23.5 C
Athens
Παρασκευή, 5 Ιουλίου, 2024

Κατσικάρης: «Το ΝΒΑ ήταν η αλλαγή που έψαχνα»

Τα ελληνικά ΜΜΕ είχαν την ευκαιρία επαφής με τον Φώτη Κατσικάρη, με το Basketa.gr να συμμετάσχει μεταξύ αυτών, και ο Έλληνας τεχνικός μίλησε... εφ' όλης της ύλης, για τη συνεργασία με τον Κουίν Σνάιντερ στους Τζαζ, το ξεκίνημα της σεζόν στο ΝΒΑ, τις διαφορές με το ευρωπαϊκό μπάσκετ, το σύστημα «Σπανούλης», τον Γιάννη Αντετοκούνμπο και τη θητεία του στην Εθνική.

Ήταν 31 Ιουλίου του έτους αυτού, όταν γραφόταν ιστορία για το ελληνικό μπάσκετ, που είδε τον Φώτη Κατσικάρη να γίνεται ο πρώτος προπονητής, που περνά τον Ατλαντικό και μπαίνει στο μαγικό κόσμο του ΝΒΑ. Ο Έλληνας τεχνικός, μετά από 15ετή θητεία εντός κι εκτός συνόρων, έχοντας ως τελευταίο σταθμό την Τενερίφη, προσλήφθηκε στο επιτελείο του Κουίν Σνάιντερ, στους Γιούτα Τζαζ, σε μια ιδιαίτερη στιγμή από όλες τις απόψεις.

Ο ίδιος, λοιπόν, βρίσκεται σχεδόν τρεις μήνες στο σύλλογο και χθες (29/10) τα ελληνικά ΜΜΕ είχαν την ευκαιρία να μιλήσουν μαζί του τηλεφωνικά, με το Basketa.gr να συμμετάσχει στην κουβέντα, ώστε να αποκαλύψει τις πτυχές της νέας του καθημερινότητας στους «Μορμόνους». Ο κόουτς Κατσικάρης αναφέρθηκε στην απόφαση να αφήσει το μόνιμο πόστο του πρώτου προπονητή, που κατείχε, για να αποδεχθεί την πρόταση του να γίνει μέλος σε προπονητικό επιτελείο ομάδες ΝΒΑ, χωρίς να αποκλείει επιστροφή του στο ρόλο αυτόν. Έκανε αναφορά στο σύστημα «Σπανούλης», για τον Γιάννη Αντετοκούνμπο, το «Space Jam», τους Ουόριορς και τις διαφορές μεταξύ ευρωπαϊκού και αμερικανικού μπάσκετ, ενώ στάθηκε ιδιαίτερα σε ερώτηση του Basketa.gr για τη θητεία του στην Εθνική.

Αναλυτικά, όσα δήλωσε:

«Θεωρώ πως έχουμε κάνει ένα καλό ξεκίνημα, παρά το γεγονός ότι είχαμε να αντιμετωπίσουμε ένα δύσκολο πρόγραμμα. Ήμασταν άτυχοι με το Γκόλντεν Στέιτ, χάνοντας στο τελευταίο δευτερόλεπτο, ενώ και με το Μέμφις είχαμε μια πολύ καλή αντίδραση, παρότι χάσαμε. Ένα θετικό της ομάδας είναι οι τρεις νίκες της σε τέσσερα εκτός έδρας ματς, αλλά είμαστε στην αρχή ακόμη και δουλεύουμε πολύ. Ο προπονητής μας θέλει να δει βελτίωση σε κάθε ματς και υπάρχει αισιοδοξία για το επίπεδο που περιμένει από τους παίκτες».

