17.3 C
Athens
Τρίτη, 5 Νοεμβρίου, 2024

Σι… είπας! (vids + pics)

Η οικογένεια Σι αρχίζει να δημιουργεί παράδοση στην ΑΕΚ. Τη σεζόν 2007-08 ο Αμαρά Σι φόρεσε πρώτος τη φανέλα της. Και σήμερα, δέκα χρόνια μετά, ήρθε η ώρα του μικρού αδερφού του. Του Μπάντζα Σι.

"Ξέρεις, έχει πλάκα", λέει χαμογελώντας στο basketa.gr. "Εγώ ανέκαθεν έμπαινα στο ίντερνετ, κατέβαζα φωτογραφίες από αγώνες του αδελφού μου και κρατούσα αρχείο. Έτσι, όταν ήταν να έρθει πέρυσι εδώ με τη Μονακό για να παίξει, μάζεψα όλες τις φωτογραφίες που είχα από την εποχή που αγωνιζόταν στην ΑΕΚ, έφτιαξα ένα ωραίο βίντεο κλιπ και του το έστειλα. Και τώρα, έρχομαι κι εγώ να παίξω στην ΑΕΚ".

Κάτι που σημαίνει ότι ο πρώτος άνθρωπος στον οποίον έτρεξε για να μάθει πληροφορίες ήταν ο Αμαρά: "Λογικό ήταν. Και η αλήθεια είναι ότι μου είπε τα καλύτερα. Με ενημέρωσε, βέβαια, πως τα πράγματα τώρα είναι διαφορετικά σε σχέση με τότε που έπαιζε αυτός, άλλωστε έχουν περάσει δέκα χρόνια. Μου εξήγησε, όμως, ότι η ΑΕΚ παραμένει μεγάλη ομάδα, με σπουδαίους οπαδούς. Του άρεσε εδώ του Αμαρά. Του άρεσε το πρωτάθλημα, του άρεσε η πόλη, πέρασε πολύ καλά. Χάρηκε που του είπα ότι θα παίξω κι εγώ στην ΑΕΚ και ενέκρινε την απόφασή μου, αν και αυτό δεν έχει και τόση σημασία. Έτσι κι αλλιώς, ακόμα κι αν δεν την ενέκρινε, εγώ θα ήμουν αυτός που θα είχε τον τελευταίο λόγο".

Είναι προφανές πως λόγω της διαφοράς ηλικίας που τους χωρίζει, εννέα ολόκληρα χρόνια, ο Αμαρά ως πρεσβύτερος και ως μπασκετμπολίστας επίσης, έχει ένα ρόλο καθοδηγητή στη σχέση τους. "Δεν θα το έλεγα ακριβώς έτσι. Περισσότερο ως σύμβουλό μου τον αισθάνομαι", αντιτείνει ο Μπάντζα. "Έχει καριέρα 2ο χρόνων πίσω του, έχει περάσει πολλά και με συμβουλεύει σε πολλά πράγματα. Αν μπορεί να με βοηθήσει, θα το κάνει και είναι λογικό αυτό. Είναι ο αδελφός μου".

Ατίθασος και... ποδοσφαιρόφιλος!

Ο Μπάντζα Σι έχει συνολικά επτά αδέρφια. Εκτός του Αμαρά, άλλοι δύο, ο Μαμούντου και ο Μαμαντού, παίζουν επίσης μπάσκετ, αλλά σε χαμηλότερο επίπεδο, ενώ έναν ακόμα, τον μεγαλύτερο όλων, δεν τον έχει γνωρίσει ποτέ! Αυτός έμεινε στο Μάλι της Αφρικής, απ' όπου κατάγονται οι γονείς του, και δεν τους ακολούθησε όταν η υπόλοιπη οικογένεια μετανάστευσε στη Γαλλία το 1990 σε αναζήτηση καλύτερης τύχης. Επικοινωνούν καμιά φορά τηλεφωνικά, αλλά δεν τον έχει δει ποτέ από κοντά.

