Ένα τραγικό συμβάν, ένας θάνατος, του συνοδοιπόρου από τη σχολή δημοσιογραφίας μέχρι την πόρτα του «ΦΙΛΑΘΛΟΥ», του Γιάννη Παπαδόπουλου, μέσα από τον θρήνο για την απώλεια ενός φίλου, άνοιξε μια πόρτα μεγάλη και σημαντική στην επαγγελματική μου ζωή. Η «διαδοχή» στο ρεπορτάζ με έφερε στον Ολυμπιακό που ξαναζωντάνευε στα χέρια του Γιάννη Ιωαννίδη. Και μετά από κάποια χρόνια, η οικειότητα με τον πιο διάσημο «ξανθό» μάλλον της χώρας και όχι μόνο του μπάσκετ, με έφερνε στο Sportime πλέον, ρεπόρτερ της ΑΕΚ. «Ελα ρε, αφού τον ξέρεις καλά, ξέρεις και όλους τους δικούς του, ανέλαβέ το αφού θα έχει πέραση, όλοι με την ΑΕΚ θα ασχολούνται τώρα». Και μετά από χρόνια και ως ρεπόρτερ Εθνικής, από κοντά μέχρι και το Ευρωμπάσκετ της Σουηδίας. Δεν το λες και λίγο το διάστημα συναναστροφής μαζί του. Εμπειρία ζωής για έναν πιτσιρικά που άρχισε αυτή τη συνύπαρξη στα 19 του. Και μεγάλη θλίψη χθες, στο άκουσμα του μοιραίου κι ας γνώριζα ότι είχε αρχίσει από καιρό η αντίστροφη μέτρηση.
Αν ήμασταν σε εφημερίδες, εκεί που τον γνώρισα, δεν θα έφτανε ένα… Κυριακάτικο τεύχος για να απαριθμήσω στιγμές. Αλλά και σε σάιτ, δεν ξέρω αν θα αρκούσε… ο σέρβερ. Ο Γιάννης ήταν μια ξεχωριστή περίπτωση, όμοιά της δεν υπήρξε. Αγαπήθηκε, μισήθηκε, μα ποτέ δεν πέρασε απαρατήρητος. Αυτοί που τον αγάπησαν τον λάτρεψαν, αυτοί που τον μίσησαν δεν δίσταζαν να παραδεχτούν τον τρόπο του για την επιτυχία. Εστω κι αν δεν τον αναγνώριζαν πάντα για τους τρόπους που έφτανε σε αυτή και τον μέμφονταν.
Η πρώτη του εμφάνιση στο Αλεξάνδρειο ως προπονητή του Ολυμπιακού, απέναντι στον Αρη, μια εμπειρία που δεν θα ξεχάσω ποτέ. Τέσσερις δημοσιογράφοι από την Αθήνα όλοι κι όλοι, η αφεντιά μου με τον Λευτέρη Αμπατζή από τον "ΦΙΛΑΘΛΟ, ο Παντελής Διαμαντόπουλος και ο Νίκος ο Παπαδογιάννης που έκανε την περιγραφή για το MEGA. Δεν νομίζω να έχω ξαναζήσει τέτοιο «κόχλασμα», τέτοιες ακραίες αντιδράσεις. Δεν ήταν μίσος, ήταν η οργή αυτών που ένιωθαν προδομένοι από κάποιον που είχαν λατρέψει, έβριζαν και έκλαιγαν, έκλαιγαν και έβριζαν, ήταν απίστευτο, πάνε 30+ χρόνια και το θυμάμαι σαν να ήταν χθες.
Το πρωτάθλημα με την πρώτη, η επιλογή του Ζάρκο, ο χαμένος τελικός του Τελ Αβίβ που πρέπει να ήταν η μεγαλύτερη απογοήτευση στη ζωή του. «Εγώ πάντα ήμουν Ολυμπιακός, εκτός από Αρη» έλεγε από την αρχή στον Πειραιά και εξιστορούσε διάφορα, κυρίως ποδοσφαιρικά. Μέγας λάτρης του ποδοσφαίρου. Αξέχαστη η αναπαράσταση σε διάφορα λόμπι ξενοδοχείων του περίφημου πέναλτι Πανένκα. Με το φινάλε «παρ’ τα αρ…. μου» ως επιμύθιο. Λατρεύτηκε κι εκεί, στον Περιαιά, κατέβασε το μπάσκετ στην Αττική, ξανάβαλε στο χάρτη τον Ολυμπιακό, τα σουαρέ με τον Σαλονίκη ανά την Ευρώπη αξέχαστα σε όσους τα είχαμε ζήσει από κοντά.