Για το τι τον έχει εντυπωσιάσει και τι πρέπει να κάνει ένας Ευρωπαίος, ώστε να επιβιώσει στο ΝΒΑ: «Πέρα από το επίπεδο των παικτών, ασφαλώς, με έχει εντυπωσιάσει η ταχύτητα εξέλιξης των πραγμάτων, καθώς υπάρχει μεγάλος όγκος δουλειάς να διαχειριστείς, μαζί με τον χρόνο για να ετοιμάσεις το αμέσως επόμενο παιχνίδι. Με το που τελειώνει ένα ματς, πρέπει να το δεις σε όλες του τις λεπτομέρειες και μετά να βρεις τα κλειδιά του, είτε σε θετικά είτε σε αρνητικά στοιχεία. Με εντυπωσίασε, λοιπόν, η διαχείριση του χρόνου σε όλο αυτό και κάθε μέρα προσαρμόζομαι και καλύτερα. Πρέπει να προσθέσω, βέβαια, ότι δεν υπάρχει κανένας συναισθηματισμός, γιατί δεν έχεις… καν τον χρόνο να μείνεις σε μια ήττα, ή να διασκεδάσεις μια νίκη».

Για τον Γιάννη Αντετοκούνμπο, τη διαθεσιμότητα στην Εθνική και αν τον αφήσουν οι Μπακς: «Κάθε οργανισμός κάνει τις επιλογές του και ο Γιάννης είναι μια μεγάλη επένδυση για το Μιλγουόκι. Το πώς θα διαχειριστούν το θέμα είναι δικό τους ζήτημα και δεν μπορώ να επέμβω. Σαφώς, βέβαια, ο Γιάννης είναι κι ένα τεράστιο κεφάλαιο για την Εθνική, ένας all star παίκτης, που θα ήταν ευχής έργον να επανέλθει».

Για το τι είχε στο μυαλό του, ώστε από πρώτος προπονητής να γίνει μέλος στο τεχνικό επιτελείο μίας ομάδας: «Όταν δέχθηκα την πρόσκληση του Κουίν Σνάιντερ, αντιλήφθηκα πως πρόκειται για τη μεγαλύτερή μου πρόκληση. Πέρα από το γεγονός, ότι ήταν όνειρό μου να βρεθώ στο ΝΒΑ, ήταν και η στιγμή σωστή για αυτή την απόφαση. Ένιωσα, βέβαια, κάπως έτσι να κλείνω έναν κύκλο 15 ετών και να ξεκινώ ένα καινούργιο ταξίδι, έχοντας φυσικά την εμπειρία μου, αλλά ένα διαφορετικό ρόλο. Αυτό ήταν που σκέφτηκα, παίρνοντας μία απόφαση για να κάνω κάτι καινούργιο, να αναζωογονηθώ. Βλέπω ακόμη και πράγματα που, θεωρητικά, ήξερα σε μια άλλη οπτική γωνία και γίνομαι καλύτερος προπονητής. Είμαστε, μπορώ να πω, ένα ωραίο γκρουπ προπονητών στην ομάδα, από τον Κουίν Σνάιντερ, έναν πολύ καλό άνθρωπο και δάσκαλο, μέχρι τους υπόλοιπους τεχνικούς. Ήταν, μάλλον, η αλλαγή που έψαχνα και ήρθε την κατάλληλη στιγμή. Απολαμβάνω, φυσικά, το ότι βρίσκομαι στο καλύτερο πρωτάθλημα του κόσμου, με τους καλύτερους προπονητές και αθλητές, τις πλέον ιδανικές συνθήκες να δουλέψω, ώστε να βελτιωθώ και να ανακαλύψω καινούργια πράγματα. Πολλές φορές, ξέρετε, νομίζουμε οι προπονητές πως έχουμε μάθει το μπάσκετ, αλλά σας πληροφορώ ότι μέσα σε 2.5 μήνες έχω μάθει πάρα πολλά και είμαι ανοικτός».

Για το αν έχει κρατήσει κάποια ιδιαίτερη συμβουλή από τον Κουίν Σνάιντερ: «Με βοηθάει πολύ στο κομμάτι της πρακτικής. Έχει και μια διαφορετική νοοτροπία, έχοντας περάσει για έναν χρόνο από το επιτελείο του Έτορε Μεσίνα στην ΤΣΣΚΑ και εκτιμά πολύ το ευρωπαϊκό μπάσκετ και τους προπονητές του. Με έχει βοηθήσει πολύ, λοιπόν, στο νέο μου ρόλο, που είναι ένα σκάουτινγκ που είχα πολύ καιρό να κάνω. Συγκεκριμένα, έχω επικεντρωθεί στο πώς πρέπει να βλέπει η ομάδα τον αντίπαλο και τι είναι το πολύ σημαντικό που πρέπει να δει σε μικρό χρονικό διάστημα ο προπονητής, ώστε να μπει η γενική φιλοσοφία γύρω από το παιχνίδι. Κάνω, φυσικά, συνέχεια ερωτήσεις, μαθαίνοντας καθημερινά πράγματα μέσα στο γήπεδο, μαζί με τη γενική λειτουργία και το πώς λειτουργούν οι σχέσεις στον κόσμο του ΝΒΑ».