Ο Μπάντζα γεννήθηκε λίγους μήνες αφότου η οικογένειά του εγκαταστάθηκε στο παριζιάνικο προάστιο Σερζί, τον Ιούλιο του 1990. Είναι ο Βενιαμίν και ως νέος υπήρξε πολύ ατίθασος. Το σχολείο δεν του άρεσε καθόλου, πήγαινε περισσότερο για να κάνει πλάκα, παρά για να μάθει γράμματα. Μια φορά, όπως διηγείται ο Αμαρά, ένας δάσκαλός του εξοργισμένος πλησίασε πολύ κοντά του για να τον μαλώσει και ο Μπάντζα τού απάντησε με μια... κουτουλιά! 

Στο παιχνίδι στην αλάνα ήταν πρώτος. Όχι όμως στο μπάσκετ, αλλά στο ποδόσφαιρο. Η ασπρόμαυρη μπάλα ήταν αυτή που τον είχε γοητεύσει στην αρχή, ίσως επειδή, όπως έχει επιχειρήσει να ερμηνεύσει ο αδελφός του, μεγάλωσε με τη μεγάλη Εθνική Γαλλίας του Ζιντάν, του Ντεσάν και των λοιπών μεγάλων άσων, που την τριετία 1998-2000 ήταν η κορυφαία ομάδα στον πλανήτη έχοντας κερδίσει το Μουντιάλ και το Euro. Ο ίδιος ο Μπάντζα δεν έκρυψε ποτέ την αγάπη του για την Παρί Σεν Ζερμέν και τη Ρεάλ Μαδρίτη ούτε και το ότι παρακολουθεί σε κάθε ευκαιρία ποδόσφαιρο στην τηλεόραση.

Στον ίσιο δρόμο με το μπάσκετ

Όμως το μπάσκετ τον κέρδισε, γιατί... δεν γινόταν αλλιώς. Πρώτον, είχε αρχίσει να ψηλώνει πολύ. Και δεύτερον, έπρεπε να κάνει κάτι για να αλλάξει τη ζωή του, που δεν φαινόταν να παίρνει καλό δρόμο. Τα αδέρφια του τον έσπρωξαν στο μπάσκετ, μια και ασχολούνταν ήδη με το άθλημα, αλλά αυτός στην αρχή δεν ήθελε. Το έσκαγε από τις προπονήσεις και πήγαινε για... ύπνο, έκρυβε τα δελτία της ομάδας του και το πρώτο πράγμα που είχε πάντα στο μυαλό του ήταν η σκανταλιά.

Μέχρι που στην οικογένεια έμαθαν ότι στην Μπεζανσόν θα μπορούσε να συνδυάσει ιδανικά το σχολείο με την εκμάθηση του μπάσκετ. Η μητέρα του δεν το σκέφτηκε πολύ. Τον έβαλε στο τρένο και τον πήγε εκεί. Έστω και με το ζόρι, έστω και κλάματα και με σπρωξιές, έστω κι αν πονούσε η ψυχή της, γιατί είχε αδυναμία στο στερνοπούλι της. Δεν υπήρχε άλλη λύση όμως.

"Οι πρώτες μέρες στην Μπεζανσόν ήταν πολύ δύσκολες. Δεν είχα συνειδητοποιήσει πως θα έμενα καιρό μακριά από τη μαμά μου και δεν ήμουν έτοιμος τότε να το διαχειριστώ", έχει πει σε παλαιότερη συνέντευξή του ο Μπάντζα Σι, ο οποίος έμεινε στην Μπεζανσόν απο το 2004 ως το 2007 και έβαλε τη ζωή του στις ράγες. Και την καριέρα του επίσης.

Το αμερικάνικο όνειρο έμεινε στη μέση

Τη χρονιά που ο Αμαρά ήρθε στην ΑΕΚ, ο Μπάντζα πήγε στα Κανάρια Νησιά, όπου έμεινε για ένα χρόνο δουλεύοντας στα τμήματα υποδομής της Γκραν Κανάρια. "Ήταν η πρώτη φορά που έφευγα εκτός Γαλλίας και η πρώτη φορά που η οικογένειά μου ήταν τόσο μακριά. Ήταν λίγο δύσκολα στην αρχή, αλλά είχα καλούς συμπαίκτες, που με βοήθησαν να προσαρμοστώ και να περάσω καλά", λέει σήμερα στο basketa.gr. Και μετά ακολούθησε το κυνήγι του αμερικάνικου ονείρου.

