19.2 C
Athens
Παρασκευή, 19 Απριλίου, 2024

Η μέρα όπου επιβεβαιώσαμε ποιοι είμαστε (vids)

Η Εθνική μας σαν σήμερα (24/6) καταφέρνει να επαναλάβει το θρίαμβο του 1987 κόντρα στους Σοβιετικούς δύο χρόνια αργότερα στο Ζάγκρεμπ και το Basketa.gr θυμάται το νέο έπος του 1989, που ίσως να έπρεπε να μπαίνει πιο συχνά στη «ζυγαριά» της σύγκρισης με αυτό που πετύχαμε στο ΣΕΦ.

Οι περισσότεροι θα θυμούνται το έπος του 1987. Τότε, που η Εθνική μας πέτυχε κάτι ακατόρθωτο, σύμφωνα με τα τότε δεδομένα, κάνοντας τη Σοβιετική Ένωση να υποκλιθεί μπροστά της. Κάθε φορά, που το ημερολόγιο δείχνει 14 Ιουνίου, θυμόμαστε με ανατριχίλα εκείνο το θρίαμβο και δικαίως.

Κανείς, όμως, δεν πρέπει να ξεχνά αυτό που έγινε δύο χρόνια αργότερα. Κι αυτό, γιατί το 1989 ήταν, όπου η «Επίσημη Αγαπημένη» επιβεβαίωσε σε πόσο υψηλό επίπεδο βρισκόταν. Αν θέλετε μια προσωπική άποψη, το έπος εκείνης της χρονιάς είναι μεγαλύτερο του 1987, για τον απλούστατο λόγο, ότι όλοι πια ήταν υποψιασμένοι μαζί μας, αλλά εμείς τους αποδείξαμε πως είχαμε φτάσει στην κορυφή… για να μείνουμε εκεί, κάτι που επιβεβαιώθηκε μέχρι και το 2013, στην τελευταία φορά που πήραμε ευρωπαϊκό τρόπαιο σε συλλογικό επίπεδο.

Αντέξαμε στο Ευρωμπάσκετ της… μιας ανάσας

Το Ευρωμπάσκετ του 1989 δεν ήταν ίδιο με την προ διετίας διοργάνωση. Οι ομάδες, που συμμετείχαν σε αυτό, μετά την προκριματική φάση, ήταν μόλις οκτώ και το αποτέλεσμα ήταν όλα να κρίνονται μέσα σε πέντε μέρες, δηλαδή… σε μια ανάσα, διεξαγόμενο στη Γιουγκοσλαβία μεταξύ 20 και 25 Ιουνίου.

Κι εμείς, υπό τις συνθήκες αυτές, αντέξαμε. Μπορεί στην πρώτη αγωνιστική να ηττηθήκαμε με το πολύ «βαρύ» 103-68 από τους διοργανωτές, που έδειξε… τις άγριες διαθέσεις τους για το τουρνουά, αλλά δεν ήταν αυτό σε καμία περίπτωση το κρίσιμο ματς. Το σημαντικό ήταν να κερδίσουμε τους δύο θεωρητικά πιο βατούς αντιπάλους μας.

https://www.youtube.com/watch?v=l3XXoZb2Gis

Η πρόκριση, επί της ουσίας, παιζόταν στο δεύτερο ματς του ομίλου με τους Γάλλους, επίσης κραταιούς εκείνη την εποχή. Κι εκεί οι παίκτες του Ευθύμη Κιουμουτζόγλου έκανανα αυτό, που πρέπει να κάνει κάθε ομάδα σε ματς τέτοιας σημασίας, ήτοι «ζωής και θανάτου». Έπιασαν τους αντιπάλους τους… από το λαιμό και το 42-33 στο πρώτο ημίχρονο ήταν ιδανικό ξεκίνημα. Όσο κι αν προσπάθησαν οι «τρικολόρ», μετά, η «30άρα» του Γκάλη και οι πολύτιμοι 18 πόντοι του Λιβέρη Ανδρίτσου, ως δεύτερου σκόρερ της αναμέτρησης, κράτησαν στο «τιμόνι» τη «γαλανόλευκη».

