Ο Δημήτρης Ρήγας και ο Ραφαήλ Αλαγάς γράφουν στο Basketa.gr για τη φετινή σεζόν του Παναθηναϊκού στην Ευρωλίγκα και τους λόγους που δεν του επέτρεψαν να φτάσει στο Φάιναλ Φορ της Βιτόρια.
Οι «πράσινοι» πέρασαν από πολλές φάσεις μέσα στη σεζόν. Κι εκεί που γύρισαν το... τσιπάκι τελικά δεν μπόρεσαν να ολοκληρώσουν την υπέρβασή τους και να πάνε μέχρι το τέλος του δρόμου.
Το πρόβλημα ήταν ο σχεδιασμός για τον Δημήτρη Ρήγα
Ο Παναθηναϊκός ξεκίνησε τη σεζόν με πολλά όνειρα και στόχο να κατορθώσει να πάει στο Φάιναλ Φορ μετά το 2012 και τη συμμετοχή του στην τελική φάση της Ευρωλίγκας στην Κωνσταντινούπολη. Το καλοκαίρι, οι «πράσινοι» προχώρησαν σε κάποιες σημαντικές κινήσεις αλλά και σε κάποια σημαντικά λάθη που επί της ουσίας τα παραδέχτηκαν στην πορεία της σεζόν όταν προχώρησαν σε διορθωτικές κινήσεις.
Αρχικά ο Στεφάν Λάσμε δεν ήταν ο παλιός καλός Γκαμπονέζος σέντερ ο οποίος αποτελούσε φόβητρο μέσα στη ρακέτα, αλλά και μία αρκετά αξιόπιστη λύση για συγκεκριμένα πράγματα στο επιθετικό κομμάτι. Η εικόνα του δημιούργησε δικαιολογημένο προβληματισμό και μοιραία αντικαταστάθηκε. Παράλληλα ήταν φανερή η έλλειψη σουτέρ που θα έκαναν πιο εύκολη τη ζωή του ηγέτη του «τριφυλλιού», του Νικ Καλάθη όταν οι αντίπαλοι τον παίζουν προκλητικά under και ρισκάρουν το σουτ του, παίζοντας κυρίως με το μυαλό του.
Η απόφαση αυτή φάνηκε ότι θα κόστιζε από την αρχή, καθώς ο μοναδικός αξιόπιστος σουτέρ από απόσταση, ο Ματ Λοτζέσκι, ταλαιπωρήθηκε ως συνήθως από τραυματισμούς. Το κενό του Μάικ Τζέιμς δεν καλύφθηκε, με τον Κιθ Λάνγκφορντ να αποτελεί μεν έναν «σεσημασμένο» σκόρερ –δεν ήταν ποτέ στοίχημα όπως αποτυχημένα είχε γραφτεί- αλλά σε καμία περίπτωση κλασικό σουτέρ.
Την ίδια στιγμή υπήρχε και σοβαρό πρόβλημα στη θέση «5». Η απόκτηση του Γιώργου Παπαγιάννη ήταν προς τη σωστή κατεύθυνση, έστω κι αν η παρουσία του Έλληνα σέντερ δεν ήταν καλή. Σωστή και η απόκτηση του Ιωάννη Παπαπέτρου. Παρ’ όλα αυτά ο Τζέιμς Γκιστ δεν μπορούσε να καλύψει μαζί με τον Λάσμε και τον Ίαν Βουγιούκα σωστά τη θέση του σέντερ. Ο Ντεσόν Τόμας αποτέλεσε έναν από τους καλύτερους παίκτες, αλλά πρόκειται για ρολίστα και δεν θα μπορούσε να ηγηθεί όπως έκανε μέχρι πέρσι ο Κρις Σίνγκλετον.
