Οι καλοί Έλληνες παίκτες, που μπορούν να σταθούν επαρκώς στην Basket League, δεν είναι πολλοί και όσοι δεν δεσμεύονται με συμβόλαιο είναι λιγότεροι. Επομένως οι επιλογές των ομάδων από την ελληνική αγορά είναι κάθε καλοκαίρι περίπου δεδομένες. Μετρημένα κουκιά.
Αντίθετα οι ξένοι είναι μια άλλη ιστορία. Ειδικά τα τελευταία... κάμποσα χρόνια, που οι περιορισμένες οικονομικές δυνατότητες των ομάδων τις αναγκάζει να ψάχνουν και να βρίσκουν παίκτες σε διάφορες πιθανές και απίθανες μπασκετικές αγορές. Συνεπώς, έχει αξία να δούμε ποιοι από τους ξένους που απέκτησαν από το περασμένο καλοκαίρι και μετά οι ομάδες της Basket League βγάζουν τα λεφτά τους και ποιοι όχι. Καθώς πλέον πλησιάζουμε προς το τέλος του πρώτου γύρου, το δείγμα είναι ασφαλές.
Το basketa.gr έφτιαξε δύο πεντάδες. Μία με τους ξένους που κλέβουν μέχρι στιγμής την παράσταση. Και άλλη μία με αυτούς που απογοητεύουν. Να σημειωθεί ότι δεν λαμβάνονται υπόψη παίκτες όπως π.χ. ο Βινς Χάντερ και ο Φιλ Γκος, που αγωνίστηκαν και πέρυσι στην ίδια ομάδα, άρα δεν τους ανακάλυψε κανείς, διότι πολύ απλά τους είχε.
ΟΙ HOT
Ράιαν Χάροου (γκαρντ, Περιστέρι): Τον είχαμε ξαναδεί στα μέρη μας πριν από τρία χρόνια, όταν έπαιξε στο Ρέθυμνο και ήταν μάλιστα καλός, όμως αυτά που κάνει φέτος στο Περιστέρι δεν τα περιμέναμε. Είναι ο μεγάλος πρωταγωνιστής μιας ομάδας που, εντελώς απρόσμενα, κάνει πορεία πρωταθλητισμού ως τώρα, και έχει πραγματοποιήσει σπουδαίες εμφανίσει ακόμα και απέναντι σε ομάδες όπως ο Παναθηναϊκός και η ΑΕΚ, που είναι υψηλότερου επιπέδου. Με 16,5 πόντους και 5 ασίστ κατά μέσο όρο ο απόφοιτος του Τζόρτζια Στέιτ κάνει την καλύτερη σεζόν της επαγγελματικής του καριέρας.
Ντέβιον Μπέρι (γκαρντ, Πανιώνιος): Ο Θανάσης Σκουρτόπουλος δεν έμελλε να κοουτσάρει τον Πανιώνιο τη φετινή σεζόν, πριν όμως αποχωρήσει το καλοκαίρι εξαιτίας των διοικητικών παλινωδιών, άφησε ως παρακαταθήκη του αυτόν τον παίκτη. Αυτός επέλεξε να τον φέρει, ο Κρις Χουγκάζ στη συνέχεια αποφάσισε να τον κρατήσει και ο Πανιώνιος κέρδισε τον πρώτο σκόρερ του και έναν παίκτη που συνεχίζει να τον κουβαλά στις πλάτες του, με τις πιθανότητες για παραμονή στην κατηγορία να είναι πλέον αυξημένες. Ο Μπέρι, που έπαιξε πρόπερσι δύο παιχνίδια στον Κολοσσό, αλλά δεν στέριωσε, σκοράρει 18,5 πόντους ανά αγώνα με σχεδόν 37% στο τρίποντο και έχει αποδειχθεί πραγματική λίρα εκατό.
