Η Μπριάνα Στιούαρτ, μία παίκτρια γνωστή τόσο για τις εξαιρετικές της αθλητικές ικανότητες όσο και για τη συγκλονιστική ιστορία της για την κακοποίηση που υπέστη όταν ήταν μικρή, αναδείχθηκε πολυτιμότερη παίκτρια του WNBA.
H σούπερ σταρ των Σιάτλ Στορμ κατέκτησε τον τίτλο της MVP μετρώντας κατά μέσπ όρο 21.8 πόντους, 8.4 ριμπάουντ, 2.9 ασίστ και 1.6 κοψίματα. Η Στιούαρτ είναι μία κοπέλα που στο παρελθόν δε δίστασε και μίλησε ανοιχτά για το γεγονός πως όταν ήταν μόλις 9 ετών, την κακοποιούσε μέλος της οικογένειάς της. Στήριγμά της, πέρα φυσικά από τους γονείς της ήταν το μπάσκετ. Η ίδια δήλωσε μάλιστα πως τη μέρα που συνελήφθη ο άνθρωπος που την είχε κακοποιήσει, ήθελε πολύ να πάει στην προπόνηση.
Έτσι, 15 χρόνια μετά, η Μπριάνα αναδεικνύεται η κορυφαία παίκτρια της κορυφαίας λίγκας του κόσμου, δίνοντας λύτρωση τόσο στον εαυτό της όσο και σε όλα εκείνα τα κορίτσια που αντιμετώπισαν το ίδιο πρόβλημα. Μέσα από τη δύναμη που έδειξε, όχι μόνο για να μιλήσει για αυτό που της συνέβη αλλά και για να συνεχίσει στη ζωή της, αφήνοντας πίσω όσα έγιναν και να κατακτήσει την κορυφή, αποτελεί έμπνευση για κορίτσια που μπορεί να έχουν βιώσει κάτι παρόμοιο.
Διαβάστε το συγκλονιστικό κείμενο που έγραψε η Μπριάνα σχετικά με τον εφιάλτη που έζησε στα παιδικά της χρόνια:
"Θυμάμαι πως μύριζε. Τσιγάρα, δυσωδία. Κάτι σαν μέταλλο. Ήταν οικοδόμος και κάπνιζε. Μία μυρωδιά την οποία δεν μπορείς να αφαιρέσεις.
Η οικογένειά μου ήταν δεμένη και μερικές φορές κοιμόμουν σε σπίτια συγγενών. Εκείνος έμενε σε ένα από τα σπίτια που κοιμόμουν τις περισσότερες φορές. Υπήρχε ένας μεγάλος καναπές στο σκαθιστικό και μία μικρότερη πολυθρόνα κάτω από ένα παράθυρο. Συνήθιζα να μένω ξύπνια ως αργά κι έβλεπα τηλεόραση, αφού όλοι πήγαιναν για ύπνο. Εκεί κοιμόμουν. Ήμουν ένα συνεσταλμένο 9χρονο που δεν χωρούσσε καλά στην πολυθρόνα.
Δεν ήμουν πάντα μόνη. Κάποιες φορές έπαιρνε κάποιον ο ύπνος στην πολυθρόνα. Ωστόσο, ήμουν πάντα μόνη, όταν συνέβαινε.
Άκουγα τα βήματά του να πλησιάζουν από τις σκάλες. Καθόταν δίπλα μου, προσποιούμενος ότι βλέπει τηλεόραση. Κάποιες φορές δεν πήγαινε ποτέ πάνω να κοιμηθεί και απλά περίμενε στον καναπέ. Ήξερα τι θα ακολουθήσει.
Δεν ξέρω πώς ακριβώς να πω αυτό το σημείο. Δεν έχω μιλήσει σε πολλούς ανθρώπους. Δεν είμαι ο πιο ευαίσθητος άνθρωπος, δεν μιλώ πολύ για τα συναισθήματά μου, οπότε αυτό είναι λίγο άβολο.
Με κακοποιούσαν για χρόνια. Η τηλεόραση τρεμόπαιζε και όλα ήταν ήσυχα. “Όλα καλά”, είπε. Με άγγιζε και προσπαθούσε να με κάνει να τον αγγίζω.
Κάποιες φορές προσπαθούσα να τραβήξω το χέρι μου μακριά, αλλά δεν είχα τόση δύναμη. Ήμουν απλά ένα παιδί. Υπήρχε πάντα αυτή η μυρωδιά. Τσιγάρα και δυσωδία.
Δεν έκανα κανένα θόρυβο. Κανείς άλλος δεν ήξερε τι συνέβαινε.
Ξέρετε εκείνα τα όνειρα, που προσπαθείς να φύγει από κάτι, αλλά το σώμα σου δεν κινείται; Αυτή ήμουν εγώ: παράλυτη, σιωπηλή.
Μερικές φορές σκεφτόμουν τι θα γινόταν αν απλά φώναζα. Οτιδήποτε. Μία λέξη. “Σταμάτα!”. Ή αν κάποιος ξυπνούσε; Δεν γινόταν πάντα το βράδυ. Μερικές φορές έλειπα από το σχολείο και γινόταν στο φως της ημέρας.