Κάπως έτσι ο πήχης τέθηκε ψηλότερα από εκεί που έπρεπε με βάση το υλικό που είχε στα χέρια του ο Τσάβι Πασκουάλ. Ο Καταλανός ήταν και παραμένει ένας σπουδαίος προπονητής ο οποίος όμως είχε σημαντικές ευθύνες για την πορεία της ομάδας και μοιραία απομακρύνθηκε τον Δεκέμβριο.
Η έλευση του Ρικ Πιτίνο δεν άλλαξε πολλά αμέσως, αλλά έπειτα από το πρώτο δίμηνο η ομάδα μεταμορφώθηκε προς το καλύτερο. Ο Αμερικανός τεχνικός είχε στη σύνθεσή του και τους Σον Κιλπάτρικ, Άντριαν Πέιν. Ο πρώτος πρόσφερε και «ταίριαξε» με την ομάδα έχοντας κυρίως αμυντικό ρόλο πάντως, ενώ ο δεύτερος δεν πρόσθεσε κάτι και λύθηκε σύντομα η συνεργασία μαζί του.
Μ’ ένα φοβερό ντεμαράζ ο Παναθηναϊκός όχι απλά μπήκε στα πλέι οφ, αλλά τερμάτισε και στην έκτη θέση, πανηγυρίζοντας κάποιες μεγάλες νίκες, με κορυφαία εκείνη επί της ΤΣΣΚΑ στη Μόσχα. Παρ’ όλα αυτά στα πλέι οφ, η πίστη που υπήρχε λόγω και του καλού μομέντουμ, δεν ήταν αρκετή.
Η Ρεάλ Μαδρίτης παρά το γεγονός ότι έπαιξε χωρίς τον Σέρχιο Γιουλ ήταν πολύ ανώτερη από τους κυπελλούχους Ελλάδας. Στο πρώτο παιχνίδι η διαιτησία έβαλε για τα καλά το... χεράκι της, αλλά η συνέχεια της σειράς απέδειξε την αλήθεια.
Στο τρίτο παιχνίδι πάντως έγιναν αρκετά και σημαντικά λάθη. Η ομάδα δεν παρουσίασε απολύτως τίποτα καινούριο στο παρκέ. Παράλληλα έγιναν λάθη στο κοουτσάρισμα. Δεν γίνεται να πρέπει να παίξει άμυνα το «τριφύλλι» στο φινάλε και στην πεντάδα να υπάρχουν πλην το πολύ καλού αμυντικού Καλάθη οι μέτριοι –ίσως και κακοί- αμυντικοί, Λάνγκφορντ, Λοτζέσκι, Τόμας και Βουγιούκας. Η «Βασίλισσα» δεν το συγχώρησε και με τρία ανενόχλητα τρίποντα «κλείδωσε» τη νίκη και την εύκολη πρόκριση.
Με βάση το πως ξεκίνησε, πως κύλησε η σεζόν και με δεδομένη την κατάσταση που επικρατούσε βαθμολογικά μέχρι τα τέλη Φλεβάρη, η πορεία του Παναθηναϊκού κρίνεται συμπαθητική, έστω κι αν δεν προκρίθηκε στο Φάιναλ Φορ. Παρ’ όλα αυτά θα πρέπει να γίνει μάθημα σε όλους, ότι το καλοκαίρι γίνονται οι σημαντικότερες κινήσεις και τότε γίνεται το πραγματικό «χτίσιμο» των ομάδων.
Για μία ακόμα φορά πάντως και η τύχη δεν στάθηκε με το μέρος του Παναθηναϊκού που στα πλέι οφ συναντήθηκε μ’ ένα μεγαθήριο. Υπενθυμίζεται ότι πέρσι και πρόπερσι είχε εξασφαλίσει μεν το πλεονέκτημα έδρας τερματίζοντας 4ος, αλλά στα προημιτελικά είχε βρει μπροστά τους τις Φενέρμπαχτσε και Ρεάλ Μαδρίτης που αφού τον απέκλεισαν στέφθηκαν και πρωταθλήτριες Ευρώπης.
