρε πέρυσι έβαλε μεγαλύτερη πίεση, ας μην κρυβόμαστε, στον Ολυμπιακό, γιατί ο Παναθηναϊκός για κάποιο διάστημα ήταν και εκτός playoffs. Ήταν 17ος όπως λένε και ξαφνικά πήγε και το πήρε. Ο Παναθηναϊκός είναι μεγάλος αντίπαλος, είναι φοβερά δυνατή ομάδα, είναι οι πρωταθλητές Ευρώπης, έχουν πολύ ταλέντο και εμπειρία και δεν μπορείς φυσικά να τους υποτιμήσεις. Πιστεύω όμως ότι είναι στα μέτρα μας, όπως και εμείς είμαστε στα μέτρα τους».
Για τον Σπανούλη: «Κάνει καλή δουλειά, η Μονακό είναι μέσα στις τέσσερις καλύτερες ομάδες, νομίζω θα πάει πολύ καλά στην καριέρα του».
Για τη μεγάλη του αγάπη για τη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ: «Εγώ είμαι Γιουνάιτεντ από μικρός, δεν θυμάμαι μόνο τις μεγάλες επιτυχίες. Για 25-30 χρόνια κυριαρχήσαμε και στο αγγλικό και στο ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο, νομίζω σε αυτό συμφωνούμε όλοι. Δεν γίνεσαι όμως οπαδός μίας ομάδας μόνο για τις μεγάλες επιτυχίες της. Θυμάμαι όταν είχαμε πέσει στη Β’ Εθνική, τότε το Ολντ Τράφορντ είχε 48.000 φιλάθλους μέσο όρο, τους περισσότερους στην Αγγλία. Τότε τα γήπεδα δεν ήταν τόσο μεγάλα. Η Γιουνάιτεντ στη Β’ Εθνική είχε μεγαλύτερη υποστήριξη από τους οπαδούς της, απ’ ότι ομάδες της πρώτης Εθνικής. Αρα λοιπόν την υποστηρίζεις και στα δύσκολα».
Εν συνεχεία, ο Γιώργος Μπαρτζώκας αναφέρθηκε στις πρόσφατες επιτυχίες της Γιουνάιτεντ, παρά τα δύσκολα χρόνια: «Πέρυσι πήραμε το κύπελλο, και στην παρακμή μας έχουμε πάρει ένα ευρωπαϊκό τρόπαιο επί Μουρίνιο και ένα Λιγκ Καπ».
Για το γεγονός ότι δεν μπορεί να φτιάξει έναν δυνατό κορμό: «Δύσκολο να δημιουργηθεί ένας καλός κορμός από μικρή ηλικία. Τώρα στο ποδόσφαιρο υπάρχουν τόσοι πολλοί παίκτες, που δεν τους ξέρεις καν φατσικά στην ομάδα σου. Η Γιουνάιτεντ κάνει το λάθος και παίρνει πολλούς πιτσιρικάδες παίκτες, που δεν έχουν αποδείξει την αξία τους και τους βάζει να παίξουν στο συγκεκριμένο πρωτάθλημα, που ο ανταγωνισμός είναι τόσο υψηλός και ακόμη κι αν έχουν ένα ταλέντο δεν μπορεί να φανεί με τίποτα. Είναι το βάρος της φανέλας και των αποτελεσμάτων».
Για τις μεταγραφές που έχει κάνει: «Δεν βλέπω να υπάρχει κάτι. Η Γιουνάιτεντ πήρε τον Χόιλουντ από την Αταλάντα ως μεγάλο ταλέντο και τώρα τον δίνει και πολλά λεφτά για να πάρει τον Οσιμεν, άρα πάει να πει ότι αυτή η μεταγραφή δεν ήταν καλή».
Για το αν έχει σπουδάσει τον Φέργκιουσον: «Εχω παρακολουθήσει άπειρες συνεντεύξεις του και τα παιχνίδια του, έχω διαβάσει κι ένα βιβλίο για αυτόν, αλλά δεν μπορείς να πεις ότι τον έχεις σπουδάσεις αν δεν μιλήσεις μαζί του. Νομίζω δεν υπάρχει στην ιστορία του ευρωπαϊκού ποδοσφαίρου προπονητής που έμεινε τόσα πολλά χρονιά σε μία ομάδα. Ο Βενγκέρ έμεινε λιγότερα χρόνια, αλλά έκανε κι αυτός φανταστική δουλειά στην Αρσεναλ. Στην ιστορία, κάποιοι προπονητές όπως ο Μίχελς έβαλαν μία σφραγίδα. Ο Κρόιφ και εν συνεχεία ο Γκουαρδιόλα. Ο Φέργκιουσον ήταν αυτός που πήρε κάποιους πολύ μικρούς παίκτες όπως ο Σκόουλς, ο Γκιγκς και ο Μπέκαμ και δεν τους άφηνε ούτε συνεντευξεις να δίνουν».
Για το ποιοι είναι οι αγαπημένοι του παίκτες: «Μακράν ο Γκιγκς και ο Σκόουλς, γιατί δεν έπαιξαν ποτέ σε άλλη ομάδα. Ήταν στην κορυφή όλα αυτά τα χρόνια με τη Γιουνάιτεντ».
Για το τι ποδόσφαιρο του αρέσει: «Μου άρεσε η Μπαρτσελόνα του Γκουαρδιόλα, παρότι ο Ολυμπιακός παίζει τώρα ένα άμεσο ποδόσφαιρο, που ξεκινάει την επίθεση με βολέ του τερματοφύλακα. Κατά καιρούς μου άρεσε η Σίτι, μου αρέσει να βλέπω και την Μπάγερν, ο τρόπος που πνίγει τον αντίπαλο και μπορεί να σου βάλει οκτώ γκολ στην κακή σου μέρα».
Για το ματς που δεν έχει ξεχάσει: «Δεν θα πω τα τετριμμένα με την Μπάγερν στον τελικό. Θα πω ένα παιχνίδι με την Αρσεναλ, που παίζαμε με δέκα παίκτες κι έβαλε ένα γκολ ο Γκιγκς από θέση αριστερού μπακ και πέρασε όλη την ομάδα. Επίσης, με τη Γιουβέντους στον ημιτελικό, νόμιζω χάναμε 2-0 στο Ντέλε Αλπι με δύο γκολ του Ιντσάγκι και μετά βάλαμε τρία και πήγαμε στον τελικό. Με την Μπάγερν δεν είχα παρασυρθεί, γιατί ήταν καλύτερη η Μπάγερν. Το αποτέλεσμα μετράει, αλλά έχει σημασία και τι ποδόσφαιρο ή μπάσκετ παίζει. Είχα πάντως πανηγυρίσει σαν τρελός την ανατροπή».
Μπορείτε να παρακολουθήσετε όλη τη συνέντευξη ΕΔΩ.