Ο Τάρλατς που πριν εμφανιστεί δημόσια έπαιξε σαν Καρατζάς σε τουρνουά Χριστουγέννων στην Ολλανδία και όλοι απόρησαν που ο Πάνος έβαζε 20άρες, η αλήστου μνήμης προβολή βίντεο στα γραφεία της ΟΔΚΕ μετά από ματς με τον Αρη που… ούρλιαζε για τη διαιτησία και ο «ξανθός» παρουσίασε βίντεο που έδειχνε… σφαγιασμένο τον Ολυμπιακό. Δεν έβγαζες άκρη εύκολα μαζί του, αλλά έβγαζες στις σπάνιες στιγμές ηρεμίας του. Απλές παρενθέσεις πριν βρει το επόμενο θέμα να πει τα δικά του. Αντίλογο δε δεχόταν. «Μη με λες εμένα, εγώ θα σε πω». Εκατομμύρια φορές το είχε πει. Μαζί με το άλλο του αγαπημένο. «Στη ζωή, λοιπόν….» .
Και μετά η ΑΕΚ. Το «αντίο» από τον Ολυμπιακό, αν και με πρόσφατο το σύνθημα «ποτέ μην έρθει η στιγμή ν’ αφήσει το λιμάνι, θα σ’ αγαπάμε μια ζωή Ιωαννίδη Γιάννη», δεν ήταν ακριβώς δακρύβρεχτο. Είχε χαλάσει ο ψυχισμός, που έλεγε ο Ιωαννίδης, είχε ραγίσει το γυαλί. Ο Γιάννης Φιλίππου, ο μεγάλος αυτός κύριος και παράγοντας, τον δελέασε. Η επιστροφή στο ΣΕΦ δεν είχε τις ακρότητες εκείνης στο Αλεξάνδρειο, αλλά είχε το… χαμένο μπλοκάκι. Το ένα από τα αμέτρητα γούρια, στο πόδι της καρέκλας, αφαιρέθηκε εντέχνως από γνωστό οπαδό του Ολυμπιακού. «Τον είδα. Εγώ ήμουν πλέι μέικερ και έχω περιφερειακή όραση», ωρυόταν ο Ιωαννίδης.
«Δεν έχω γούρια, δεν υπάρχουν αυτά. Όταν κάτι σε πάει καλά, το επαναλαμβάνεις, λογικό είναι», έδινε την δική του εκδοχή των… γουριών με τα οποία ζούσε. Σακάκι, αναπτήρας, μπλοκάκι, η πολυθρόνα του παλιού Χανδρής χαμηλά στη Συγγρού, που όταν κάθισαν κάποιοι από την αποστολή του Αρη στην πρώτη επίσκεψη σαν αντίπαλοι του Ολυμπιακού του Ιωαννίδη, το θεώρησε… αιτία πολέμου. «Το ήξεραν και μου το κάνανε επίτηδες»…
Η ΑΕΚ που την είπε «το πιο ωραίο παραμύθι της ζωής μου». Το άχτι που ο κόσμος δε ανταποκρινόταν. «Οι μπλε» έμειναν στην ιστορία, μιλούσε για τους λίγους πιστούς της μπασκετικής ομάδας που κάθονταν στα μπλε καθίσματα του κέντρου στο ΟΑΚΑ, απέναντι από τα επίσημα. Ο Ρίκι Πιρς, που δεν… έστριβε αυτός ο θρύλος και ο Ιωαννίδης επέμενε «θα στρώσει» μέχρι που τον άλλαξε, οι δυο Δανοί, ο Τσακαλίδης, που «μη γράφετε μαλακίες, ποιος Λέντκοφ, Ελληνας είναι» και πάει λέγοντας. Το γούρικο τσάρτερ που πήγε όλα τα ταξίδι μέχρι πριν το Φ4 της Βαρκελώνης, κι ας μην υπήρχε στο σχέδιο πτήσεων του παλιού Ανατολικού αεροδρομίου στο πρώτο. «Ραπτόπουλεεεεεεεε», ήχησε πρωί η φωνή του πριν αρχίσει τα μπινελίκια, στον αείμνηστο μεγάλο κύριο και καλό του φίλο, τον τότε μάνατζερ της ΑΕΚ, Αρη Ραφτόπουλο. «Φι Γιάννη, Φι», του διόρθωνε το γράμμα ο Αρης. «Τι Φι γαμώ…. Το αεροπλάνο που είναι»;
Πήγε τελικό Ευρωλίγκας σχεδόν από το πουθενά, δεν το πήρε πάλι, αλλά τότε δεν το περίμενε και κανείς, ήδη είχε κάνει άθλο. Του έμεινε ο καημός. Ελεγε και σωστά ότι σημασία έχει η διάρκεια, ότι έφτανε μέχρι εκεί, αλλά μια φορά να το σηκώσει δεν του έλαχε.
