Ανεξάρτητα από το πόσο καλός παίκτης είναι ο Μάικ Γκριν όσον αφορά το ταλέντο και τα τεχνικά χαρακτηριστικά του, το βέβαιο είναι πως η ΑΕΚ έβαλε στη μηχανή της έναν μαχητή. Έναν άνθρωπο για τον οποίον το όποιο πρόβλημα μπορεί να προκύψει σε έναν αγώνα μπάσκετ, είναι... ανέκδοτο μπροστά στα προβλημάτα που αντιμετώπισε και αναγκάστηκε να λύσει για να φτάσει ως εδώ. Για οποιοδήποτε παιδί άλλωστε, που γεννήθηκε και μεγάλωσε στη γειτονιά των Blumberg Projects Towers της Φιλαδέλφεια, η μάχη για την επιβίωση ήταν καθημερινή. Η ζωή δεν ήταν δεδομένη για κανέναν.
Ο ίδιος ο Γκριν τα αφηγείται καλύτερα σε μια συνέντευξη που παραχώρησε στην Ιταλία αρκετά χρόνια αργότερα, όταν είχε καταφέρει να βρει το δρόμο του:
"Μεγάλωσα στην πιο κακόφημη γειτονιά της Φιλαδέλφειας. Άκουγες Blumberg Projects και το μυαλό σου πήγαινε στο κακό. Δεν θα ήθελες ποτέ να βρεθείς σε αυτό το μέρος. Και δεν θα το ευχόσουν ούτε στο χειρότερο εχθρό σου! Ήταν δύο τεράστιες πολυκατοικίες, πανύψηλες, από 18 ορόφους η καθεμιά. Και στη μέση, τίποτα. Το κενό. Οικογένειες φτωχές, χωρίς καμία προοπτική. Δουλειά δεν υπάρχει εκεί, γι' αυτό στην καλύτερη των περιπτώσεων, προσπαθείς να ζήσεις με τρικ. Αν και καλύτερα θα ήταν να πω ότι προσπαθείς να επιβιώσεις.
Εγώ τα κατάφερα, αλλά δεν θεωρώ ότι αυτό έγινε επειδή το άξιζα. Περισσότερο θέμα τύχης ήταν. Είχα τις εξής ντροπιαστικές επιλογές: θα μπορούσα να διακινώ ναρκωτικά ή να κάνω χρήση τους, να κλέβω ή να σπάω τα μούτρα άλλων σε καυγάδες και να έχω ενδεχομένως κακό τέλος, όπως συνέβη με ένα φίλο μου, που δεν είναι πια μαζί μας. Τελικά δεν έκανα τίποτα από όλα αυτά, επειδή το μπάσκετ μου έσωσε στην κυριολεξία τη ζωή.
Είμαι μοναχογιός. Η μαμά μου, Έλενα, δεν είχε καταφέρει να τελειώσει το σχολείο, διότι στο μεταξύ είχα έρθει εγώ. Τον πατέρα μου τον έχασα όταν ήμουν έξι ετών, έτσι ο δεσμός που με ένωσε με τη μαμά μου είναι πολύ δυνατός. Την ευγνωμονώ γιατί η βοήθειά της να αποφύγω τους μπελάδες ήταν καθοριστική.
Όταν ήμουν 10 ετών, η μαμά μου προσπαθούσε να με κάνει να καταλάβω ότι το να επενδύσω σε μια αξιοπρεπή σχολική δραστηριότητα ήταν προτιμότερο από το να γυρίζω στους δρόμους. Τότε δεν καταλάβαινα τι μου έλεγε, αλλά παρ' όλα αυτά άρχισα να παίζω μπάσκετ όχι πλέον στη μέση του δρόμου, αλλά μέσα σε ένα γυμναστήριο. Ήμουν ακριβώς 10 ετών όταν κέρδισα το πρώτο κύπελλο κι αυτό μού άνοιξε το μυαλό. Άρχισα να βγαίνω έξω από το γκέτο, να βλέπω κι άλλα πράγματα, άλλες πόλεις, να συνειδητοποιώ ότι υπάρχει κι ένας άλλος κόσμος και ότι το μπάσκετ θα μπορούσε να γίνει σοβαρή υπόθεση. Στην αρχή ήταν φιλοδοξία, μετά έγινε απασχόληση. Και μου πήγε καλά..."
Δύο καταραμένες ελεύθερες βολές
Πράγματι του πήγε καλά. Το μπάσκετ όχι μόνο του έσωσε τη ζωή, αλλά του έδωσε τη δυνατότητα και να σπουδάσει. Πρώτα στο πανεπιστήμιο Τάουσον και στη συνέχεια στο Μπάτλερ. Εκεί όπου συνάντησε τον Μπραντ Στίβενς, τον νυν προπονητή των Μπόστον Σέλτικς. Ακόμα τον θυμάται. "Επικοινωνούμε συχνά με μηνύματα και e-mails όταν επιστρέφει στις ΗΠΑ. Είναι ένα θαυμάσιο παιδί και είχε τεράστια επίδραση στην ομάδα. Μαζί με τον Έι Τζέι Γκρέιβς συνέθεσαν ένα φοβερό δίδυμο στα γκαρντ", έχει δηλώσει πριν από κάμποσο καιρό ο Στίβενς.