Πρέπει να θυμίζει «Εξάστερο» σε κάθε ματς και όχι με εκλάμψεις για τον Ραφαήλ Αλαγά
Ας ξεκινήσουμε από ένα πολύ απλό παράδειγμα, που δεν το χρησιμοποιούμε ως απόλυτο, αλλά ως ενδεικτικό του πώς «χτίζεται» μια ομάδα. Οι Μιλγουόκι Μπακς στηρίζουν ως ηγέτη τους τον Γιάννη Αντετοκούνμπο, σωστά; Ολόσωστα. Ποια είναι η αδυναμία του; Το μακρινό σουτ. Και τι έκανε ο Μάικ Μπουντενχόλζερ; Έφερε δίπλα του ένα σωρό σουτέρ, ενώ ο Τζέισον Κιντ ήταν μέχρι πέρυσι στο σύστημα «Γιάννης, Τζαμπάρι και... άγιος ο θεός», αφήνοντας την ομάδα εκτός playoffs μέχρι τη στιγμή που απολύθηκε. Ακόμη και ο Μπρουκ Λόπεζ, που παίζει στο «5», σουτάρει. Το αποτέλεσμα ποιο είναι; Να υπάρχει μια πλειάδα παικτών που απειλεί από μακριά, με αποτέλεσμα τους ανοικτούς χώρους για τον Γιάννη, ώστε να ξεδιπλώσει το απίστευτο ταλέντο του και να μην χρειάζεται να «εγκλωβίζεται» στο σουτ. Επίσης, το αποτέλεσμα ήταν τα «Ελάφια» να βρίσκονται πρώτα σε όλο το ΝΒΑ στην κανονική περίοδο.
Και πάμε στην ουσία τώρα. Από τη στιγμή, που σε μια αντίστοιχη περίπτωση θέλεις να «χτίσεις» την ομάδα σε έναν παίκτη, που δεν έχει καλό μακρινό σουτ, όπως ο Καλάθης, πώς η σκέψη σου δεν πηγαίνει στο να του φέρεις παίκτες, που μπορούν με συνέπεια να απειλήσουν από μακριά; Αυτό είναι το ερώτημα στον Τσάβι Πασκουάλ, ο οποίος θέλησε να αλλάξει τη λογική, με την οποία παίζει ο Παναθηναϊκός, αλλά πάνω στην προσπάθεια να αλλάξει μυαλά για τον τρόπο παιχνιδιού... έχασε και το δικό του.
Όχι, κανείς εκ των παικτών που ήρθε, δεν είναι κακός. Κανείς μέσα στο ρόστερ δεν είναι χαμηλής ποιότητας ούτε στερείται παραστάσεων. Απλά στην πράξη δεν «κόλλησαν» σε αυτό, που ήθελε ο Καταλανός τεχνικός. Και αυτό που ήθελε, ήταν μια ομάδα «δαιμονισμένη», που θα πιέζει δίχως αύριο και θα βρίσκει τις λύσεις στο ανοικτό γήπεδο, εκμεταλλευόμενη την ταχύτητα του ηγέτη της και τις αλτικές ικανότητες πολλών συμπαικτών του, ενώ όταν χρειαζόταν θα στηριζόταν σε προσωπικότητες σαν του Λάνγκφορντ ή του Παππά.
Αυτό δε βγήκε στους «πράσινους», μιας και δεν είχαν το μακρινό σουτ, στοιχείο πολύτιμο στο σύγχρονο μπάσκετ. Είχαν σαν «καθαρόαιμο» σουτέρ μόνο τον υποπίπτοντα σε πολλούς τραυματισμούς Ματ Λοτζέσκι και πέραν τούτου ουδένα. Φυσικό ήταν, λοιπόν, από τη στιγμή που «στράβωσαν» και κάποια αποτελέσματα στην χρονιά, να έρθει και η καθίζηση, που επέταξε την αλλαγή.
