14.8 C
Athens
Παρασκευή, 22 Νοεμβρίου, 2024

Ο Ιτούδης της Ευρώπης που γίνεται… ο Δημήτρης για τους Έλληνες (vids)

Ο Δημήτρης Ιτούδης βρίσκει μπροστά του τη μεγαλύτερη ίσως πρόκληση να γίνει εκείνος, που θα εμπνεύσει το «αύριο» του ελληνικού μπάσκετ μέσα από την ανάληψη της τεχνικής ηγεσίας της Εθνικής, και το Basketa.gr θυμάται όσα πέτυχε στην καριέρα του ως πρώτος προπονητής, από τον ΠΑΟΚ και τον Φίλιππο έως την ΤΣΣΚΑ, εξηγώντας γιατί είναι πλέον κατάλληλος σε μια συνθήκη, που μπορεί να αποδειχθεί ιστορική.

Εδώ και 32 χρόνια δίνει οδηγίες, είτε ως πρώτος προπονητής είτε ως βοηθός. Έχουν περάσει από τα χέρια του, και με τις δύο ιδιότητες, «θρύλοι» του μπάσκετ, στην καθημερινότητα με τους οποίους σφυρηλάτησε το δικό του χαρακτήρα, αφού και όταν δεν ήταν εκείνος το αφεντικό, βρισκόταν δίπλα σε «θρυλικό» προϊστάμενο.

Δεν είναι και λίγο, άλλωστε, να έχεις προπονήσει παίκτες σαν τον Στογιάκοβιτς και τον Πρέλεβιτς στα 26 σου χρόνια, έστω και υπηρεσιακά. Μαθαίνεις από τέτοιες συνεργασίες και, μετά, δημιουργείς το δικό σου δρόμο, όπως ο ίδιος έχει επισημάνει πολλές φορές σε δηλώσεις του, μα περισσότερο αυτό το καταφέρνεις, όταν κάποιος αποφασίσει να σου αφήσει τα «κλειδιά», για να δείξεις αν μπορείς να τα χειριστείς σωστά.

Πολλοί, που μεγάλωσαν σε εκείνα τα χρόνια με τις επιτυχίες του Παναθηναϊκού, θυμούνται σίγουρα έντονα τον Δημήτρη Ιτούδη ως τον πιο έμπιστο άνθρωπο του Ζέλικο Ομπράντοβιτς, στο μπάσκετ αλλά και σε σημαντικό βαθμό στη ζωή, «στρώνοντας» από εκεί το έδαφος, για να πραγματοποιήσει μια δική του, αυτόνομη πορεία. Μα αυτή είχε ξεκινήσει νωρίτερα και καθόλου τυχαίο δεν ήταν, φτάνοντας βήμα προς βήμα στο δικό του απόγειο, όπου απόλαυσε ακόμη περισσότερο τη δική του, προσωπική δόξα.

Η κορυφή της Ευρώπης, όμως, δεν υπάρχει μόνο σε συλλογικό επίπεδο. Ο Δημήτρης Ιτούδης γνωρίζει πότε να πάρει τη σωστή απόφαση, όταν ωριμάζουν τα πράγματα, αναλαμβάνοντας έτσι την Εθνική σε μια συνθήκη, που μοιάζει ιδανική, για μια νέα μεγάλη του σελίδα, η οποία θα τον κορύφωνε στις συνειδήσεις όλων. Το Basketa.gr θυμάται όσα έχει πετύχει ως πρώτος προπονητής και φανερώνουν, ότι είναι πέραν πάσης αμφιβολίας ο κατάλληλος για την Εθνική, σε μια προσωπική πρόκληση που μπορεί να τον αφήσει στην ιστορία.