https://www.youtube.com/watch?v=r58esftzTLU

Με αυτό τον τρόπο, το νερό… μπήκε για τα καλά στο αυλάκι. Η Βουλγαρία, στο τέλος, ήταν αρκετά χαμηλό «εμπόδιο» και απαιτείτο μια στοιχειώδης σοβαρότητα, ώστε να μην αυτοκτονήσουμε. Ο Γκάλης διασφάλισε με 43 πόντους, μαζί με τους 29 του Γιαννάκη, ότι δεν υπήρχε περίπτωση να πάθουμε κάποιο «σοκ» και το 103-73 ήρθε αρκετά άνετα, με αποτέλεσμα να ξαναβρούμε… το πεπρωμένο στους «4».

https://www.youtube.com/watch?v=bmKK1zG-UUw

Μας περίμεναν, αλλά αυτό που τους συνέβη… δεν το περίμεναν

Οι Σοβιετικοί είναι σίγουρο, ότι δεν μπορούσαν να «χωνέψουν» τη «σφαλιάρα» του 1987 στο ΣΕΦ, με την Εθνική μας να έχει γράψει τότε ένα από τα μεγαλύτερα έπη στην ιστορία του παγκοσμίου αθλητισμού και, φυσικά, του ελληνικού. Ακόμη πιο σίγουρο, λοιπόν, είναι πως στην επόμενη ευκαιρία… θα μας περίμεναν στη γωνία για να μας εκδικηθούν.

Και η ευκαιρία τους ήρθε στο Ζάγκρεμπ το 1989. Τότε, μάλιστα, παρουσίασαν την κορυφαία τους ομάδα ίσως στην ιστορία της χώρας, έχοντας στο ρόστερ τρομερούς παίκτες, όπως ο Άρβιντας Σαμπόνις, ο Σάσα Βολκόφ, ο Σαρούνας Μαρτσιουλιόνις, ο Ρίμας Κουρτινάιτις, ο Τιτ Σοκ, ο Βαλέρι Τιχονένκο και ο Βαλντεμάρας Χομίτσιους.

Την ίδια ώρα, η δική μας Εθνική μπορεί να διατήρησε ένα βασικό κορμό, αλλά παράλληλα δέχθηκε κι ένα κύμα ανανέωσης, καθώς το 1989 μας καθοδήγησε ο Κιουμουρτζόγλου αντί του Κώστα Πολίτη, ενώ έπαιξαν οι Ντέιβιντ Στεργάκος, Κώστας Παταβούκας, Ντίνος Αγγελίδης και Δημήτρης Παπαδόπουλος, ενώ ο Τζον Κόρφας αποκλείστηκε πριν από την πρεμιέρα με τους Γιουγκοσλάβους.

Όλα αυτά συνέθεταν ένα ιδανικό σκηνικό για τους Σοβιετικούς, ώστε να πάρουν την πολυπόθητη ρεβάνς. Ο «θεός» και ο Μαρτσουλιόνις, όπως, θα είχαν… άλλη άποψη. Τι εννοούμε με αυτό; Μιλάμε, φυσικά, για ένα από τα καλύτερα ματς στην ιστορία του Γκάλη, ο οποίος πέτυχε τους 45 από τους 81 μας πόντους, ενώ με το σκορ στο 62-57 υπέρ των Σοβιετικών στο δεύτερο ημίχρονο, ο σπουδαίος τους γκαρντ αποβάλλεται και όλο το σκηνικό της αναμέτρησης αλλάζει, με τον Λιθουανό να έχει κάνει ίσως ένα από τα πιο αφελή φάουλ της καριέρας του, αφήνοντας «ξεκρέμαστους» τους συμπαίκτες του.

Η «μάχη», λοιπόν, θα συνεχιζόταν σώμα με σώμα, πόντο με πόντο μέχρι το τέλος, όπως έγινε και στο Φάληρο. Και κάπου εκεί, όλοι πίστεψαν πως κάποιο χέρι θα βάλει το σουτ, που χρειαζόμασταν για την νίκη. Αυτή την φορά ήταν ο Φάνης Χριστουδούλου, ο οποίος με 54” για το φινάλε σημειώνει το τρίποντο για το 81-80, αν και για να λέμε την αλήθεια, ο Γκάλης που δίνει την ασίστ, έχει πατήσει στη γραμμή του άουτ προτού πασάρει την μπάλα στον αιφνιδιασμό.