Φοίτησε πρώτα για ένα χρόνο στο γυμνάσιο του Στόουνριτζ και μετά διεκδίκησε υποτροφία σε κολέγιο. Στο μπάσκετ ήταν καλός, η πρόοδός του σημαντική και πολλά μεγάλα πανεπιστήμια ήθελαν να πάρουν τη δέσμευσή του. Το πρόβλημα ήταν και πάλι τα μαθήματα. Οι βαθμοί του στις εξετάσεις δεν ήταν καλοί, χρειάστηκε να δώσει πολλές φορές εξετάσεις και στο μεταξύ οι υποτροφίες τελείωναν. Τελικά, λίγο πριν πάρει την απόφαση να επιστρέψει στη Γαλλία, κατάφερε να περάσει την εξέταση SAT και να βρει μια υποτροφία στο πανεπιστήμιο του Νιου Μέξικο. 

Έμεινε εκεί τέσσερα χρόνια, από το 2009 ως το 2013, εξέλιξε κι άλλο τις δεξιότητές του στο μπάσκετ, αλλά απέκτησε ένα απωθημένο. Το ΝΒΑ. "Την τελευταία μου χρονιά στο πανεπιστήμιο χτύπησα στο γόνατο και έπρεπε να κάνω εγχείρηση μηνίσκου", λέει. "Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να μην μπορέσω ούτε να πάω στα pre draft camps ούτε φυσικά να επιλεγώ στο ντραφτ, αλλά ούτε και να πάρω κάποια πρόσκληση μετά για τα summer leagues. Αν δεν κάνεις τίποτα απ' όλα αυτά, δεν μπορείς να παίξεις στο ΝΒΑ. Ξέρω ότι είναι πολύ δύσκολο πια, αφού εκτός των άλλων, έχω φτάσει τα 27, έχω μεγαλώσει πλέον αρκετά. Θα ήθελα, όμως, να παίξω εκεί και το έχω στο πίσω μέρος του μυαλού μου. Αν μου παρουσιαστεί η ευκαιρία, θα την κυνηγήσω με όλες τις δυνάμεις μου".

Η Γαλλία που τον πίκρανε και η κουβέντα με τον Τόνι Πάρκερ

Επιστρέφοντας στη Γαλλία το καλοκαίρι του 2013, τον περίμενε το πρώτο επαγγελματικό του συμβόλαιο στην Ορτέζ. Είχε ακούσει καλά λόγια για τον κόουτς Κλοντ Μπερζό, αλλά ο ανταγωνισμός στη θέση "3" ήταν πολύ μεγάλος. Πίσω από τους πιο έμπειρους Άαρον Χάρπερ και Ντι Τζέι Στρόμπερι, ο χρόνος που περίσσευε δεν ήταν πολύς, οπότε το επόμενο καλοκαίρι έκανε αυτό που έμαθε να κάνει πολύ καλά κάθε φορά που τα πράγματα δεν πάνε καλά γι' αυτόν. Άλλαξε περιβάλλον.

Μετακόμισε στο Νανσί, όπου την πρώτη χρονιά δεν έπαιξε πάρα πολύ λόγω ενός αρκετά σοβαρού τραυματισμού του στον ώμο, αλλά τη δεύτερη ξεπετάχτηκε. Και τράβηξε την προσοχή του Τόνι Πάρκερ και του Τζέι Ντι Τζάκσον, που πέρυσι το καλοκαίρι τον πήραν στην Βιλερμπάν. Στην αρχή δεν ήθελε να πάει, αλλά τον "έψησε" ο Αμαρά. Ήξερε ότι στην ASVEL ήταν καλά και τον έπεισε να υπογράψει συμβόλαιο μαζί της για τρία έτη. Τελικά έμεινε εκεί μόνο το ένα. Ο καιρός για αλλαγή περιβάλλοντος ήρθε νωρίτερα απ' όσο περίμενε.