Ακολούθησε η άδοξη επιστροφή στον Ολυμπιακό και η Εθνική. Με όραμα, με φιλοδοξίες, με τεράστια ευκαιρία στη Σουηδία το 2003. Στον τελευταίο προκριματικό, στο Λεόν της Ισπανίας χωρίς ενδιαφέρον πια με τους δύο προκριμένους, είχε απαντήσει σε ένα από τα ατελείωτα πηγαδάκια που του άρεσε να στήνει, στο ερώτημα ποιον βλέπει επόμενο μεγάλο ηγέτη του ελληνικού μπάσκετ. «Ο Φώτσης, αυτός έχει τα προσόντα», είχε προβλέψει. Στο Ευρωμπάσκετ φαινόταν ότι η ομάδα δεν τσούλαγε όσο περίμενε όλος ο κόσμος. Η τραγικός σε θέαμα και αποτέλεσμα εν τέλει προημιτελικός με την Ιταλία, ήταν και κύκνειο άσμα μιας τεράστιας προπονητικής καριέρας.
Ακολούθησε η πολιτική, δεν του πήγαινε όμως του «ξανθού». Πολύ διπλωματικό πεδίο για έναν άνθρωπο που δεν ήταν διπλωμάτης. Φαινόταν και στο Υπουργείο αθλητισμού ότι δεν ήταν ο εαυτός του. Ο Γιάννης που όριζε τα πάντα στις δουλειές του, που ήταν το απόλυτο αφεντικό, που όλοι χόρευαν στους ρυθμούς του, έπρεπε να ισορροπεί και αυτό δεν ήταν καθόλου ευχάριστο για τον ίδιο.
Τα τελευταία 5-6 χρόνια, είχε υποστεί τη βλάβη στην υγεία και όσο πήγαινε χειροτέρευε. Το βιβλίο της ζωής του δε βγήκε ποτέ, τα νέα που έρχονταν από κοντινούς του ανθρώπους, τον «Ντατς» που είχε επιστρέψει από τα ξένα, τον Γιάννη Παπαγεωργίου που ήταν κοντά, έδειχναν ότι ο δρόμος δεν είχε επιστροφή.
Το φινάλε δεν ήταν ξαφνικό, μα όσο κι αν περιμένεις κάτι, όταν έρχεται η θλίψη είναι μεγάλη. Χθες το απόγευμα πήραμε απόφαση όλοι ότι έκλεισε ένα μεγάλο κεφάλαιο του ελληνικού μπάσκετ, του ελληνικού αθλητισμού, μα και της ελληνικής κοινωνίας. Ο «ξανθός» ήταν ένα επιτελικό στέλεχος της παρέας που «νέκρωνε» την Ελλάδα τα βράδια της Πέμπτης με τον μεγάλο Αρη. Ο «ξανθός» άφησε βαρύ αποτύπωμα. Αφησε κληρονομιά, παρακαταθήκες, αυτή η προσωπικότητα που δεν θα ξεχαστεί στο πέρασμα των χρόνων και θα μνημονεύεται πάντα. Και από όσους τον λάτρεψαν και από όσους τον αντιπάθησαν μέχρι τέρμα και από όσους τον έζησαν από κοντά και μαζί την… περιπέτεια που η συνύπαρξη μαζί του συνεπαγόταν.
Αιωνία σου η μνήμη, κυριολεκτικά, «ξανθέ» . Συλλυπητήρια στην οικογένειά σου.