Για το αν υπάρχει, όντως, play που ονομάζεται «Σπανούλης» και την εντυπωσιακή εξέλιξη του Τζο Ινγκλς: «Υπάρχει, όντως, σύστημα “Σπανούλης” και δεν είναι μόνο ένα. Υπάρχουν διαφορετικές επιλογές και κινήσεις, με τη βασική κίνηση να ξεκινά κάτω από το καλάθι για να πάρει με hand off μετά την μπάλα ο παίκτης, κάτι που έκανε διαρκώς ο Ολυμπιακός με τον Σπανούλη και ο κόουτς Σνάιντερ το έχει προσαρμόσει στην φιλοσοφία του. Μου έχει κάνει, όντως, τρομερή εντύπωση ο Ινγκλς, καθώς βλέπεις το ΝΒΑ να βασίζεται στην αθλητικότητα, αλλά αυτός έχει το μυαλό. Είναι ένα πόιντ φόργουορντ, που ταίριαξε στην ομάδα, είναι πιο ώριμος, κατανοεί το παιχνίδι, είναι καλός πασέρ και μακρύς στα προσόντα του, ενώ έχει μια άριστη χημεία με τον Γκομπέρ. Εκμεταλλεύεται, φυσικά, και τους μεγαλύτερους χώρους του ΝΒΑ, για να σουτάρει».

Για τις ισορροπίες στην άκρως ανταγωνιστική Δύση και κατά πόσο τον βοηθά αυτή η κατάσταση στη δική του εξέλιξη: «Έχω κάνει ένα πρώτο σκάουτινγκ σε αρκετές από τις ομάδες αυτές, γιατί εμείς στο κομμάτι του σκάουτινγκ δουλεύουμε ανά ομάδες ο καθένας, και διαπιστώνω αυτό ακριβώς. Βάζοντας, δηλαδή, τα ρόστερ σε μια Δύση που έγινε ακόμη πιο δυνατή με την άφιξη του ΛεΜπρόν στο Λος Άντζελες, βλέπεις πως είναι ακόμη πολύ νωρίς, για να κρίνεις το πώς θα διαμορφωθούν, τελικά, οι ισορροπίες. Οι Ρόκετς, οι Θάντερ και οι Λέικερς, για παράδειγμα, έκαναν ένα άσχημο ξεκίνημα, αλλά είναι ποιοτικές ομάδες, ενώ το Ντένβερ και οι Πέλικανς με έναν πολύ ώριμο Ντέιβις, ξεκίνησαν πολύ καλά. Στη διάρκεια της χρονιάς, δεν ξέρεις πώς μπορεί να διαμορφωθούν τα πράγματα, αν σκεφτείς ειδικά το κομμάτι της υγείας και αποφυγής των τραυματισμών, καθώς ένας μπορεί να σου αλλάξει τη σεζόν. Είναι, λοιπόν, πολύ δύσκολα τα προγνωστικά και φυσικά με βοηθά, προσωπικά, πολύ στη δουλειά μου. Αναλύοντας το παιχνίδι σε λεπτομέρειες, γνωρίζοντας νέους παίκτες που δεν είχες δει νωρίτερα και πλέον μελετάς, διαβάζοντας τη σκέψη και την φιλοσοφία των προπονητών, θεωρώ πως φυσικά γίνομαι καλύτερος».

