O Μάικ Μπατίστ, ο αγαπημένος Μάικ των απανταχού Παναθηναϊκών, χτίζει το δεύτερο μεγάλο κεφάλαιο της καριέρας του σε άλλες πολιτείες. Συγκεκριμένα σε μία Πολιτεία των ΗΠΑ, στη Φλόριντα, στο τεχνικό επιτελείο των Ορλάντο Μάτζικ. Τα όσα έζησε στην Ευρώπη και ειδικά στους "πράσινους" είναι όπλα στη φαρέτρα του. Ο Μπατίστ μίλησε γι' αυτά και στάθηκε σε ένα όνομα: Στον Δημήτρη Διαμαντίδη. Όλα αυτά σε συνέντευξή του στο Orlando Magic Pod Squad. Άλλωστε εκτός από μπάσκετ, αν και πραγματικά χαίρεται και απολαμβάνει κάποιος σε αυτόν είναι ο τρόπος που μιλάει, το να συζητάει μαζί του.
Ο Μπατίστ αναφέρθηκε στην προσπάθειά του να φτάσει στο ντραφτ του ΝΒΑ και την ατυχία του με τη ρήξη χιαστού στο pre draft camp, κάτι που τον οδήγησε τελικά στην Ευρώπη: "Δεν επιλέχθηκα και πήγα πίσω στο Αριζόνα Στέιτ. Εκεί είδα τα νούμερα που είχε ο φίλος μου, Έντι Χάουζ, και είδα τι πρέπει να κάνω. Έκανα κάποιες δύσκολες ερωτήσεις στον ίδιο μου τον εαυτό, για το αν αυτό ήθελα να κάνω, γιατί είναι απογοητευτικό να σε προδίδει το σώμα μου. Τότε έπαιξα ένα άλλο παιχνίδι: Αυτό της υπομονής. Ήταν κάτι που διήρκεσε κοντά ένα χρόνο. Ήταν δύσκολο όταν οι άλλοι γύρω σου έπαιζαν και διασκέδαζαν, εσύ να μην μπορείς. Όταν το ξεπέρασα, ήθελα να παίξω και βρήκα ένα συμβόλαιο στο Βέλγιο όπου είχα μια καλή σεζόν. Επέστρεψα, πήγα στο summer league με τους Μιλγουόκι Μπακς, αλλά δεν προχώρησε και ήρθε η σειρά της Ιταλίας. Η Μπιέλα είναι κοντά στο Μιλάνο, πόλη με κουλτούρα, φαγητό, ιστορία. Σου λείπει το σπίτι σου κάποιες στιγμές, αλλά είχα ευθύνες και έπρεπε να φροντίσω την οικογένειά μου. Το εύκολο θα ήταν να τα παρατήσω. Είχα όμως ευθύνες. Δεν γινόταν να κάνω πίσω και στην Ιταλία έπαιξα απέναντι σε πολύ καλούς παίκτες, σε μια ανταγωνιστική λίγα. Ένιωθα πως ήθελα να κάνω περισσότερα πράγματα όμως.
Τότε με κάλεσαν οι Κλίπερς στο καμπ βετεράνων και ο Άλβιν Τζέντρι μου έδωσε την ευκαιρία και μου είπε πως είμαι ελεύθερος να σουτάρω. Έκανα ένα πολύ καλό summer league, αλλά ενώ οδηγούσα με τον Τζέντρι δίπλα μου, μου είπε πως δεν μπορούσα να παίξω στην ομάδα. Αγαπώ τους Λέικερς, οπότε καταλαβαίνετε πως ένιωσα όταν με κάλεσα ο Τζέρι Ουέστ, θρύλος της ομάδας. Πήγα στους Μέμφις Γκρίζλις, αλλά το τεχνικό επιτελείο άλλαξε. Ήθελα να μείνω στο ΝΒΑ, αλλά όταν ήρθε η πρόταση από τον Παναθηναϊκό τελικά είπα το "ναι".
Είχα δει ψάξει και είχα δει πως είναι από τις πιο σημαντικές ομάδες στην Ευρώπη. Και πάλι δεν ήξερα ακριβώς που πήγαινα, πόσο μεγάλο κλαμπ ήταν ο Παναθηναϊκός. Μου πήρε χρόνο να προσαρμοστώ, αλλά ευτυχώς είχα μια παραγωγική χρονιά και πλέον η Ελλάδα είναι δεύτερο σπίτι πλέον για μένα. Ακόμη κι όταν βλέπω φωτογραφίες πολλές φορές από εκεί είναι πολύ έντονο το συναίσθημα, επιστρέφουν μεγάλες αναμνήσεις. Κι εγώ είχα μια δεκαετία σπουδαίων αναμνήσεων, κατάφερε να πετύχω πράγματα".