Κρις Χόρτον (σέντερ, Κύμη): Είναι μια όαση στη γενική μετριότητα, μέσα στην οποία κινείται η Κύμη. Ένας εξαιρετικός σέντερ, μακρύς, με σπουδαία αθλητικά προσόντα, που κάνει πολύ καλή σεζόν, την καλύτερη της βραχύβιας επαγγελματικής καριέρας του. Άλλωστε είναι μόλις 24 ετών και άρχισε να παίζει επαγγελματικό μπάσκετ πρόπερσι στη G- League, αμέσως μετά την αποφοίτησή του από το πανεπιστήμιο Όστιν Πι, ενώ πέρυσι αγωνίστηκε στην Ουγγαρία με την Άλμπα Φέχερβαρ. Σκοράρει σχεδόν 13 πόντους μέσα στη ρακέτα, μαζεύει σχεδόν 7,5 ριμπάουντ και είναι μαζί με τον Λάσμε οι κορυφαίοι μπλοκέρ του πρωταθλήματος.
Σον Έβανς (σέντερ, Ήφαιστος): Ένας πολύ αξιόπιστος ψηλός, που παίζει σημαντικό ρόλο στην πολύ καλή πορεία του Ηφαίστου ως τώρα. Σκοράρει 11,5 πόντους και μαζεύει 8 ριμπάουντ σε κάθε αγώνα αποτελώντας στέρεο σημείο αναφοράς μέσα στη ρακέτα για την ομάδα του Σωτήρη Μανωλόπουλου, ο οποίος εν πολλοίς πόνταρε σε σίγουρο άλογο το καλοκαίρι όταν τον επέλεξε. Διότι ο Έβανς έχει παίξει άλλες δύο φορές στην ελληνική Basket League έχοντας αφήσει πολύ καλές εντυπώσεις. Και πρόπερσι στο Λαύριο και πέρυσι στον Προμηθέα, απ' όπου έφυγε για λόγους που δεν είχαν να κάνουν με την προσφορά του στο παρκέ.
Νάιτζελ Ουίλιαμς Γκος (γκαρντ, Ολυμπιακός): Όταν το καλοκαίρι ο Ντέιβιντ Μπλατ αποφάσισε να του εμπιστευτεί βασικό ρόλο σε μια ομάδα με το μέγεθος και τους στόχους του Ολυμπιακού, το ερώτημα που ανέκυψε ήταν αν θα μπορούσε να αντέξει αυτό το βάρος. Άλλωστε μετά την αποφοίτησή του από το Γκόνζαγκα πρόπερσι, η μόνη εμπειρία του ως επαγγελματίας ήταν η περσινή-πολύ καλή ομολογουμένως-σεζόν του στην Παρτιζάν και μόνον αυτή. Λίγους μήνες αργότερα η απάντηση είναι προφανής: μπορεί! Έχει βρει το ρόλο του δίπλα στον Σπανούλη και η συνεισφορά του τόσο στην Ευρωλίγκα όσο και στο πρωτάθλημα είναι σημαντική. Στην Basket League σκοράρει 12,5 πόντους και μοιράζει 4,3 ασίστ ανά αγώνα παίζοντας κατά μέσο όρο 25 λεπτά.
OI NOT
Γιάνις Τίμα (φόργουορντ, Ολυμπιακός): Μετά την καλή σεζόν που έκανε πέρυσι στην Μπασκόνια, με την οποία έδειξε ότι μπορεί να ανταποκριθεί στο επίπεδο της Ευρωλίγκας, ο Ντέιβιντ Μπλατ περίμενε ότι θα έκανε φέτος ένα ακόμα βήμα μπρος, γι' αυτό τον εμπιστεύτηκε. Όμως ο Λετονός δείχνει προβλήματα προσαρμογής. Και σίγουρα δεν εμφανίζει αυτό που περίμεναν τόσο ο προπονητής του όσο και όλος ο Ολυμπιακός από αυτόν. Οι 5,5 πόντοι που σκοράρει κατά μέσο όρο στην Basket League είναι οι λιγότεροι σε όλη την καριέρα του, με εξαίρεση μια σεζόν στους Μπάρονς όταν ήταν ακόμα 19 ετών. Ο Μπλατ τον στηρίζει και τον περιμένει, αλλά αν κάποια στιγμή πάρει γκαρντ, όπως ακούγεται, τότε η θέση του στο ρόστερ θα γίνει πολύ επισφαλής.
