11 C
Athens
Κυριακή, 24 Νοεμβρίου, 2024

Γιάννης-Καρίμ: Τα «Ελάφια» της ιστορίας (vids)

Ο Γιάννης Αντετοκούνμπο πέρασε για άλλη μια φορά στην αιωνιότητα, αφού έκανε άλλο ένα επίτευγμα πάνω από τον Καρίμ Αμπντούλ Τζαμπάρ και το Basketa.gr παρουσιάζει την κοινή μοίρα εντός κι εκτός παρκέ, με την οποία δύο «μύθοι» πια των Μιλγουόκι Μπακς αλληλοσυμπληρώνονται.

Το κυνήγι του ελαφιού στις Ηνωμένες Πολιτείες επιτρέπεται με έναν περιορισμό πολύ αυστηρό. Μπορείς, δηλαδή, να έχεις ένα μόνο θήραμα τον χρόνο. Λένε, όμως, ότι είναι και από τα πιο δύσκολα κυνήγια, καθώς χρειάζεται μέρες προετοιμασίας και τουλάχιστον δύο μέρες, ώστε να στήσεις ακριβώς τον τρόπο, με τον οποίο θα το πιάσεις. Το ελάφι, άλλωστε, είναι ένα υπερήφανο ζώο, που ομορφαίνει όσο ελάχιστα την φύση.

Σε ένα αντίστοιχο μήκος κύματος με αυτό τις φύσης, δύο «Ελάφια» είναι εκείνα, που έχουν κοσμήσει αγωνιστικά το ΝΒΑ με έναν τρόπο, που έκανε την ομάδα που το διαθέτει ως έμβλημα, να ακουστεί ως κορυφαία σε όλο τον μπασκετικό πλανήτη. Ο Καρίμ Αμπντούλ Τζαμπάρ και ο Γιάννης Αντετοκούνμπο, με διαφορά μισού αιώνα, οδήγησαν τους Μιλγουόκι Μπακς σε δύο τίτλους, που μπορεί να μην είναι και οι περισσότεροι στο ΝΒΑ, αλλά δε στερούνται εποποιίας.

Οι δυο τους, άλλωστε, μπορεί να μη… γνωρίζονταν, όταν ο Καρίμ έκανε τα σπουδαία του κατορθώματα τη δεκαετία του 1970, καθώς ο Γιάννης ήταν ακόμη αγέννητος, αλλά με κάποιο τρόπο ο Έλληνας σούπερ σταρ έχει καταφέρει να αλληλοσυμπληρώνονται εντός κι εκτός παρκέ, γράφοντας έτσι την ιστορία του συλλόγου, αλλά και τη δική τους. Το Basketa.gr εξηγεί ποιο είναι αυτό το «κισμέτ», που τους ενώνει.

MVP στο παρκέ, υποδείγματα εκτός και… οι αθόρυβες στιγμές τους

Ο Καρίμ Αμπντούλ Τζαμπάρ ξεκίνησε την καριέρα του ως Λιου Άλσιντορ, με τους Μπακς να τον διαλέγουν το 1969 ως νούμερο ένα στο αντίστοιχο draft, με τον ίδιο να δικαιώνει απόλυτα τις προσδοκίες, αποτελώντας ένα από τα κορυφαία της ιστορίας κι έχοντας ήδη απασχολήσει με την κοινωνική του στάση τις Ηνωμένες Πολιτείες και ολόκληρο τον κόσμο.

Ήταν το έτος 1968, όταν ακόμη δηλαδή βρισκόταν στο κολλέγιο και ο Άλσιντορ αποφάσισε να ασπαστεί τον ισλαμισμό ως Σουνίτης, υιοθετώντας το αραβικό όνομα, με το οποίο τον γνωρίζουμε σήμερα, αν και δεν το χρησιμοποιούσε ιδιαίτερα δημόσια έως το 1971. Το σημαντικό, όμως, είναι πως αποφάσισε να προχωρήσει σε μποϊκοτάζ των Ολυμπιακών Αγώνων του 1968 έναντι της Εθνικής ομάδας των Ηνωμένων Πολιτειών, ως αντίδραση προς την αντιμετώπιση των μαύρων. «Δε θέλω να πάρω ένα μετάλλιο για την χώρα μου και, ύστερα, να ζήσω κάτω από αυτή την κοινωνική πίεση», είχε πει χαρακτηριστικά, με τον Τζαμπάρ μέχρι σήμερα να παλεύει μέχρι τελευταίας ρανίδας του αίματός του ως ένας αιώνιος ακτιβιστής των ατομικών δικαιωμάτων.

Αυτό δεν είναι κάτι, που τον περιόρισε ως προς την καριέρα του. Ο Λάρι Κοστέλο τον πίστεψε εξαρχής και τον κατέστησε ως το δικό του «πύργο», με τα αγωνιστικά αποτελέσματα να φαίνονται άμεσα. Το 1970 η ομάδα έφτασε στη 2η θέση της Ανατολής και ηττήθηκε στους τελικούς της περιφέρειας από τους τότε πανίσχυρους Νικς, για να ανακηρυχθεί εκείνος τότε «ρούκι» της χρονιάς. Την επόμενη ήρθε και η απόλυτη δόξα. Ο άνθρωπος, που μέχρι το τέλος της εξαετούς πορείας του στους Μπακς είχε ήδη στο ενεργητικό του 5.902 εύστοχα σουτ χωρίς ούτε ένα τρίποντο σε συνολικά 10.787 προσπάθειες, τους οδήγησε στο να φορέσουν το πρώτο τους δαχτυλίδι, παίζοντας τότε στη δυτική περιφέρεια και κερδίζοντας στους τελικούς με «σκούπα» τους Ουάσινγκτον Μπούλετς.