Ο Μπατίστ ξεχωρίζει το φάιναλ φορ του 2007 και τον τελικό με την ΤΣΣΚΑ Μόσχας. Μιλά για την ατμόσφαιρα, τον κόσμο, την ενέργεια: "Αν έχετε τη δυνατότητα να δείτε από κοντά κοινό στην Ευρώπη να το κάνετε! Θα ανατριχιάσετε από τη στήριξη του κόσμου. Πολύ πριν το τζάμπολ στο γήπεδο βρίσκονται 15.000 άνθρωποι. Υπάρχει ένταση και πολλές φορές χρησιμοποιείς αυτήν ακριβώς την ενέργεια του κόσμου. Ο τελικός της Ευρωλίγκας το 2007 έγινε στο ΟΑΚΑ, σε ένα γήπεδο που χωρά 18.000 φιλάθλους, αλλά αν δείτε το βίντεο θα δείτε πως έχει εύκολα 25.000 κόσμο μέσα. Ήταν μεγάλη υπόθεση γιατί εκπροσωπούσαμε και την Ελλάδα σε ένα φάιναλ φορ που γινόταν στην Αθήνα. Νικήσαμε την Τάου Κεράμικα και στον τελικό την ΤΣΣΚΑ. Ήξερα μέσα μου πως θα νικούσαμε, γιατί παίζαμε μπροστά στον κόσμο μας".
Η αγάπη του κόσμου ήταν λογικό να γίνει το επόμενο σημείο αναφοράς στην κουβέντα: "Είχα ακούσει πολλές ιστορίες για τον Ρόντνεϊ Μπιούφορντ που ήταν εκεί πριν από μένα. Δεν ήταν καλές ιστορίες. Εγώ λειτούργησα διαφορετικά και αυτό ήταν κάτι που άλλαξε κάπως και το πως βλέπουν τους Αμερικάνους που πηγαίνουν στην Ευρώπη. Έλεγαν οι περισσότεροι πως είμαστε τεμπέληδες και πως το μόνο που θέλουμε είναι να σκοράρουμε. Εγώ προσαρμόστηκα σε ένα διαφορετικό στυλ και τα πρώτα χρόνια ήταν δύσκολα. Ενώ είχα κι έναν πολύ απαιτητικό προπονητή. Αν δεν ήσουν στο σωστό σημείο και δεν ήσουν στη γωνία θα στο έδειχνε και αυτό ήταν μεγάλη προσαρμογή για μένα, γιατί στο ΝΒΑ τα πράγματα είναι κάπως διαφορετικά. Εάν δεν έκανες τη δουλειά, δεν τον ένοιαζε εάν η γυναίκα σου ήταν στο γήπεδο θα στο έδειχνε. Δεν ήταν κάτι προσωπικό, αλλά ήταν ένας τρόπος να σου δώσει το μήνυμα ότι πρέπει να κάτσεις στον πάγκο. Από την τρίτη χρονιά και μετά έγιναν πιο εύκολα. Έπαιξα στην αρχή στο τέσσερα και μετά με πήγε στο 5, γιατί μου είπε "Μάικ είσαι πιο γρήγορος από τους περισσότερους ψηλούς και μπορείς να δημιουργήσεις το δικό σου σουτ". Έλεγα "μην ανησυχείτε, απλά βάλτε με να παίξω". Από την καταστροφή ήρθε η εκτόξευση. Είχαμε κι άλλους καλούς παίκτες φυσικά και χτίσαμε μια δυναστεία για εννέα χρόνια. Αν δείτε πόσους τίτλους κατακτήσαμε... Είναι ωραίο να νιώθεις μέρος της ιστορίας. Ο πρώτος τίτλος στην Ελλάδα ήταν η πρώτη μου ανάλογη εμπειρία. Με οδήγησε σε μια άλλη κατεύθυνση. Ήθελα να ξανανιώσω αυτό το συναίσθημα ξανά και ξανά. Τις δύο πρώτες σεζόν στον Παναθηναϊκό παρακολουθούσα αν υπάρχει θέση στο ΝΒΑ. Από τη τρίτη σεζόν και μετά δεν το ξανασκέφτηκα. Ένιωσα σαν ροκ σταρ όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά οπουδήποτε κι αν έπαιζα. Υπήρχε κόσμος που απλά ήθελε μια φωτογραφία μαζί μου. Ήταν κάτι πολύ ξεχωριστό".
Από όλο αυτό ο Μπατίστ ξεχώρισε και στάθηκε σε έναν παίκτη: "Ένα όνομα θα πω από όσους έπαιξα μαζί: Δημήτρης Διαμαντίδης. Ήταν στην Εθνική Ελλάδας που νίκησε τις ΗΠΑ το 2006. Αν ψάξετε γι' αυτόν θα δείτε πως κάναμε το καλύτερο ζευγάρι πικ εντ ρολ. Τρομερά μακρύς και σιωπηλός φονιάς.Δεν μιλούσε πολύ, αλλά όλοι ήξεραν πως η μπάλα θα πάει στο 13 στα τελευταία λεπτά. Πιστεύω πως το παιχνίδι του ήταν φτιαγμένο για το ΝΒΑ. Ήταν όμως από μια μικρή πόλη της Ελλάδας, την Καστοριά, μετά πήγε στη Θεσσαλονίκη και μετά στην Αθήνακαι ήταν σαν σοκ γι' αυτόν. Στην αρχή ούτε καν οδηγούσε στην Αθήνα. Πιστεύω πως θα πάθαινε το ίδιο σοκ αν αποφάσιζε να πάει στο ΝΒΑ".