Η μεγαλύτερη στιγμή του Γκριν στο κολέγιο πάντως, ήταν ένα παιχνίδι που δεν θα θέλει να θυμάται με τίποτα! Στην πρώτη του χρονιά στο Μπάτλερ με προπονητή όχι τον Στίβενς, που τότε ήταν ασίσταντ, αλλά τον Τοντ Λικλάιτερ. Ήταν ο προημιτελικός του τελικού τουρνουά του NCAA του 2007. Αντίπαλος μια από τις καλύτερες ομάδες που έχουν παίξει ποτέ στο NCAA. Οι Φλόριντα Γκέιτορς του κόουτς Μπίλι Ντόνοβαν, του Γιοακίμ Νοά, του Αλ Χόρφορντ, του Μαρίς Σπάιτς, που δεν έπαιξε καθόλου σε εκείνο τον αγώνα, του Κόρεϊ Μπρούερ, του Τορίν Γκριν, που έχει παίξει δύο φορές στην ΑΕΚ, του Ουόλτερ Χοτζ, με πολύ καλή καριέρα στα ευρωπαϊκά γήπεδα. Την προηγούμενη σεζόν οι Γκέιτορς είχαν κερδίσει τον τίτλο και πήγαιναν για το repeat. Το Μπάτλερ ερχόταν από το πουθενά, αλλά έκανε τη μία έκπληξη μετά την άλλη. Με μία ακόμα θα έφτανε στο φάιναλ φορ για πρώτη φορά στην ιστορία του!
Δυόμισι λεπτά πριν από τη λήξη η έκπληξη αυτή, μια από τις μεγαλύτερες στην ιστορία του κολεγιακού μπάσκετ, ήταν κάτι παραπάνω από ορατή. Το σκορ ήταν ισόπαλο 54-54 όταν ο Χόρφορντ σκόραρε κάνοντας επιθετικό φάουλ, όμως οι διαιτητές όχι μόνο δεν ακύρωσαν το καλάθι, αλλά μετέτρεψαν το επιθετικό σε αμυντικό φάουλ, που ήταν το πέμπτο του βασικού σέντερ του Μπάτλερ, Μπράντον Κρόουν. Ο Χόρφορντ έβαλε τη συμπληρωματική βολή, ωστόσο ακόμα κι έτσι, το Μπάτλερ είχε την κατάσταση στα χέρια του. Αρκεί να ευστοχούσε ο Μάικ Γκριν στις δύο βολές που κέρδισε. Δεν το έκανε. Τις έχασε και τις δύο. Στην αμέσως επόμενη επίθεση ο Μπρούερ έκανε το 59-54 και η σεμνή τελετή έλαβε τέλος. Οι Γκέιτορς προκρίθηκαν στο φάιναλ φορ και λίγο αργότερα έκαναν και το repeat, ενώ το Μπάτλερ έχασε τη μεγάλη ευκαιρία. Ο Γκριν τελείωσε εκείνο τον αγώνα με 12 πόντους, αλλά αυτές οι δύο χαμένες βολές θα τον στοιχειώνουν για πάντα.
Το μωρό που του έφραξε το δρόμο για το ΝΒΑ!
Μετά το τέλος της κολεγιακής του καριέρας ο Μάικ Γκριν θέλησε να παίξει στο ΝΒΑ. Δεν επελέγη στο ντραφτ του 2008 και προσπάθησε να βρει θέση στο ρόστερ κάποιας ομάδας στα summer leagues του Ιουλίου. Τότε όμως είδε το πρώτο φως της ζωής ο γιος του. "Η γέννηση του γιου μου τον Ιούλιο του 2008 άλλαξε εντελώς την πορεία της καριέρας μου", έχει δηλώσει ο ίδιος. "Εκείνη ακριβώς την περίοδο ετοιμαζόμουν να ταξιδέψω στο Λας Βέγκας για να παίξω στο στο summer league με το Κλίβελαντ. Μου δινόταν η ευκαιρία να ανοίξω πόρτες για να παίξω στο ΝΒΑ. Αλλά δεν μπήκα ποτέ σε εκείνο το αεροπλάνο. Με ένα νεογέννητο μωρό και μια οικογένεια να συντηρήσω, δεν μου επιτρεπόταν να περιμένω τρεις-τέσσερις μήνες χωρίς να βγάζω λεφτά. Προτίμησα να κερδίσω άμεσα λίγα, αλλά σίγουρα χρήματα, παρά να περιμένω να βγάλω περισσότερα, χωρίς όμως να ξέρω αν θα τα βγάλω. Κι έτσι άρχισε η ευρωπαϊκή περιπέτειά μου".
Και ουσιαστικά εγκατέλειψε νωρίς το όνειρο του ΝΒΑ. Αλλά δεν του βγήκε σε κακό. Από το 2008 και μετά καταφέρνει κάθε χρόνο να βρίσκει δουλειά στα ευρωπαϊκά πρωταθλήματα και να εξασφαλίζει τα χρήματα που χρειάζεται για να συντηρεί την οικογένειά του. Κατά καιρούς μάλιστα γίνεται και ήρωας, όπως πριν από τέσσερα χρόνια στο Βαρέζε, όπου έγινε ο αγαπημένος των φιλάθλων. Εκεί γνώρισε και αυτόν που ο ίδιος χαρακτήρισε ως τον καλύτερο συμπαίκτη που είχε ποτέ. Τον Μπράιαν Ντάνστον, τον οποίον-για να πούμε όλη την αλήθεια-τον έκανε μεγάλο μάγκα. Διότι με τις συνεργασίες τους εκείνη τη σεζόν (2012-13) συνέβαλε τα μέγιστα ώστε ο Ντάνστον να βρει την επόμενη χρονιά συμβόλαιο στον Ολυμπιακό και να καθιερωθεί μετά στην Ευρωλίγκα. Αντίθετα ο Γκριν δεν κατάφερε να παίξει στην Ευρωλίγκα μέχρι σήμερα. Αλλά δεν το βάζει κάτω. Είπαμε, είναι μαχητής...