Για το αν μπορεί να γυρίσει στην Ευρώπη, για να χρησιμοποιήσει και όσα θα έχει πάρει από το ΝΒΑ: «Αυτή είναι η δουλειά μου και ποτέ δεν ξέρεις, τι μπορεί να μου φέρει στο μέλλον. Είναι, βέβαια, πολύ νωρίς για να κάνουμε αυτή την κουβέντα και θέλω να μείνω εδώ όσο μπορώ. Υπάρχουν πάντα προκλήσεις, που μπορεί να συμβούν στην καριέρα σου, αλλά η διαδικασία αυτή που ζω, με έχει κάνει ήδη πολύ καλύτερο προπονητή. Θα μου δώσει κι άλλα «όπλα», που δε γνώριζα ή δεν είχα την τύχη να ασχοληθώ, καινούργια στοιχεία. Πάντα θα είμαι, λοιπόν, ανοικτός στην προοπτική της επιστροφής στην Ευρώπη».

Για την αμφισβήτηση στο πρόσωπό του ανά καιρούς: «Δεν ξέρω, ειλικρινά, τι να απαντήσω σε αυτό. Πρέπει να σας πω, ότι εγώ ουδέποτε έψαξα τη δημοσιότητα και την προβολή του εαυτού μου με κάθε τρόπο. Εγώ κάνω τη δουλειά μου, όσο καλύτερα και τίμια μπορώ και δεν είμαι άνθρωπος των ΜΜΕ, ακόμη κι αν έχω όντως φίλους δημοσιογράφους, που όμως ποτέ μου δεν χρησιμοποίησα προς όφελός μου. Έχω περάσει αρκετά χρόνια στο εξωτερικό, ενώ υπήρχε φυσικά και η ιδιαίτερη συνθήκη της Εθνικής στην καριέρα μου. Δεν ξέρω, κατά πόσο θεωρήθηκα ικανός μετά από όλα αυτά, εγώ ωστόσο κάνω τη δουλειά μου και είμαι ευχαριστημένος. Βρισκόμουν στην καλύτερη λίγκα της Ευρώπης με καλά συνήθως αποτελέσματα, αλλά είχα και άτυχες στιγμές, όπου είχα και την ευθύνη. Ποτέ, πάντως, δε διεκδίκησα να είμαι ο πρώτος Έλληνας προπονητής, που θα πετύχαινε κάτι, ούτε και ο καλύτερος. Το μόνο που ψάχνω, είναι το πώς θα κάνω σωστά τη δουλειά μου και το πώς θα γίνω καλύτερος άνθρωπος».

Για το ποιους θα έβαζε… αντιπάλους του ΛεΜπρόν Τζέιμς στο Space Jam 2: «Θα έβαζα σίγουρα τον Γιάννη. Ρωτήστε εκείνον ποιους άλλους τέσσερις θέλει (γέλια)».

Για το διαφορετικό στυλ μπάσκετ μεταξύ Ευρώπης και ΝΒΑ και αν το έχει συζητήσει με τον Κουίν Σνάιντερ: «Έχουμε μιλήσει, όντως, για αυτό και τα τρία στοιχεία που του άρεσαν πάρα πολύ στο ευρωπαϊκό μπάσκετ, ήταν σίγουρα το πόσο σκληρά και δυνατά παίζουμε, το πόσο έξυπνα διαβάζουμε το παιχνίδι, ιδιαίτερα στο διάβασμα το pick ’n’ roll, καθώς και το τι αποστάσεις κρατάμε στο spacing. Ο ίδιος είναι πολύ ευχάριστος και θετικός, μιας και θα δεις στο ρόστερ του επτά μη Αμερικανούς παίκτες, εκ των οποίων όλοι πλην Έξουμ έχουν παίξει στην Ευρώπη, αν και δεν έχει μεγάλη εμπειρία εκ του σύννεγυς στα τελευταία δρώμενα πλην του Final Four του Βελιγραδίου. Τον είδα μια μέρα με φανέλα Κριστιάνο Ρονάλντο στην προπόνηση και απόρησα, για να μου πει ότι δεν είναι με τον Μέσι. Πιστεύω, ότι θα κάνει πολύ μεγάλη καριέρα».