Ο Αμπντούλ Τζαμπάρ, που είχε ήδη ανακηρυχθεί σε MVP του ΝΒΑ εκείνη την χρονιά, είχε αφήσει το αποτύπωμά του και ήταν μονάχα η αρχή. Όσο θορυβώδης ήταν η αρχή του, ωστόσο, αλλά τόσο… αθόρυβο πλην αποτελεσματικό ήταν το φινάλε στους Μπακς. Η ομάδα έπαιξε άλλη μια φορά σε τελικούς το 1974 απέναντι στους Σέλτικς, εκείνος πήρε άλλες δύο τον τίτλο του MVP και είχε γίνει ήδη μια μεγάλη μπασκετική προσωπικότητα.

Η απόσυρση, ωστόσο, του έτερου εαυτού του, του μυθκού Όσκαρ Ρόμπερτσον, μετά τους τελικούς με τους «Κέλτες», σήμανε και την ώρα για αλλαγή, με έναν τραυματισμό στην αρχή της τελευταίας σεζόν και την όχι και τόσο καλή συνεννόηση με τους υπόλοιπους συμπαίκτες του, που έμοιαζαν να υποσκιάζονται από την παρουσία του, τον ανάγκασαν να αποχωρήσει το 1975, παίρνοντας το δρόμο για το λαμπερό Λος Άντζελες και το showtime με τον Μάτζικ Τζόνσον.

Αντίστοιχα, όμως, ο Γιάννης Αντετοκούνμπο, ένα παλικαράκι που σήκωσε την ελληνική σημαία στο νούμερο 15 του draft του 2013, παρότι ίσως και να είχε αρκετούς λόγους να μην το κάνει, βιώνοντας ακριβώς αυτό, για το οποίο αγωνίστηκε ο Τζαμπάρ σε πολύ πιο δύσκολα χρόνια, ξεκίνησε με έναν αθόρυβο τρόπο, αφού ο σύλλογος του Ουισκόνσιν δεν ξεκίνησε ως πρωταγωνιστής στα πρώτα του χρόνια στο «μαγικό κόσμο».

Ο προερχόμενος από τα Σεπόλια «αστέρας», όμως, θα αποδείκνυε πως δεν ήταν… διάττοντας. Χρειάστηκαν τέσσερα ολόκληρα χρόνια, ώστε οι Μπακς να στείλουν το πρώτο μήνυμα ανόδου προς την κορυφή, παίρνοντας την 6η θέση το 2017, με τον Γιάννη να παίρνει τον τίτλο του πιο βελτιωμένου παίκτη και να έχει ήδη αρχίσει να ακούγεται, εξαργυρώνοντας λίγο προς λίγο την εμπιστοσύνη του Μιλγουόκι, που τον εμπιστεύτηκε να γίνει το πρόσωπο και ο ηγέτης της ομάδας.

Παρότι η απώλεια μεγάλης αγωνιστικής επιτυχίας για αρκετό καιρό θα μπορούσε να τον «ωθήσει» στο να σκεφτεί να πάει αλλού, είχε δώσει την υπόσχεσή του. Θα έδινε έναν τίτλο στους Μπακς. Και θα το πετύχαινε ακριβώς στο Ιωβηλαίο του 1971 και του επιτεύγματος της ομαδάρας του Καρίμ, με τον Γιάννη μας να έχει ήδη κατακτήσει δύο σερί σεζόν τον τίτλο του MVP και να έχει αναδειχθεί σε προσωπικότητα κοινωνική των ΗΠΑ μέσω του Black Lives Matter, «φωνάζοντας» παρών με αρκετούς ακόμη, για να τους οδηγήσει σε κάτι, όπου ελάχιστοι πίστευαν με τον καιρό να περνά, βλέποντας τους Μπακς τη μία σεζόν μετά την άλλη να… τρώνε τα μούτρα τους.

Αυτό ήθελε και ο Γιάννης. Να μην τον υπολογίζουν τόσο, να μην έχουν όλοι τα βλέμματα πάνω του και να μη συγκεντρώνει όλες τις απαιτήσεις. Κάτω οι προηγούμενοι φιναλίστ του ΝΒΑ Χιτ με «σκούπα», κάτω οι πανίσχυροι Νετς, κάτω οι Χοκς του «διαβόλου» Γιανγκ και, το καλύτερο κρατήθηκε για το τέλος, με την ιστορική του «50άρα» να τελειώνει την απόλυτη υπέρβαση με τους Σανς.

Λίγους μήνες αργότερα, θα συμπλήρωνε την απόλυτη ιστορικότητα, ξεπερνώντας τον έτερο «μύθο» στους συνολικούς πόντους στην ιστορία των Μπακς. Και λέμε έτερο, γιατί και ο Γιάννης αυτό θα είναι στο τέλος της καριέρας του. Ένας «μύθος» των Μπακς. Ενδεχομένως κι ένας «μύθος» του μπάσκετ κι ένα από τα «Ελάφια» της ιστορίας…



ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