Κάπως έτσι, η ομάδα που πριν από 10 μήνες είχε πάρει το χρυσό μετάλλιο στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Σεούλ, βρέθηκε ξανά ταπεινωμένη από το λαό των 10 εκατομμυρίων κατοίκων. Με τον Γκάλη να αστοχεί, αλλά το σφύριγμα για επιθετικό φάουλ να τελειώνει το ματς, η ελληνική ομάδα επαναλάμβανε το θρίαμβο και περνούσε στον τελικό.

Ελλάδα (Κιουμουρτζόγλου): Γκάλης 45, Παταβούκας, Γιαννάκης 6, Καμπούρης 2, Στεργάκος 9, Αγγελίδης, Φιλίππου, Ανδρίτσος, Φασούλας 7, Παπαδόπουλος, Χριστοδούλου 12.

Σοβιετική Ενωση (Γκαράστας): Βέτρα 2, Σοκ 2, Μπερεσνόι, Μαρτσιουλιόνις 11, Βολκόβ 11, Τιχονένκο 22, Κουρτινάιτις, Σαμπόνις 19, Γκαντάσεβ, Χομίτσιους 7, Μπελοστένι 6, Γκομπόροβ.

https://www.youtube.com/watch?v=517oYMD9q7w

Το ένα θαύμα ήταν αρκετό

Με βάση, λοιπόν, όσα αναφέραμε νωρίτερα, πρόκειται ίσως για θαύμα μεγαλύτερο του 1987. Στον τελικό, όμως, το θαύμα αυτό δεν μπόρεσε δυστυχώς να συνεχιστεί, απέναντι στους «πεινασμένους» για τίτλο διοργανωτές.

Όχι πως οι Γιουγκοσλάβοι υστερούσαν ως ομάδα. Είχαν στις τάξεις τους, άλλωστε, παίκτες όπως ο Ντράζεν Πέτροβιτς, ο Τόνι Κούκοτς, ο Ζάρκο Πάσπαλι, ο Γιούρι Ζντοβτς, ο Στόγιαν Βράνκοβιτς, ο Βλάντε Ντίβατς, ο Ντίνο Ράτζα και ο νεαρός, τότε, Πρέντραγκ Ντανίλοβιτς. Πολύ δύσκολο, λοιπόν, για δεύτερη συνεχόμενη φορά να τα βάλεις με δύο τέτοιες αρμάδες.

Έπαιζαν και στην έδρα τους, άλλωστε, επομένως το πλεονέκτημά τους ήταν ξεκάθαρο. Προηγήθηκαν, δε, με 54-35 από το πρώτο ημίχρονο και τα πράγματα έγιναν ακόμη πιο δύσκολα, με την νέα «30άρα» του Γκάλη, όπως και τους 22 του Φασούλα, να μην φτάνουν και με τους Ντράζεν-Ράτζα να κάνουν πάρτι με 28 και 25 πόντους αντίστοιχα, οι Γιουγκοσλάβοι το σήκωσαν με 98-77.

Γιουγκοσλαβία (Ίβκοβιτς): Πέτροβιτς 28, Ραντούλοβιτς 2, Τσούτουρα, Κούκοτς 6, Πάσπαλι 8, Ζντοβτς 6, Ράντοβιτς, Βράνκοβιτς 1, Ντίβατς 16, Ντανίλοβιτς 4, Ράτζα 25, Πρίμορατς 2

Ελλάδα (Κιουμουρτζόγλου): Γκάλης 30, Παταβούκας, Γιαννάκης 4, Καμπούρης, Στεργάκος 10, Αγγελίδης, Φιλίππου, Ανδρίτσος, Φασούλας 22, Παπαδόπουλος, Χριστοδούλου 11

https://www.youtube.com/watch?v=D-gBVqYrB_Q

Και πάλι, όμως, το έπος αυτό που πετύχαμε, ακόμη και χωρίς κούπα, παραμένει στη μνήμη μέχρι σήμερα…



ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