Τρία πράγματα είναι βέβαια σε αυτή τη ζωή. Ότι θα γεννηθούμε, ότι θα πεθάνουμε και ότι από τον Απρίλιο και μετά θα δούμε τον πραγματικό Βασίλη Σπανούλη. Τους προηγούμενους μήνες είναι ένας πολύ καλός Ευρωπαίος παίκτης, όπως αρκετοί άλλοι. Παίζει καλά, παίζει άσχημα, βάζει σουτ, χάνει σουτ, τραυματίζεται, χάνει το ρυθμό του, τον ξαναβρίσκει... Τον Απρίλιο όμως μεταμορφώνεται. Γίνεται άτρωτος, σχεδόν υπερφυσικός. Μαζί του και με τη δική του σφραγίδα ο Ολυμπιακός έχει φτάσει σε τέσσερα φάιναλ φορ μέσα σε επτά χρόνια, έχει σηκώσει δύο ευρωπαϊκά τρόπαια και άλλα τρία πρωταθλήματα Ελλάδας, γράφει τις πιο χρυσές σελίδες της ένδοξης ιστορίας του. Και το πιο σημαντικό;
Κάθε χρόνο ξέρεις ότι έτσι είναι. Ανεξάρτητα από το τι έχει συμβεί σε όλη την προηγούμενη σεζόν, από τον Απρίλη και μετά ξέρεις ότι ο Βασίλης θα είναι εκεί.
Ποιος είναι, όμως, ο πραγματικός Βασίλης Σπανούλης; Είναι ένας παίκτης με τρομακτική επιρροή στο παιχνίδι της ομάδας του. Ένας παίκτης που όχι μόνο δεν φοβάται την ευθύνη να κουβαλήσει την ομάδα στην πλάτη του, όχι μόνο δεν λυγίζει από αυτήν, αλλά αντίθετα την επιδιώκει. Γιατί τον κάνει κι αυτόν ακόμα καλύτερο. Δεν είναι ο μοναδικός τέτοιος παίκτης. Υπάρχουν κι άλλοι. Η διαφορά του με τους υπόλοιπους είναι ότι "διαβάζει" τόσο καλά το παιχνίδι, που ξέρει ακριβώς ανά πάσα στιγμή τι πρέπει να κάνει για να κερδίσει. Και το κάνει. Και κερδίζει.
Στην Κωνσταντινούπολη το 2012 δεν έκανε αυτός το τελευταίο σουτ. Πάσαρε στον Πρίντεζη για το περίφημο "πεταχτάρι". Αντίθετα, την επόμενη χρονιά στο Λονδίνο ήταν αυτός που πήρε το όπλο και άρχισε να "πυροβολεί" τη Ρεάλ. Το αποτέλεσμα ήταν το ίδιο. Κι υπάρχουν κι άλλα παραδείγματα. Πολλά.
Ο Βασίλης Σπανούλης δεν τρέχει σαν τον άνεμο, δεν πηδάει στο Θεό, δεν καρφώνει με τις... μασχάλες ούτε πασάρει κάτω από τα πόδια ή πίσω από την πλάτη. Σε 40 λεπτά αγώνα δεν κάνει ούτε μία γκριμάτσα. Έχει το ίδιο ανέκφραστο πρόσωπο είτε πετύχει το πιο μεγάλο τρίποντο είτε πετάξει κατά λάθος την μπάλα στην εξέδρα. Την Τρίτη έπρεπε να φτάσει το τελευταίο δευτερόλεπτο του αγώνα με την Εφές και η νίκη να έχει οριστικοποιηθεί, για να γυρίσει στην εξέδρα και να της δώσει με τα χέρια το σύνθημα για να πανηγυρίσει. Μέχρι εκείνο το σημείο δεν έβλεπε τίποτα άλλο εκτός από την μπάλα και τον αντίπαλο.
Ο Βασίλης Σπανούλης δεν κάνει τίποτα από αυτά που έχουμε συνηθίσει να αποκαλούμε "θέαμα". Κι όμως. Όταν τελειώνει ένα παιχνίδι όπως αυτό της Τρίτης, όπως οι δύο τελευταίοι περσινοί τελικοί των πλέι οφ, όπως ο τελικός του Λονδίνου, όπως πολλά, πολλά άλλα, έχουμε μείνει όλοι άφωνοι και αναρωτιόμαστε: "Τι έκανε πάλι ο άνθρωπος, ρε";
Συγγνώμη, αλλά αυτό είναι η πεμπτουσία του πραγματικού μπάσκετ!
Τα χρόνια της δεκαετίας του 1980 οι οπαδοί της Νάπολι, τρελαμένοι από τη δόξα και τους τίτλους που τους είχε χαρίσει απλόχερα ο Ντιέγκο Μαραντόνα, του αφιέρωσαν το παρακάτω σύνθημα, που έχει περάσει στην ιστορία:
"O mamma mamma, sai perche mi batte il corazon?
Ho visto Maradona, ho visto Maradona
eh, mamma, innamorato son"
(Μαμά, μαμά, ξέρεις γιατί χτυπάει η καρδιά μου; Είδα τον Μαραντόνα και τον ερωτεύτηκα).
Εγώ, λοιπόν, είδα τον Σπανούλη. Και αισθάνομαι πολύ τυχερός γι' αυτό...
Photo Credits: Eurokinissi