20 C
Athens
Παρασκευή, 17 Μαΐου, 2024

Ο τυφώνας Θάνος “έφυγε”

Αποφάσισε να φύγει... Ο Κώστας, ο Παύλος και τώρα ο Θανάσης... Σιγά μην άφηνε τα αδέλφια τους μόνα τους. Σιγά μην τους άφηνε χωρίς τον... τυφώνα Θάνο να γυρίζει εκεί ανάμεσά τους με τις χρωματιστές γραβάτες του, το καμιλό παλτό του, το ρολόι και τη μανσέτα από το πουκάμισο να φαίνεται κάθε φορά που τέντωνε το χέρι του φωνάζοντας προς διαιτητές, παίκτες, κόσμο, προπονητές. Δεν έκανε διακρίσεις σε αυτό. Όταν κάτι δεν πήγαινε καλά στον Παναθηναϊκό έφταιγαν όλοι. ΟΛΟΙ!

Ο Θανάσης Γιαννακόπουλος μοιράστηκε την αγάπη για τον Παναθηναϊκό με τον Παύλο και τον Κώστα. Με όλη την οικογένεια. Όπως ο Παύλος είχε την κυρία Δέσποινα και τον Δημήτρη, αυτός είχε την κυρία Ιωάννα και την «Κατερινούλα» του όπως έλεγε την κόρη του. Μόνο που ο κύριος Θανάσης ήταν πολύ πιο συναισθηματικός, πολύ πιο εκδηλωτικός, πολύ πιο ευσυγκίνητος ακόμη. Δάκρυζε... Λύγιζε... Φώναζε... Τα έβαζε με όλους... Ασυγκράτητος... Όπως όλοι... «Είμαι ο Θανάσης ο ένας από εσάς»... Έτσι δεν έλεγε; Έτσι δεν έλεγε όταν απευθυνόταν στον κόσμο; Κι έτσι ένιωθε... Και χαιρόταν όταν άκουγε αυτό το «είναι τρελός ο πρόεδρος». Έπαιρνε ζωή από αυτό. Άρπαζε την κούπα και πήγαινε... Όπως και όταν του φώναζαν από διπλανά αυτοκίνητα και αυτός ανταπαντούσε «γεια σας, ρε παιδιά».

Ο Κώστας έκανε την αρχή τον περασμένο Απρίλιο, ο Παύλος ακολούθησε τον Ιούνιο και τώρα, μέσα σε λιγότερο από ένα χρόνο ακολούθησε ο Θανάσης. Και όπως κι αυτοί ότι προβλήματα κι αν είχαν ο Παναθηναϊκός ήταν εκεί γι’ αυτόν. Πάντα... Σε όποια δύσκολη κατάσταση κι αν βίωσε. Θύμωνε, εκνευριζόταν, φώναζε.... Κι αν τολμούσες να τον πλησιάσεις για να τον ηρεμήσεις, να του πεις μια κουβέντα, η φωνή ανέβαινε ακόμη περισσότερο. «Τι να ηρεμήσω, δεν είδες; Παναθηναϊκός είναι αυτό;». Δέκα λεπτά αργότερα αγκάλιαζε τους παίκτες λες και ήταν παιδιά του.

Την ώρα του αγώνα τα άκουγαν με το παραπάνω... Δεν έκανε διακρίσεις... Από τον Διαμαντίδη και τον Μπατίστ μέχρι τον τελευταίο. Στο τέλος όμως ήταν όλα καλά και την επόμενη μέρα ήταν εκεί στην προπόνηση, σταυροπόδι στην πολυθρόνα μπαίνοντας. Ήταν το δικό του «καφενείο», η δική του «παρέα», η δική του «έξοδος», οι δικοί του «φίλοι» και φίλοι. Ήταν το σπίτι του και η ομάδα του. Ήταν η κούπα με την οποία τσακωνόταν με τον αδελφό του ποιος θα την σηκώσει πρώτος, ήταν οι ώρες στα αποδυτήρια μετά από μια ήττα ή έναν αποκλεισμό, ήταν το «γεια σου ρε μεγάλε» στον κάθε παίκτη ή δημοσιογράφο.

Ήταν αυτός που έπαιρνε τηλέφωνο και σε ρωτούσε για έναν παίκτη, για τον οποίο μπορεί και να ήξερε ήδη περισσότερα από σένα. Ήταν αυτός που καθόταν στο ίδιο τραπέζι με τους δημσιογράφους του Ολυμπιακού κάποτε στο ΟΑΚΑ, όταν γινόντουσαν ακόμη αυτά για να τους πειράξει και να τον πειράξουν. Το περίμενε πως και πως... Κάποτε... «Εγώ και να πάω στο ΣΕΦ δεν θα με πειράξει κανείς». Και μάλλον ήταν αλήθεια. Είχε αποδείξει, όπως και ο Παύλος, πως όταν κάποιος χρειαζόταν βοήθεια δεν εξέταζε ομάδες. Άλλωστε δεν μισούσε τον αντίπαλο. Τον σεβόταν. Όπως είχε πει πολλές φορές "θέλω τον Ολυμπιακό δυνατό για να έχει αξία κι αυτό που κάνει ο Παναθηναϊκός". Μια χρονιά, από τις δύσκολες των "ερυθρόλευκων" μια ήττα του Παναθηναϊκού στην τελευταία αγωνιστική της κανονικής περιόδου, μπορούσε να βγάλει τον Ολυμπιακό εκτός οχτάδας. Αυτό την εποχή εκείνη, των μη εγγυημένων συμβολαίων, σήμαινε πως δεν θα έπαιζε στην Ευρωλίγκα της επόμενης χρονιάς. Μέσα στην... καζούρα κάποιοι του είπαν "πρόεδρε, δεν χάνουμε;" Ούτε για... αστείο δεν το δέχθηκε. Άλλαξε ύφος: "Ο Παναθηναϊκός μπαίνει στο γήπεδο για να νικήσει. Και σκέψου: Τι όφελος θα έχεις εσύ από αυτό; Εγώ θέλω ο Ολυμπιακός να είναι εκεί, αντίπαλος..."

Τα πράγματα άλλαξαν, κουβέντες στο ΟΑΚΑ δεν γίνονταν πια εκεί στο στρογγυλό τραπέζι στο μπαρ. Όποτε περνούσε για να κάτσει λίγο, προτιμούσε ένα καναπέ εκεί στη γωνία. Και δεν υπήρχε όλο αυτό το... πολύβουο μελίσσι γύρω του όπως παλιά. Εξακολουθούσε όμως να κατεβαίνει και στα 88 του τα σκαλιά του ΟΑΚΑ σε ταχύτητες... Μπολτ αν θεωρούσε πως κάποιος αδικούσε την ομάδα του. Έπαιρνε και τη θέση όποιου καθόταν στην πολυθρόνα κι έμενε εκεί. Έτοιμος να τεντώσει το χέρι και να διαμαρτυρηθεί, αλλά και να αγκαλιάσει ή να συγχαρεί τον νικητή. Άλλης εποχής παράγοντας... Ο τελευταίος ίσως...

Χάρηκε και στενοχωρήθηκε με τον Παναθηναϊκό, αλλά ένα δεν άλλαξε: Η αδιαπραγμάτευτη αγάπη του γι’ αυτόν. Η τρέλα του γι’ αυτόν και για την οικογένειά του και την μεγάλη του αδυναμία, την Κατερινούλα του.



ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