Στεφάν Λάσμε (σέντερ, Παναθηναϊκός): Η εξαιρετική σεζόν που έκανε πέρυσι στο Καζάν υπό τις οδηγίες του Δημήτρη Πρίφτη δημιούργησε την εντύπωση ότι παρά τα χρονάκια του, παραμένει ακμαίος, σφριγηλός και ικανός να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις που έχει μια από τις καλύτερες ομάδες της Ευρωλίγκας, όπως ο Παναθηναϊκός. Φαίνεται όμως πως τα πράγματα δεν είναι έτσι ακριβώς. Παρά το ότι γνωρίζει το περιβάλλον άριστα, αφού έχει ξαναφορέσει την πράσινη φανέλα και πριν από μια πενταετία, δείχνει ότι δεν μπορεί να προσαρμοστεί ή να αντεπεξέλθει. Στην επαγγελματική του καριέρα, που άρχισε το 2007, δεν είχε ποτέ τόσο χαμηλούς μέσους όρους σε πόντους και ριμπάουντ όσο έχει στη φετινή Basket League. Σκοράρει 6,9 πόντους, μαζεύει 4,5 ριμπάουντ και είναι βέβαιο πως ο Τσάβι Πασκουάλ περίμενε πολύ περισσότερα απο αυτόν.
Κιθ Κλάντον (σέντερ, Ρέθυμνο): Το πέρασμά του από τον ΠΑΟΚ τη διετία 2015-17 είχε δημιουργήσει την εντύπωση ότι πρόκειται για έναν πολύ αξιόπιστο σέντερ. Γι' αυτό άλλωστε το καλοκαίρι το Ρέθυμνο προτίμησε να τον πάρει, όταν τον βρήκε διαθέσιμο, και να αφήσει τον Εντ Ντάνιελς, ο οποίος ήταν η αρχική επιλογή, αλλά δεν ικανοποιούσε στην προετοιμασία. Το αποτέλεσμα ήταν ο Ντάνιελς να πάει στο Περιστέρι, όπου διαπρέπει κάνοντας πρωταθλητισμό, και το Ρέθυμνο να μείνει με έναν Κλάντον σκιά του εαυτού του. Σκοράρει μόλις 3,5 πόντους ανά αγώνα, ενώ και τα 7 ριμπάουντ που μαζεύει, μάλλον παρηγοριά στον άρρωστο είναι, αν κρίνει κανείς από τον σταθερά φθίνοντα χρόνο συμμετοχής που παίρνει τελευταία.
Αντουέιν Ουίγκινς (φόργουορντ, Ήφαιστος): Άλλο πράγμα είχε στο μυαλό του ο Σωτήρης Μανωλόπουλος όταν τον επέλεγε το καλοκαίρι. Αυτό που είχε δει πέρυσι, όταν ως παίκτης του Λαυρίου ο Ουίγκινς έκανε μια εξαιρετική σεζόν με 11 πόντους και 5,2 ριμπάουντ κατά μέσο όρο. Φέτος, όμως, στη Λήμνο δεν συνεχίζει σε αυτό το ρυθμό. Ίσως να έχει μπερδευτεί με το ρόλο του, ίσως να έχει επηρεαστεί από το ότι το μακρινό σουτ δεν είναι το φόρτε του, η ουσία είναι πως η παραγωγικότητά του έχει πέσει στους μόλις 4,5 πόντους και η μόνη ουσιαστική βοήθεια που δίνει είναι στα ριμπάουντ, με τα 4,2 που μαζεύει κατά μέσο όρο. Και δεν είναι τυχαίο ότι από τα 25 λεπτά που έπαιζε πέρυσι στο Λαύριο, φέτος παίζει 17.
Τέντι Οκερεαφόρ (γκαρντ, Χολαργός): Από έναν διεθνή με την Εθνική Μεγάλης Βρετανίας γκαρντ με τριετή πλέον επαγγελματική καριέρα ο Άρης Λυκογιάννης θα περίμενε σίγουρα πολύ περισσότερα από τους 3,5 πόντους και τις 1,2 ασίστ που συνεισφέρει ο Οκερέαφορ. Πολύ περισσότερο από τη στιγμή που μετά από ένα αξιόλογο πρώτο μισό της σεζόν στην Κύμη, δέχθηκε πρόταση με περισσότερα χρήματα και πήγε κι έπαιξε και στη Φορτιτούντο Μπολόνια, ανεβάζοντας την τιμή της αξίας του στο μπασκετικό χρηματιστήριο. Φέτος, όμως, συναντά δυσκολίες και δεν είναι τυχαίο ότι παίζει τα λιγότερα λεπτά σε ολόκληρη την επαγγελματική του καριέρα (15,5).