Στεκόμαστε κυρίως στο σχεδιασμό, γιατί αυτός είναι ουσιαστικά, που σχεδόν καταδίκασε την χρονιά του Παναθηναϊκού στην Ευρωλίγκα. Και λέμε σχεδόν, γιατί όταν ήρθε ο Ρικ Πιτίνο και βρήκε την ομάδα στη 12η θέση, κανείς δεν πίστευε στην ολική επαναφορά, που τελικά ήρθε. Ο Αμερικανός χρησιμοποίησε τον Παπαγιάννη, έδιωξε τον Λάσμε και μετά τον Πέιν, που ήρθε βέβαια στη δική του θητεία, ακούμπησε την μπάλα στο «ζωγραφιστό» με τον Βουγιούκα να μπαίνει επίσης στην «εξίσωση» και τα μακρινά σουτ ελαχιστοποιήθηκαν, με την ομάδα να παίρνει λίγα και καλά.
Δε γνωρίζω, αν αυτό ήταν που ο Τσάβι Πασκουάλ ήθελε να δει από την ομάδα του. Λογικά όχι, θα το είδε στον αγώνα με την ΤΣΣΚΑ Μόσχας στο ντεμπούτο του Πιτίνο στον πάγκο. Τότε, που οι παίκτες ήταν όντως «σεληνιασμένοι» κι έπαιξαν το μπάσκετ της λογικής, που αναφέραμε νωρίτερα.
Επειδή, όμως, δε γίνεται κάθε βράδυ να παίζεις έτσι, ήταν λογικό ο Αμερικανός να επιζητήσει αλλαγές στη λογική αυτή και να κάνει έναν εξορθολογισμό, με βάση όσα είχε στο ρόστερ.
Ο Παναθηναϊκός, ωστόσο, έχει κι ένα πρόβλημα τα τελευταία χρόνια. Την προσωπικότητα σε δύσκολες στιγμές. Όχι από έναν παίκτη, αλλά από όλη την ομάδα. Οι κρίσιμες αποφάσεις δεν αφορούν μόνο το μεγάλο σουτ. Είναι μια άμυνα, ένα κλέψιμο, ένα λάθος, ένα δευτερόλεπτο κερδισμένο ή χαμένο. Λεπτομέρειες που κάνουν τη διαφορά και το «τριφύλλι» δεν τις έχει, ενώ κάποτε ήσουν σίγουρος πως θα είναι εκείνο, που θα επικρατήσει σε ειδικές καταστάσεις.
Φάνηκε και με τη Ρεάλ στο Game 1 αυτό και σε πολύ κόσμο δεν άρεσε. Είναι η πραγματικότητα, ωστόσο, εδώ και καιρό. Με τον Πασκουάλ την τελευταία διετία η ομάδα πήρε κάποιες τέτοιες «μάχες» στην κανονική περίοδο, με τον Πιτίνο θύμισε «Εξάστερο» σε περιπτώσεις. Δεν φτάνει αυτό, όμως, για να πάει σε Final Four. Πρέπει να είναι «Εξάστερος» σε κάθε ματς και στα playoffs δεν ήταν, αν και φυσικά ο αντίπαλος ήταν πολύ πιο ποιοτικός.
Ο Αμερικανός είπε, ότι θα κάνει τα πάντα για να γυρίσει η κούπα. Και έχει αφήσει ένα στίγμα, ότι μπορεί να τα καταφέρει. Κάνοντας ένα σωστό σχεδιασμό δίπλα στον ηγέτη της ομάδας χωρίς αυτός να αλλάζει και «ψήνοντάς» τη σιγά σιγά σε κρίσιμες καταστάσεις, κάτι που ξεκίνησε από φέτος, μπορεί να την κάνει να πιστέψει ξανά στον εαυτό της. Είναι το απαραίτητο πρώτο «βήμα», για να μπορέσει να σβήσει τα 7, πλέον, στείρα χρόνια χωρίς Final Four.