Πάντα έβρισκε έναν τρόπο να είναι κοντά μου μέσα στον κόσμο. Ήταν πανούργος. Καθόταν δίπλα μου στο τραπέζι ή όταν κανείς δεν πρόσεχε, προσπαθούσε να αγγίξει τα οπίσθιά μου. Πράγματα που μόνο εγώ πρόσεχα.
Αλλά τα μεσάνυχτα...
Περίμενα μέχρι να ακουστούν εκείνα τα βήματα. Δεν μπορούσα να κοιμηθώ. Ήμουν πάντα σε ετοιμότητα.
Έπαιζα μπάσκετ για δύο χρόνια μέχρι τότε. Οι γονείς μου με έβαλαν στο άθλημα απλά για να με έχουν απασχολημένη. Ήμουν ένα παιδί με πολύ ελεύθερο χρόνο και δεν έκανα τίποτα. Τελικά, κανένας δεν με έκανε να φύγω. Ήθελα να παίξω. Το μπάσκετ έγινε ένα είδος ασφαλούς χώρου για εμένα. Αλλά κανένας χώρος δεν ήταν απολύτως ασφαλής.
Ήξερα τι θα συμβεί με το που επέστρεφα σε εκείνο το σπίτι. Αλλά πώς λες στους γονείς σου ότι δεν θέλεις να πας εκεί ποτέ ξανά, χωρίς να εξηγήσεις το γιατί; Δεν μπορούσα να το πω σε κανέναν.
Αλλά ακόμα και στο δικό μου κρεβάτι ήμουν νευρική. Με είχε στοιχειώσει. Ήμουν τόσο νέα. Ακόμα και σε εκείνη την ηλικία, ήξερα πως ο,τι γινόταν, ήταν λάθος. Ένιωθες ότι ήταν λάθος. Αλλά ήταν και σύγχυση επίσης.
Θυμάμαι στην πέμπτη τάξη που είχα κόλλημα με ένα αγόρι στο σχολείο μου. Τότε είναι περίπου η ηλικία που αρχίζεις να έχεις σκιρτήματα. Αλλά κάθε φορά που τον σκεφτόμουν, σκεφτόμουν τον άλλο. Δεν μπορούσα να διαχωρίσω τα δύο αυτά πράγματα. Ήθελα μόνο να σκέφτομαι εκείνο το αγόρι, όταν το μόνο που μπορούσα να σκεφτώ ήταν αυτός ο άνδρας και το τι έκανε σε εμένα.
Ήμουν 11 και στο κρεβάτι μου. Οι γονείς μου μόλις είχαν χτίσει ένα καινούριο σπίτι. Ήμουν ξύπνια γύρω στις 3 τα ξημερώματα. Είχα συνηθίσει να είμαι ξύπνια εκείνη την ώρα.
Πήγα στο δωμάτιο των γονιών μου.
"Μαμά, πρέπει να σου πω κάτι".
Σηκώθηκε και κοίταξε το πρόσωπό μου. Την οδήγησα στο δωμάτιό μου. Ξάπλωσα στο κρεβάτι κι εκείνη έκατσε στην άκρη.
Της έδειξα την ευαίσθητη περιοχή μου και της είπα "Μαμά με άγγιξε εκεί κάτω".
Όταν της το είπα, μου ήρθαν όλα ξανά στο μυαλό. Ήμουν φοβισμένη πάλι.
Ξύπνησε τον πατέρα μου.
Εδώ είναι που οι λεπτομέρειες είναι δύσκολες για εμένα. Υπάρχουν κάποια σημεία που δεν θυμάμαι για εκείνη την ημέρα. Έχω τόσες πολλές μαύρες τρύπες στο μυαλό μου. Οι αναμνήσεις έχουν απορροφηθεί και δεν επιστρέφουν ποτέ ξανά. Πρέπει να υπάρχουν κομμάτια που έχουν ξεχαστεί.
Θυμάμαι πως οι γονείς μου κάλεσαν την αστυνομία και πως όλη η οικογένεια μαζεύτηκε στο σπίτι μέχρι να ανατείλει ο ήλιος.
Μετά, κενό.
Ξέρω πως πήγα στο αστυνομικό τμήμα και έδωσα κατάθεση. Δεν θυμάμαι καθόλου τίποτα από αυτά.
Το τελευταίο πράγμα που θυμάμαι από εκείνη την ημέρα είναι που ήμουν στο σπίτι της γιαγιάς μου. Δεν επιστρέψαμε σπίτι όταν φύγαμε από την αστυνομία. Όλη η οικογένεια μαζεύτηκε στη γιαγιά μου εκείνο το βράδυ.
Παραγγείλαμε πίτσα. Κατά τη διάρκεια του δείπνου, η αστυνομία ήρθε σπίτι και μας είπε πως εκείνος συνελήφθη. Αργότερα, ο πατέρας μου μού είπε πως εκείνος ομολόγησε τα πάντα στην αστυνομία.
