Ο Σάββας Καμπερίδης βρίσκει μέσα στην πρόοδο του Άρη την προσωπική του δικαίωση, με αποκορύφωμα το «διπλό» στο «Ιβανώφειο» και το Basketa.gr εξηγεί πώς, βήμα προς βήμα, έχει καταφέρει πάλι να δώσει ελπίδα σε έναν «τραυματισμένο» ιστορικό σύλλογο, που κερδίζει ξανά την αυτοπεποίθησή του.
Κακή, στραβή και ανάποδη. Κάπως έτσι ήταν η περσινή χρονιά για τον Άρη στο ξεκίνημά της και, για πρώτη φορά, ο «Αυτοκράτορας» του ελληνικού μπάσκετ αντιμετώπιζε ξεκάθαρα το φάσμα του υποβιβασμού, σε μια εξέλιξη που θα ήταν ντροπιαστική για το μέγεθος της ιστορίας και το εκτόπισμα ενός εκ των λίγων συλλόγων, που κατάφεραν με τις επιτυχίες και την αύρα τους να δημιουργήσουν ένα «μπασκετικό» κοινό και να συμβάλουν στην εξέλιξη και δημοτικότητα του αθλήματος στην χώρα.
Κάπως έτσι, η επάνοδος του Σούλη Μαρκόπουλου μόνο επιτυχημένη δε θα μπορούσε να χαρακτηριστεί, με τον Έλληνα τεχνικό να οδηγείται αναγκαστικά στην έξοδο, αφού δεν ήταν μόνο το ρεκόρ 2-8 σε 10 αγωνιστικές, μα συνάμα και μια πολύ άσχημη εικόνα, που δε δικαιολογούσε ένα καλό ρόστερ, που είχε δημιουργηθεί. Οι «κίτρινοι», σε εκείνο το σημείο, διάλεξαν να ακολουθήσουν μια τακτική… ροντέο, αφήνοντας τα «κλειδιά» στον επί επτά χρόνια βοηθό διαφόρων τεχνικών που πέρασαν από την ομάδα.
Ο Σάββας Καμπερίδης ήταν όλο εκείνο το διάστημα στο πλευρό των Βαγγέλη Αγγέλου, Παρασκευά Μουρατίδη, Μίλαν Μίνιτς, Δημήτρη Πρίφτη, Παναγιώτη Γιαννάκη και Γιάννη Καστρίτη, προτού πάρει τη θέση του ως πρώτος προπονητής. Επί χρόνια, άλλωστε, όλοι αυτοί οι κόουτς είχαν εξαιρετικά λόγια να πουν για τον νεαρό και ταλαντούχο συνάδελφό τους, αλλά η πρώτη ευκαιρία του θα ερχόταν στα… πολύ «βαθιά».
Ο 43χρονος σήμερα τεχνικός, όμως, αποφάσισε να «κολυμπήσει» σε αυτά τα νερά. Η αρνητική ιστορικότητα της συνθήκης, που είχε προκύψει, του προσέδιδε ένα ακόμη «βάρος» στους ώμους του, που όμως δεν αρνήθηκε να πάρει. Τι είχε, άλλωστε, να χάσει στην κατάσταση, όπου είχαν περιέλθει οι Θεσσαλονικείς;
Το πρώτο δείγμα γραφής που… έκοψε και ανέπτυξε ο κορονοϊός
Επειδή, λοιπόν, η κατάσταση ήταν εξαιρετικά δύσκολη και κάθε αρχή είναι… επίσης δύσκολη, αυτή βρισκόταν στο ΟΑΚΑ με αντίπαλο την ΑΕΚ στις 13 Δεκεμβρίου 2019. Ο Άρης ηττήθηκε με 92-79, σε ένα αποτέλεσμα αναμενόμενο, αλλά τελικά έμελλε να είναι η αρχή για μια σαφέστατα βελτιωμένη εικόνα, έστω κι αν η ομάδα έπρεπε να αρχίσει να φέρεται σαν κάθε άλλη «νεοφώτιστη», στοχεύοντας συγκεκριμένους αντιπάλους, για να τους βάλει από κάτω.
Είχε, όμως, και άλλα δύο πλεονεκτήματα. Το ένα είναι το «ειδικό βάρος», που περιγράψαμε στην αρχή, το άλλο το γεγονός, ότι ένα… παιδί του Άρη βρισκόταν στην άκρη του πάγκου, γνωρίζοντας απ’ έξω και ανακατωτά κάθε γωνία του «Αλεξανδρείου». Το ξεκίνημα έγινε αμέσως μετά την Ένωση με αντίπαλο το Λαύριο, όπου το 81-70 έδειξε μια πρώτου είδους αντίδραση, με τον Καμπερίδη να ζητά τα βασικά από τους παίκτες του και να τα παίρνει.