Το βάπτισμα του πυρός, το «ψήσιμο» και η «εκτόξευση»

Ο Ιτούδης μπορεί να ξεκίνησε από τα Τρίκαλα Ημαθίας, αλλά η προπονητική του αρχή, στην ηλικία των μόλις 20 ετών, τον είχε βρει στην Κροατία για λογαριασμό της Ζάγκρεμπ. Μετά την ομάδα των U18, το τμήμα γυναικών όπου είχε και… τα τυχερά του, αν και ο έρωτας που του είχε μια παίκτριά του, τον ανάγκασε να αποχωρήσει, τη θητεία ως βοηθός στην κροατική ομάδα και τον ΠΑΟΚ, άνοιξε… τα φτερά του δίπλα στο «Δικέφαλο».

Σε μια δύσκολη σεζόν, που σηματοδότησε το τέλος εποχής, λόγω της αποχώρησης του Μπάνε Πρέλεβιτς στο φινάλε της χρονιάς, είναι χαρακτηριστικό πως ο ΠΑΟΚ είχε στο σύνολο τέσσερις προπονητές. Παρά τις ταραχές, όμως, είχε φτάσει ένα «βήμα» από την κατάκτηση του Κυπέλλου Σαπόρτα, αλλά λύγισε στη Βιτόρια από την Ταουγκρές, με τον Ιτούδη να καθοδηγεί απλά την ομάδα στα playoffs, παίρνοντας και μια νίκη στα ημιτελικά από το μετέπειτα πρωταθλητή Ολυμπιακό.

Η επόμενη διετία, πάντως, θα λειτουργήσει ως προθάλαμος της στήριξης στην παντοκρατορία του Παναθηναϊκού του Ζέλικο Ομπράντοβιτς. Ο Ιτούδης, μάλιστα, δεν πήρε κάποια ομάδα στην τότε Α1, αλλά στην Α2, πρωτίστως με τον Φίλιππο Θεσσαλονίκης και ύυστερα με τη ΜΕΝΤ, κοντεύοντας μάλιστα την πρώτη του σεζόν στον Φίλιππο να πάρει και την άνοδο για τη μεγάλη κατηγορία, με την ομάδα να τερματιζει τρίτη με 17-9, πίσω από Νήαρ Ηστ και Μαρούσι που είχαν 19-7 στην κορυφή.

Κάπως έτσι, το «ψήσιμο» που έκανε στην πάλαι ποτέ Γιουγκοσλαβία, αποκτώντας τις αντίστοιχες γνώσεις αγωνιστικά και γλωσσικά, μαζί με την εφαρμογή των πρώτων τακτικών του αποκτημάτων, τον βοήθησαν στο να αλλάξει η τύχη του το 1999, αναλαμβάνοντας ως βοηθός του Ομπράντοβιτς και εξελισσόμενος… στη σκιά του, καθώς από κάποιο σημείο κι έπειτα ό,τι κι αν έλεγε ο Ιτούδης, ήταν σαν να το έλεγε ο ίδιος ο Σέρβος τεχνικός στους παίκτες, κατακτώντας ένα κάρο τίτλους, μεταξύ των οποίων πέντε ευρωπαϊκά.

Κάπως έτσι, χρειάστηκε 14 ολόκληρα χρόνια, μέχρι να βρει την επόμενη δουλειά του ως πρώτος προπονητής. Η φιλόδοξη Μπάνβιτ του έδωσε την ευκαιρία και δικαιώθηκε στο απόλυτο, κατακτώντας την πρωτιά στο πρωτάθλημα Τουρκίας και φτάνοντας μέχρι την τριάδα στα playoffs, καθώς δεν άντεξε έναντι των τότε πανίσχυρων Φενέρ και Γαλατά, που είχαν τη δική τους κόντρα. Το σημαντικό ήταν, ότι το όνομα και η δουλειά του Ιτούδη ακούστηκαν σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα και η ΤΣΣΚΑ πίστεψε, ότι είχε τον επόμενο προπονητή της για πολλά χρόνια.