Για το «μύθο» πως το ΝΒΑ είναι… παιδική χαρά: «Στην Ευρώπη δεν έχουμε τόσο φυσικό ταλέντο και αθλητικότητα, όπως υπάρχει και στο ΝΒΑ. Για να φέρω ένα παράδειγμα, μπορεί να δεις στην Ευρώπη πολλά σκριν, για να μείνει ένας παίκτης ελεύθερος να σουτάρει, ενώ στο ΝΒΑ οι παίκτες μπορούν αυτές τις συνθήκες να τις δημιουργήσουν μόνοι τους. Αυτό δε σημαίνει, όμως, ότι δεν υπάρχει τακτική. Εμείς, για παράδειγμα, έχουμε ένα ατελείωτο playbook, με 80 διαφορετικές κινήσεις μόνο να εκτελούνται στα πρώτα μας παιχνίδια. Σε αυτό, βέβαια, έγκειται και το γεγονός, ότι ο Σνάιντερ είναι και θιασώτης της λεπτομέρειας. Για το λόγο αυτόν, άλλωστε, βλέπεις τους Τζαζ να έχουν βελτιωθεί τόσο πολύ μέσα σε 2-3 χρόνια. Οι Αμερικανοί, βέβαια, δίνουν μεγάλη σημασία στο transition, την κίνηση για να δουν τα χαρακτηριστικά των παικτών, ενώ δίνουν έμφαση στο spacing. Είναι λανθασμένη, λοιπόν, η άποψη περί… παιδικής χαράς, απλά οι ομάδες δίνουν μια μεγαλύτερη ελευθερία σε έναν παίκτη να δείξει το ταλέντο του. Υπάρχει, πάντως, παντού μια αγωνιστική φιλοσοφία και, σε γενικές γραμμές, βλέπεις το παιχνίδι να μοιράζεται κατά 40% σε λύσεις από κοντά, 30% σε μακρινά σουτ και 20% σε σουτ μέσης απόστασης. Το παιχνίδι έχει ομορφύνει πολύ, με τον τρόπο που έχει εξελιχθεί, αλλά υπάρχει και πολλή τακτική».

Για το αν μπορεί να εκθρονίσει κανείς τους Ουόριορς, και δη παίζοντας στο στυλ τους: «Οι Ουόριορς είναι μία πολύ ιδιαίτερη ομάδα, με το ρόστερ και τα χαρακτηριστική του. Είναι λάθος να προσπαθήσεις να τους αντιγράψεις, όπως συνέβαινε κάποτε με τους Σπερς, όταν κυριαρχούσαν. Είναι μια ομάδα, που τρέχει και παίζει άμυνα. Το να προσπαθήσεις να τρέξεις μαζί της δεν είναι εύκολη επιλογή, αν και εμείς το κάναμε κι έγινε ένα απίστευτο παιχνίδι. Εμείς, βέβαια, έχουμε στην ταυτότητά μας την καλή άμυνα, αλλά τώρα είμαστε στη διαδικασία του να την ισορροπήσουμε, με το να παίζουμε λίγο πιο γρήγορα και να έχουμε περισσότερες κατοχές. Μπορώ, πάντως, να πω πως, εφόσον φτάσουν μέχρι το τέλος, οι Σέλτικς με την επιστροφή του Χέϊγουορντ μπορούν να κάνουν ένα καλό match up, ενώ και οι Ράπτορς είναι σκληροί. Την αυτοπεποίθηση, την εμπειρία και την ιδιαιτερότητα των Ουόριορς, πάντως, δύσκολα μπορείς να την αντιμετωπίσεις. Για αυτό είναι και το πρώτο φαβορί».

