Ο Ίγκορ Κοκόσκοφ δεν είναι αυτό που λέμε κλασική περίπτωση Ευρωπαίου προπονητή. Η πορεία που ακολούθησε είναι τελείως διαφορετική από αυτή που ακολουθούν οι συνάδελφοί του στη Γηραιά Ήπειρο. Το μοναδικό στερεότυπο από το οποίο δεν ξέφυγε ήταν αυτό του Σέρβου που λατρεύει το μπάσκετ. Έπαιζε, ονειρευόταν να γράψει τη δική του ιστορία στα παρκέ και ζούσε με την πορτοκαλί μπάλα αγκαλιά. Ένα ατύχημα όμως του έδειξε έναν διαφορετικό τρόπο για να μείνει κοντά σε αυτή του τη μεγάλη αγάπη.
Άφησε το όνειρο στην άκρη
Ο Κοκόσκοφ ήταν μόλις 18 χρονών, όταν είδε όλη τη ζωή του να αλλάζει. Έπαιζε μπάσκετ στο Βελιγράδι, ίνδαλμά του ήταν ο Ντράζεν Πέτροβιτς, ο πατέρας του ήταν τεχνικός Ακτίνων Χ στο νοσοκομείο της σέρβικης πρωτεύουσας και η μητέρα του εργαζόταν στην κυβέρνηση στον τομέα της οικονομίας. Τραγική ειρωνεία; Ένα αυτοκινητιστικό ατύχημα θα τα άλλαζε όλα. Σε αντίθεση με το ίνδαλμά του, που άφησε την τελευταία του πνοή σε έναν δρόμο της Γερμανίας, αυτός στάθηκε πιο τυχερός μέσα στην ατυχία του. Δεν έζησε όμως και το όνειρό του να γίνει μπασκετμπολίστας.
Ένα αυτοκίνητο μπήκε στην αντίθεση λωρίδα, έπεσε πάνω του και μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο. Οι γιατροί του έσωσαν τη ζωή, αλλά ενημέρωσαν τον ίδιο και την οικογένειά του πως έδιναν μάχη για να σώσουν το αριστερό του πόδι. Χρειάστηκαν έντεκα επεμβάσεις για να ακούσουν τα καλά νέα πως το πόδι είχε σωθεί, πως θα μπορούσε να επιστρέψει στην κανονική του ζωή. Στο περίπου δηλαδή, καθώς γι’ αυτόν το «κανονική» περιλάμβανε το να μπορεί να παίξει μπάσκετ. Αυτό θα ήταν αδύνατον όμως όπως τον ενημέρωσαν οι γιατροί.
Η συνειδητοποίηση
Τα νέα δεν ήταν από αυτά που μπορεί εύκολα να δεχθεί κάποιος. Πολύ δε περισσότερο ένα παιδί 18 χρονών. Ο ίδιος όμως αποφάσισε έχοντας αγγίξει το θάνατο και έχοντας περάσει από όλη αυτή τη διαδικασία των επεμβάσεων να δει τα πράγματα αλλιώς. Δείτε πως τα διηγήθηκε όταν παρουσιάστηκε από τους Φίνιξ Σανς: «Ο αστράγαλός μου ήταν εντελώς κατεστραμμένος. Είχε διαλυθεί. Τότε κατάλαβα πως το σώμα μου δεν θα μπορούσε ποτέ να ανταπεξέλθει στις προκλήσεις της ζωής ενός επαγγελματία αθλητή. Μου φάνηκε σαν να είχα χάσει τον κόσμο όλο. Ήμουν 18 χρονών και δεν μπορούσα να παίξω μπάσκετ στο ίδιο επίπεδο που έπαιζα. Αλλά την ίδια στιγμή σκέφτηκα απλά πως τα πράγματα θα μπορούσε να είναι πολύ χειρότερα. Άρχισα να εκτιμώ όλα όσα είχα στα 18 μου χρόνια. Και ήξερα πως έπρεπε να συνεχίσω με το μπάσκετ. Το μπάσκετ είναι η ζωή μου».