Και αυτή, με τη σειρά της, δικαιώθηκε. Μόνο που αυτή δεν ήταν μια απλή δουλειά πρώτου προπονητή. Όπως συνέβαινε με τον Παναθηναϊκό επί Ομπράντοβιτς, έτσι και η ΤΣΣΚΑ ήταν αναγκασμένη να… σαρώνει τα πάντα κάθε χρόνο, με αποτέλεσμα κάθε απώλεια να αποτελεί αφορμή για έντονη κριτική. Μπορεί σε αυτό να συνέβαλλε και το γεγονός, ότι η VTB League αποδεικνυόταν αρκετά βατή, παρά τους αξιόλογους αντιπάλους, με αποτέλεσμα το «βάρος» να πέφτει στην Ευρωλίγκα.

Το πιο σπουδαίο για τον Ιτούδη, όμως, δεν είναι ότι συνέχισε την παράδοση της παρουσίας της ΤΣΣΚΑ στα Final Four, ούτε και το ότι μέχρι πέρυσι είχε φτάσει σε σημείο η «μηχανή» αποτελεσμάτων που είχε φτιάξει, να του χαρίσει το απίστευτο ποσοστό του 76.4% σε νίκες στην Ευρωλίγκα, καθιστάμενος έτσι ο κορυφαίος σε αυτό το κομμάτι, πάνω από το δάσκαλο, φίλο και κουμπάρο του που ήταν στο 68.9%, το δεύτερο Μεσίνα του 71.3% και τον τρίτο Λάσο του 69.7%.

Ήταν, λοιπόν, το γεγονός ότι άντεξε στα δύσκολα. Τις δύο φορές, που ο σκληρός Αντρέι Βατούτιν σκέφτηκε να τον απομακρύνει από τον πάγκο, εκείνος του απάντησε και του τόνισε, ότι… δεν πάει πουθενά. Τη μία χρειάστηκε να «πληγώσει» τον «Ζοτς» στο αγαπημένο τους Βερολίνο, εν έτει 2016, και με τον Σπανούλη την προηγούμενη χρονιά να έχει αφήσει το αποτύπωμά του. Την επόμενη τον άρπαξε, τον αγκάλιασε και ούρλιαξε από χαρά για την επιτυχία του, όταν το 2019 η ΤΣΣΚΑ πήγαινε ίσως για πρώτη φορά με την αίσθηση του αουτσάιντερ, «πατώντας» κάτω Ρεάλ και Εφές.

Με αυτό τον τρόπο, κατάφερε να απαντήσει και στο ερώτημα για το αν είναι προπονητής για τα δύσκολα. Το αποτέλεσμα λέει, ότι είναι ο κορυφαίος Έλληνας προπονητής σε αριθμούς με δύο κατακτήσεις ευρωπαϊκών τροπαίων ως πρώτος και πολλών ακόμη τίτλων μαζί, ασφαλώς, χώρια όσα πήρε ως βοηθός. Με λίγα λόγια, είχε μάθει στην απαίτηση να νικά και, φυσικά, είχε μάθει και να νικά.

Η νοοτροπία του είναι ίσως κι αυτή, που λείπει από την Εθνική, μεταξύ άλλων στοιχείων, από τότε που πήρε το χάλκινο μετάλλιο στο Κατοβίτσε το 2009. Η δική του αύρα έχει ήδη φέρει αισιοδοξία για τη δημιουργία ενός διαφορετικού μέλλοντος για το ελληνικό μπάσκετ, που μπορεί να βασιστεί και σε όσα γίνουν στο παρκέ στο Ευρωμπάσκετ του 2022.

Αυτή, μάλλον, είναι και η αληθινή του πρόκληση. Από εκεί που κατέκτησε την Ευρώπη ως Ιτούδης, να γίνει ο Δημήτρης που, μαζί με όσους διαλέξει ως «σωματοφύλακές» του, σηκώσει το ελληνικό μπάσκετ. Για μια επόμενη μέρα, στην οποία ίσως υπάρχει πιο μεγάλη πίστη από ποτέ…



ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