Για την Εθνική, το πρόσημο της θητείας του και το ευχάριστο κλίμα, που δημιουργήθηκε μετά από χρόνια: «Η Εθνική είναι μία μοναδική εμπειρία που έζησα σαν άνθρωπος, σαν Έλληνας και σαν επαγγελματίας. Όλοι θέλουμε, φυσικά, ένα μετάλλιο με την πατρίδα μας και πολλές φορές με έπιασα σε μια συναισθηματική έξαρση, που είναι λανθασμένη για έναν επαγγελματία. Νιώθω πολύ χαρούμενος και ευλογημένος, που μπόρεσα να εκπροσωπώ την χώρα μου σαν προπονητής, σε ένα άθλημα που όλοι αγαπάμε. Η εμπειρία, αυτή, βέβαια, άφησε ανάμικτα συναισθήματα, καθώς ήθελα ένα μετάλλιο και τη μεγάλη διάκριση, αλλά δυστυχώς δεν ήρθε. Εγώ πάντως προσπάθησα σε αυτό που πιστεύω, με την έννοια πως κάθε προπονητής έχει τη δική του νοοτροπία. Κάναμε πολύ καλά παιχνίδια, με μοντέρνο και αποτελεσματικό μπάσκετ στα παιχνίδια των ομίλων, αλλά μετά ένα κακό χιαστί μπορεί να αποφασίσει την πορεία σου. Στην χειρότερη, μπορεί να σε στείλει σπίτι σου. Το προολυμπιακό τουρνουά ήταν μια πιο δύσκολη διαδικασία, γιατί μας έλειπαν παιδιά, αλλά τόσο στο Παγκόσμιο του 2014 όσο και στο Ευρωμπάσκετ του 2015, είχαμε ετοιμάσει πολύ σωστά την ομάδα για τα παιχνίδια του γκρουπ, χωρίς όμως μετά να τα καταφέρουμε με ομάδες, που βρίσκονταν σε τρομερή κατάσταση, με τη Σερβία να φτάνει μέχρι τον τελικό του Παγκοσμίου και την Ισπανία να σηκώνει το Ευρωμπάσκετ. Αυτό, βέβαια, δεν αποτελεί δικαιολογία ούτε απαλύνει τον πόνο. Από τη δική μου πλευρά, πάντως, σχετικά με το κλίμα προσπάθησα να δημιουργήσω ένα κλίμα εμπιστοσύνης, όπου θα ένιωθαν καλά οι παίκτες και κάθε άλλο μέλος της ομάδας, που ζούσαμε εκείνο το διάστημα μαζί, γιατί είναι διαφορετικό να βρίσκεσαι σε μια Εθνική, όπου όλα πρέπει να τα έχεις έτοιμα σε μικρό χρονικό διάστημα και για λίγες μέρες, σε σύγκριση με το ότι σε ένα σύλλογο προλαβαίνεις να διορθώσεις καταστάσεις, έχοντας και κάποιο χρόνο με το μέρος σου. Τα καταφέραμε σε αυτό το κομμάτι, αν και φυσικά το τέλειο δεν είναι εύκολο να το βρεις, ειδικά σε ένα λαό, όπου η αλλαγή συναισθημάτων έρχεται πάρα πολύ γρήγορα. Θεωρώ, λοιπόν, πως είχαμε σωστό κλίμα, αλλά αγωνιστικά μπορούσαμε καλύτερα. Συμπεριλαμβάνω, ασφαλώς, και τον εαυτό μου. Θα μπορούσα κι εγώ να είχα κάνει καλύτερα αρκετά πράγματα».

Για την πορεία της στα προκριματικά και την πρόκριση στο Παγκόσμιο του 2019: «Φαίνεται πως, όταν δε μας πιστεύουν, τότε τα καταφέρνουμε περίφημα και, όταν πάμε με την ταμπέλα του φαβορί, τότε αποτυγχάνουμε (γέλια). Έλειπαν όλα τα παιδιά από το ΝΒΑ και την Ευρωλίγκα το περισσότερο διάστημα, αλλά τα υπόλοιπα που έπαιξαν, έδειξαν σε τι επίπεδο μπορούν να αποδώσουν. Τα πήγαν θαυμάσια και χαίρομαι ιδιαίτερα για τον Θανάση Σκουρτόπουλο και τη δουλειά που έκανε».

(*) Με έντονα και υπογραμμισμένα γράμματα οι ερωτήσεις του Basketa.gr

(**) Οι Έλληνες φίλαθλοι μπορούν να παρακολουθούν τους αγώνες του ΝΒΑ σε prime time ώρα στο Cosmote Sport 4HD, τον επίσημο αναμεταδότη του ΝΒΑ, κάθε Σαββατοκύριακο.

(***) Τα ΜΜΕ που συμμετείχαν στη συζήτηση ήταν τα εξής: Basketa.gr, Gazzetta.gr, Sdna.gr, Sportime, Eurohoops.net



ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