Ο τρόπος που βρήκε να μείνει κοντά στο μπάσκετ, να συνεχίσει να κρατά την πορτοκαλί μπάλα στην αγκαλιά του και να ονειρεύεται ήταν η προπονητική. Στράφηκε σε αυτήν πολύ γρήγορα. Στα 21 του ήταν προπονητής της ομάδας νέων της ΟΚΚ Βελιγραδίου, το 1994 έγινε βοηθός προπονητή στην ανδρική ομάδα και στα 24 του έγινε ο νεότερος προπονητής στην ιστορία της ΟΚΚ. Δεν του ήταν αρκετό όμως. Ήθελε να μάθει περισσότερα, να γίνει καλύτερος, να ανοίξει το μυαλό του.
Το πρώτο ταξίδι στις ΗΠΑ
Το μέρος που ήθελε να πάει για να βελτιωθεί ήταν οι ΗΠΑ. Άφησε τη θέση του και ταξίδεψε στο Πανεπιστήμιο του Κονέκτικατ, όπου ήρθε σε επαφή με προπονητές όπως ο Αουριέμα και ο Καλχούν. Επισκέφθηκε το Ιλινόις, το ΝτεΠολ, το Νορθγουέστερν, πριν επιστρέψει για την Παρτιζάν Βελιγραδίου και την ομάδα νέων της. Μια επιστροφή που κράτησε μόνο ένα χρόνο, αφού ήξερε πως το μέλλον του ήταν στις ΗΠΑ. Αυτά που είχε δει εκεί στην πρώτη του επίσκεψη τον είχαν μαγέψει. Ήξερε το δρόμο που ήθελε να ακολουθήσει και ήταν ξεκάθαρος σε ένα ακόμη σταυροδρόμι της ζωής του. Η πορεία του τον οδήγησε στον Ντιουκ όπου γνώρισε τον Κουίν Σνάιντερ, έναν άνθρωπο κλειδί για τη συνέχεια της καριέρας του. Κι αυτό γιατί όταν ο Σνάιντερ ανέλαβε το Μιζούρι, πήρε μαζί του ως βοηθό του τον Κοκόσκοφ, κάνοντάς τον τον πρώτο Ευρωπαίο προπονητή που έγινε βοηθός στην ιστορία του NCAA.
Η πόρτα του ΝΒΑ
Η παραμονή του στο Μισούρι κράτησε μόλις ένα χρόνο. Η ιστορία θα επαναλαμβανόταν αυτή τη φορά στο ΝΒΑ. Ο Άλβιν Τζέντρι τον κάλεσε στο τεχνικό επιτελείο των Λος Άντζελες Κλίπερς, κάνοντάς τον τον πρώτο Ευρωπαίο προπονητή σε τεχνικό επιτελείο ομάδας του ΝΒΑ, πίσω στο… μακρινό 2000. Έμεινε τρία χρόνια στους Κλίπερς και ακολούθησαν οι Πίστονς, οι Σανς, οι Καβαλίερς, οι Μάτζικ, οι Τζαζ… Δούλεψε 18 χρόνια δίπλα στον Λάρι Μπράουν, τον Μάικ Μπράουν, τον Ζακ Βον και ξανά με τον Κουίν Σνάιντερ αυτή τη φορά στη Γιούτα.
Το όνομά του ήταν γνωστό στο ΝΒΑ, αλλά στην Ευρώπη δεν ίσχυε το ίδιο. Το αποδεικνύει η υποδοχή της είδησης πίσω το 2015 όταν ο Παναθηναϊκός έβαλε στο τραπέζι το όνομά του. Ελάχιστοι ήταν αυτοί που τον ήξεραν και σίγουρα κανείς από όσους ήταν μη… μπασκετικοί. Ο Κοκόσκοφ μόλις είχε πει το "ναι" στη Γιούτα, οπότε αναγκάστηκε να απαντήσει αρνητικά στους «πράσινους», αφού είχε δώσει το λόγο του στον φίλο του, Σνάιντερ. Το 2018 ήρθε η ώρα για την πρώτη του δουλειά ως ΝΒΑ ως πρώτος προπονητής. Η πρόταση ήρθε από τους Φίνιξ Σανς, στους οποίους είχε εργαστεί ως μέλος του τεχνικού επιτελείου (2008-13).