Το αποτέλεσμα ήταν ήταν ένα ρεκόρ 3-6 επί των ημερών του νέου κόουτς, με έξι αγωνιστικές ακόμη για τη λήξη της κανονικής περιόδου της Basket League. Για να είμαστε ειλικρινείς, ο κορονοϊός ήρθε ως ακόμη ένας βοηθητικός παράγοντας, βοηθώντας τον Καμπερίδη να εξελίξει τη δουλειά του ακόμη περισσότερο τους επόμενους μήνες, παύοντας το πρωτάθλημα σε ένα σημείο, όπου η ομάδα του βρισκόταν ακόμη στην πλάτη στον τοίχο. Της είχε προσδώσει, φυσικά, ελπίδα επαναφέροντάς τη σε μια κανονικότητα, που προμήνυε μια καλύτερη μέρα, με αποτέλεσμα η διοίκηση να του δώσει παραπάνω χρόνο να δουλέψει.
Η «σφαλιάρα» του Καλαμπάκου που τον οδήγησε στη δικαίωση
Διαλέγοντας παίκτες για την νέα σεζόν στην Basket League, ο Καμπερίδης έδειξε «πυγμή» στις επιλογές του, στηρίζοντάς τις έως σήμερα με σθένος. Για κάτι τέτοιο, ειδικά σε σύλλογο με ιστορία στην Ελλάδα, ο προπονητής οφείλει να διαθέτει ιδιαίτερη προσωπικότητα, από τη στιγμή που θεωρητικά δεν έχει κάποιο εμπειρικό υπόβαθρο στη θέση του πρώτου.
Και δεν είναι λίγες οι στιγμές, όπου δέχθηκε έντονη πίεση. Από την πρεμιέρα κιόλας, ο Άρης του στήθηκε στον τοίχο εξαιτίας της ήττας στο Μεσολόγγι και, κυρίως, της αποκρουστικής εικόνας, που έβγαλαν οι παίκτες του. Ο Ντίνος Καλαμπάκος, όμως, δεν ήξερε τότε τι δώρο πρόσφερε στο συνάδελφό του με αυτή την ηχηρή «σφαλιάρα».
Ακολουθώντας τη δική του μέθοδο, οι «κίτρινοι» κέρδιζαν κάτι βήμα προς βήμα, μέρα με τη μέρα, χωρίς να χρειαστεί να πουν μεγάλα λόγια και αντιμετωπίζοντας την πραγματικότητα, όπως αυτή είναι. Αυτός ο ρεαλισμός και η μετριοπάθεια, που επέδειξε ο σύλλογος σε σύγκριση με προηγούμενες σεζόν, όπου νόμιζε πως θα κέρδιζε με την φανέλα και… έτρωγε τα μούτρα του, κάνει και τη διαφορά φέτος.
Οι μικρές κατακτήσεις άρχιζαν από παιχνίδια, που χρειάζονταν απαραίτητα για την επιβίωση, όπως με τον Ηρακλή ή το Μεσολόγγι στο «Αλεξάνδρειο» και τη Λάρισα στην Νεάπολη, συνεχίστηκαν με κερδισμένα στοιχήματα παικτών που δέχθηκαν κριτική, όπως ο ΝτεΚόζι, ο Τσάλμερς, ο Κουζέλογλου, ο Σταμάτης, ο Φλιώνης και άλλοι, και έφτασαν στο έως τώρα αποκορύφωμα του θριάμβου στο «Ιβανώφειο», όπου έκανε έναν αντίπαλο με θεωρητικά ανώτερο ρόστερ… φύλλο και φτερό.
Ο Άρης, κάπως έτσι, ανέβηκε με 6-10 στο πρωτάθλημα και έβγαλε «τη θηλιά από το λαιμό», ενδεχομένως με μόνιμο ορίζοντας, αφού Λάρισα και Μεσολόγγι έμειναν πια αρκετά πίσω, μετά το «διπλό» επί του Ηρακλή.
Έχει πια τον χρόνο να δουλέψει με τον τρόπο, που επιθυμεί για ένα σημαντικό χρονικό διάστημα και, πού ξέρει κανείς, μπορεί είτε φέτος είτε και του χρόνου, να προχωρήσει η ομάδα σε ένα επόμενο βήμα. Η ελπίδα, για αρχή, υπάρχει…