"Όπου κι αν παίζεις, πρέπει πάντα να αποδεικνύεις ότι αξίζει να παίζεις. Ένιωσα όμως ότι ενώ εγώ αποδείκνυα ότι μπορούσα, οι ευκαιρίες που μου έδιναν δεν ήταν ανάλογες", λέει με κάποια δόση πίκρας. "Δεν μπορώ να το εξηγήσω. Ίσως τελικά να μην έδινα αρκετές αποδείξεις, τι να πω; Η ουσία πάντως είναι ότι δεν ήθελα να μείνω άλλο στη Γαλλία. Έπαιξα τέσσερα χρόνια εκεί, είδα πώς είναι τα πράγματα και μου ήταν αρκετό. Ήθελα να δοκιμάσω κάτι διαφορετικό, να παίξω σε μια άλλη ευρωπαϊκή ομάδα".

Από τον Τόνι Πάρκερ δεν έχει κανένα παράπονο: "Μίλησαμε πέρυσι το καλοκαίρι όταν υπέγραφα το συμβόλαιό μου. Και το πρώτο πράγμα που μου είπε ήταν ότι δεν έπρεπε να με νοιάζει το ότι η διάρκεια του συμβολαίου ήταν τριετής. Αν μου παρουσιαζόταν νωρίτερα άλλη ευκαιρία και ήθελα να φύγω, δεν θα μου στεκόταν εμπόδιο η Βιλερμπάν. Αν ήταν για το δικό μου καλό, θα το αποδεχόταν. Αυτό μου είπε κι αυτό έκανε. Τήρησε το λόγο του, γι' αυτό βρίσκομαι σήμερα εδώ. Μου φέρθηκε πολύ καλά. Ήταν σωστός απέναντί μου κι αυτό το εκτιμώ".

Και τώρα... η ΑΕΚ

Η ΑΕΚ, λοιπόν, είναι το επόμενο κεφάλαιο του βιβλίου της ζωής του Μπάντζα Σι. "Όλοι ξέρουν ότι τα καλά πρωταθλήματα είναι αυτά της Ισπανίας, της Ιταλίας, της Ελλάδας, της Γερμανίας... Η ΑΕΚ παίζει στο ελληνικό πρωτάθλημα και η ευκαιρία που μου δίνει είναι πολύ καλή και θέλω να την αξιοποιήσω στο μέγιστο βαθμό", λέει έχοντας μείνει απόλυτα ικανοποιημένος από όσα έχει συναντήσει μέχρι τώρα στην καινούρια ομάδα του:

"Οι πρώτες εντυπώσεις μου είναι εξαιρετικές. Η ΑΕΚ διαθέτει ένα συμπαγές σύνολο παικτών, είμαστε όλοι πολύ ανταγωνιστικοί, αλλά ξέρουμε ότι χρειάζεται να κάνουμε πολλή δουλειά ακόμα. Πρέπει να εστιάζουμε σε κάθε παιχνδι ξεχωριστά, να δίνουμε τον καλύτερο εαυτό μας και μετά να κοιτάξουμε πώς θα κερδίσουμε όσο περισσότερα παιχνίδια μπορούμε".

Στη στοχοθεσία δεν είναι καλός. Ή μάλλον θέλει να αποφεύγει τα μεγάλα λόγια: "Πρέπει να γίνουμε καλή ομάδα και πάνω σε αυτό θα χτίσουμε τα υπόλοιπα. Όσο καλύτεροι γινόμαστε, τόσο πιο καθαρά θα βλέπουμε πού πάμε. Ας πάρουμε όσο περισσότερες νίκες μπορούμε και θα δούμε μετά πού θα μας βγάλει. Μην περιμένεις να σου πω τι θα κερδίσουμε ούτε αν θα τους κερδίσουμε όλους. Δεν ξέρω τι θα γίνει, ξέρω όμως ότι θέλουμε να κερδίζουμε. Και για να το πετύχουμε, πρέπει να ακολουθήσουμε μια διαδικασία. Να κάνουμε το πρώτο βήμα, μετά το επόμενο κ.ο.κ. Αλλά γι' αυτό χρειάζεται πολλή δουλειά".

Όρεξη για δουλειά έχει πολλή, καθώς φαίνεται. Στο DNA του υπάρχει το γονίδιο του μπάσκετ και το μόνο που μένει πλέον να δούμε είναι αν ο Μπάντζα Σι θα καταφέρει να γίνει τραγούδι στα χείλη των φίλων της ΑΕΚ.

Όπως έγινε πριν από δέκα χρόνια ο αδελφός του...



ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