Η συνεργασία δεν ευδοκίμησε. Μάλιστα ο συνήθως ολιγόλογος και προσεκτικός στις δηλώσεις του Κοκόσκοφ ρωτήθηκε ουκ ολίγες φορές εκείνη τη σεζόν και αργότερα για το λόγο που δεν επέλεξε η ομάδα του στο ντραφτ τον Λούκα Ντόντσιτς. Η ιστορία έγραψε Ντάλας Μάβερικς και όλοι γνωρίζουμε πια τι έκανε ο Σλοβένος στο ΝΒΑ με το «καλημέρα» κιόλας. Οι δυο τους άλλωστε γνωρίζονταν πολύ καλά. " Δυστυχώς λόγω του επαγγελματικού κώδικα δεν μπορώ να απαντήσω στην ερώτηση ευθέως. Εγώ πάντως κοιμάμαι ήρεμος σχετικά με το θέμα. Αυτά που κάνει ο Ντόντσιτς στα 20 του είναι μοναδικά. Το παιχνίδι του σε μαγεύει" είχε απαντήσει σε σχετική ερώτηση, αφήνοντας να εννοηθεί πως αυτός είχε κάνει την εισήγησή του για την απόκτηση του Σλοβένου, αλλά η ομάδα προτίμησε να τον προσπεράσει.
Ο ρόλος των Εθνικών Ομάδων
Ως μέλος τεχνικών επιτελείων στο ΝΒΑ η Ευρώπη δεν τον γνώριζε. Ο τρόπος να της συστηθεί εκ νέου ήταν μέσω των Εθνικών Ομάδων. Η αρχή έγινε με την Γεωργία (2008-15), η οποία μάλιστα τον τίμησε κιόλας το 2011 με τον πρόεδρο της χώρας να του δίνει το μετάλλιο της τιμής.
Η συνέχεια ήταν ακόμη καλύτερη: Ανέλαβε τη Σλοβενία και την οδήγησε ως την κορυφή, στην κατάκτηση του Ευρωμπάσκετ 2017 με τους Ντράγκιτς και Ντόντσιτς να ηγούνται της προσπάθειας στο παρκέ.
Το όνομα του Σέρβου προπονητή ήταν πλέον στο στόμα όλων και η περιπέτεια με τις Εθνικές Ομάδες δεν είχε ακόμη ολοκληρωθεί, αφού πλέον έχει αναλάβει το τιμόνι του αντιπροσωπευτικού συγκροτήματος της χώρας του με στόχο την πρόκριση στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Τόκιο το 2021 (πλέον). Κι εδώ υπάρχει μια παρένθεση: Το 2004 και το 2005 ήταν στο τεχνικό επιτελείο του Ζέλικο Ομπράντοβιτς στην Εθνική Σερβίας – Μαυροβουνίου. Εκεί χτίστηκε με ακόμη πιο στέρεα υλικά η σχέση τους με τον Ζοτς να εμπιστεύεται πολύ τη γνώμη του συμπατριώτη του κάθε φορά που αναζητούσε πληροφορίες για κάποιον παίκτη εξ’ Αμερικής. Εκεί που βρισκόταν άλλωστε μέχρι να πει το «ναι» στη Φενέρμπαχτσε, ως μέλος του τεχνικού επιτελείου των Σακραμέντο Κινγκς δίπλα στον Λουκ Ουόλτον.
Τριάντα χρόνια μετά από εκείνο το ατύχημα που του κόστισε την καριέρα του ως παίκτη έχει ένα πλουσιοπάροχο συμβόλαιο στη Φενέρμπαχτσε, τη δική του οικογένεια με την σύζυγό του Πατρίτσια και τα δύο τους παιδιά και έχει ένα λόγο παραπάνω να βλέπει θετικά τα πράγματα. Ακόμη κι εκείνο το ατύχημα που παραλίγο να του στοιχίσει το πόδι του: «Τι θα γινόταν αν όταν ήμουν 18 χρονών μπορούσαν να επιστρέψω στο μπάσκετ μετά το ατύχημα; Δεν θα ήταν δυνατό να γίνω προπονητής. Δεν θα ήμουν εδώ τώρα. Γι’ αυτό το θυμάμαι ως κάτι θετικό. Δεν ήταν μια κατάρα, αλλά μια ευχή».