Δεν θυμάμαι πως ένιωσα. Ακόμα ένα κενό.
Είχα προπόνηση εκείνο το βράδυ. Πήγα στον πατέρα μου και του είπα πως ήθελα ακόμα να πάω. Δεν το πίστευε! Με όλα όσα είχα περάσει, το μόνο πράγμα που ήθελα ήταν να πάω να παίξω μπάσκετ.
Κατά κάποιο τρόπο είμαι ακόμα εκείνο το 11χρονο παιδί που απλά ήθελε να πάει για προπόνηση. Δεν πήγα ποτέ για θεραπεία. Δεν ήθελα να μιλήσω γι' αυτό. Δεν ήθελα να το ζήσω ξανά. Είναι κάτι που προσπαθώ να απομακρύνω από το ράφι όσο πιο πολύ μπορώ. Αλλά αυτό λειτουργεί μόνο μέχρι ένα βαθμό.
Έκλαψα. Έκλαψα περισσότερο όταν το είπα σε κάποιον που είναι σημαντικός για εμένα. Το να μιλάω για όσα πέρασα, να τα εξηγώ όλα, με πιάνει ένα σφίξιμο. Είμαι αναγκασμένη να τα ζήσω όλα πάλι. Τότε είναι που σε “χτυπάει” πως όλα όσα έγιναν, ήταν αληθινά. Δεν ήταν απλά ένας άσχημος εφιάλτης. Δεν ήταν μια άλλη ζωή.
Θυμώνω που με εκμεταλλεύτηκε ως παιδί. Και τις αναμνήσεις που έχω ακόμη, δεν θα καταφέρνω να τις σβήσω. Κάποιες φορές εύχομαι να είχα μερικά ακόμη κενά.
Σκέφτομαι πολλές φορές πως ο,τι έχω περάσει ήταν καταλυτικό για το πού είμαι τώρα ή για το τι κάνω. Ακόμα και μετά που συνελήφθη, και ακολούθησε η νόμιμη διαδικασία, ακόμα δεν ξέρω πώς να αποκαλέσω αυτό που μου έκανε. Για την ακρίβεια, νιώθω άβολα με την ονομασία. Ποτέ δεν θα τον συγχωρήσω. Αλλά δεν ντρέπομαι.
Εύχομαι να ήταν όντως τόσο απλό, όταν λέω πως είναι κάτι που απλά συνέβη σε μένα. Κάποιο μέρος αυτού είναι απλό, κυριολεκτικά είναι κάτι που έγινε. Αλλά δεν ξέρω το γιατί. Δεν ξέρω γιατί γίνονται αυτά. Ή γιατί η σεξουαλική κακοποίηση συνεχίζει να υφίσταται.
Αυτό, όμως, που ξέρω είναι πως κάνω κάτι εντελώς έξω από τα νερά μου με το να γράφω αυτό εδώ. Για την ακρίβεια, είναι ένα από τα πιο δύσκολα πράγματα που έχω κάνει και που θα κάνω ποτέ. Πρόσφατα διάβασα τον προσωπικό λογαριασμό της ΜακΚέιλ Μαρόνεϊ για την σεξουαλική κακοποίηση, μία από τις πιο ιδιαίτερες ιστορίες που ενέπνευσε η καμπάνια “#metoo”. Κι ένιωσα λιγότερο μόνη.
Ίσως αυτό να είναι το θέμα. Οι εμπειρίες μας είναι διαφορετικές. Το πώς αντιδράμε είναι διαφορετικό. Επίσης σκέφτηκα αυτό που μου έχει πει ο πατέρας μου περισσότερες από μία φορές:
"Δεν είναι ένα μικρό βρώμικο μυστικό. Όταν είσαι άνετος με αυτό και μιλήσεις ανοιχτά, μπορείς να σώσεις τη ζωή κάποιου".
Γι' αυτό τα έγραψα αυτά. Είναι κάτι μεγαλύτερο από εμένα.
Ακόμα επεξεργάζομαι το τι θα ακολουθήσει τώρα, αφού είπα την ιστορία μου. Οπότε, θα αρχίζω λέγοντας αυτό: Αν κακοποιείστε, πείτε το σε κάποιον. Αν δεν σας πιστέψουν, πείτε το σε κάποιον άλλο. Σε γονιό, σε μέλος της οικογένειας, σε δάσκαλο, σε προπονητή, σε γονιό ενός φίλου. Η βοήθεια είναι εκεί έξω.
Λόγος σχετικά με το γιατί περίμενα τόσο πολύ να το πω σε τόσα πολλά άτομα, ακόμα και σε εκείνους που είναι πολύ κοντά σε μένα, είναι επειδή δεν θέλω ορίζομαι άλλο πια από αυτό, αλλά από το πόσο καλά παίζω μπάσκετ. Και τα δύο πράγματα είναι μέρος μου, με κάνουν αυτό που είμαι. Όλοι είμαστε λίγο περισσότερο πολύπλοκοι από όσο φαίνεται.
Και πλέον μπορώ επιτέλους να κοιμηθώ".