11 C
Athens
Κυριακή, 22 Δεκεμβρίου, 2024

Η Άνοιξη της Γενεύης και του ΠΑΟΚ (Video)

Πρέπει να γυρίσεις πίσω το ρολόι... Μην κοιτάς αυτό στον τοίχο, γιατί έχει μπει η Άνοιξη. Το άλλο, στο μυαλό... Εκείνο που πρέπει να το γυρίσεις πίσω 26 χρόνια (τόσα πολλά ε;) όταν, όπως λέει και το άσμα «ήταν σαν να (ξανα)μπαίνει η Άνοιξη. Όχι αυτή που ξέρετε, αλλά η άλλη, αυτή του ελληνικού μπάσκετ. Γιατί αυτό ήταν αυτό που έκανε ο ΠΑΟΚ στη Γενεύη το 1991 με την κατάκτηση του Κυπέλλου Κυπελλούχων. Έφερε και πάλι το ελληνικό μπάσκετ στο ψηλότερο σκαλί, του έδωσε τον πρώτο του τίτλο σε συλλογικό επίπεδο από το 1968, όταν η ΑΕΚ είχε πανηγυρίσει την... κούπα στο Παναθηναϊκό Στάδιο, του έδωσε αυτή την ώθηση που χρειαζόταν...

Το πούλμαν

Το δεδομένο ήταν πως ο τελικός αυτός δεν χανόταν. Δεν γινόταν! Τελικός με ελληνική ομάδα και μια ομάδα που ο Μάνος Μανουσέλης τότε στον «Φίλαθλο» με είχε «χρεώσει», παρά το ότι η βάση μου ήταν στην Αθήνα. Δεν υπήρχαν καν διαπραγματεύσεις για το αν, πως και όλα αυτά. Ο Νίκος Βεζυρτζής, ο πρόεδρος τότε του ΠΑΟΚ, ένας ΚΥΡΙΟΣ, με Κ και όλα τα υπόλοιπα γράμματα κεφαλαία, είχε ήδη κανονίσει: «Κορίτσι, μαζί θα έρθεις». Φώναξε την Κατερίνα και αυτή το κανόνισε σε χρόνο ρεκόρ. Το «μαζί» ήταν ένα πούλμαν στο οποίο βρίσκονταν και υπάλληλοι της εταιρείας του. Οδικώς; Οδικώς... Η ερώτηση δεν έγινε καν! Είχε σημασία;

 Ήταν και το πρώτο πούλμαν από Θεσσαλονίκη που πέρασε τα σύνορα από τη Γαλλία προς την Ελβετία (είχαμε φτάσει μέσω Αόστα και Σαμονί) το πρωί της Κυριακής και η αστυνομία είχε κέφια στον έλεγχο. Είχαν ακούσει πολλά βλέπετε για τους Έλληνες φιλάθλους, για τους φιλάθλους του ΠΑΟΚ και άλλα πολλά. Όχι πως έγινε και τίποτα με τον έλεγχο.

Η Γενεύη είχε αυτή την ξεχωριστή κοσμοπολίτικη ομορφιά της και την ησυχία της. Σχεδόν απόλυτη ησυχία, που μετά το πρώτο 48ωρο παραμονής σε κάνει να ρίχνεις κλεφτές ματιές προς την έξοδο.

Και ήταν και διαφορετικός πολιτισμός. Πρώτη φορά στη ζωή μας, προσπαθώντας να περάσουμε το δρόμο δίπλα στη λίμνη, σταματούσαν αυτοκίνητα για εμάς. Μέχρι να το καταλάβουμε πως σταματούσαν για εμάς, γιατί απλά υπήρχαν οι γραμμές της διάβασης στο οδόστρωμα, θα μας πέρασαν σίγουρα για ηλίθιους. Ε, μετά το διασκεδάζαμε κιόλας. Πάντως 25 χρόνια μετά, στην Ελλάδα δεν το έχουμε καταφέρει ακόμη. Να το πούμε κι αυτό, να γκρινιάξουμε και λίγο...

Πάει η ησυχία

Από τη Δευτέρα το μεσημέρι η ησυχία είχε ήδη πάει περίπατο! Οι φίλοι του ΠΑΟΚ έφταναν κατά κύματα και είχαν αρχίσει να γεμίζουν το κομμάτι γύρω από τη λίμνη, τους πεζόδρομους λίγο πάνω από αυτήν, αλλά και το χώρο γύρω από το γήπεδο. Η ομάδα ήταν ήδη εκεί.

Είχε προπόνηση και εμείς πήγαμε να πάρουμε τις διαπιστεύσεις μας. Από το Πατινουάρ ντε Μπερνέ. Θυμάμαι με μια παρέα μας έπιασαν τα γέλια βλέποντας πως είναι ακριβώς δίπλα σε ένα ποτάμι και απέναντι από το κτίριο της ROLEX που ήταν όλο από κρύσταλλο. Καταλαβαίνετε τι συνειρμοί έγιναν έτσι... Δεν νομίζω να χρειάζεστε βοήθεια.

Την ημέρα του αγώνα όλη η Γενεύη ήταν ασπρόμαυρη. Κασκώλ, φανέλες, σκουφάκια. Ότι μπορούσε ο καθένας. Μαζί με συνθήματα, τραγούδια, παρέες και την συνεχή παρουσία της αστυνομίας χτιζόταν το σκηνικό που θα μας ακολοθούσε τελικά ως τα ξημερώματα μετά το τέλος του αγώνα.

Το γήπεδο

Απ΄έξω ήταν εντυπωσιακό. Από μέσα πάλι όχι... Κάθε άλλο. Ένα παγοδρόμιο όπως λέει και το όνομά του, που είχε γίνει κατά συνθήκη γήπεδο μπάσκετ «αλλά ήταν στο κέντρο της Ευρώπης και βόλευε», όπως ακούσαμε ουκ ολίγες φορές εκείνες τις μέρες από τους υπεύθυνους. Όταν μπήκαμε και είδαμε τις εξέδρες, η αλήθεια είναι πως τρομάξαμε λίγο. Ουσιαστικά ήταν σκαλωσιές. Και ειδικά η πλευρά που ήταν και τα λεγόμενα δημοσιογραφικά. Πραγματικά σκαλωσιές, με σωλήνες και ξύλο που δεν το έλεγες και ακριβώς επεξεργασμένο. Και η ατμόσφαιρα παράξενη. Σε ένα γήπεδο όχι ιδιαίτερα μεγάλο, αλλά που έμοιαζε «ανοιχτό». Καμία σχέση με την εικόνα που πέρασε μέσα από τις τηλεοράσεις. Οι φίλοι του ΠΑΟΚ κυριαρχούσαν, οι φίλοι της Σαραγόσα με τα κόκκινά τους ήταν κάπου σε μια πλευρά, οι ουδέτεροι (;) πραγματικά ελάχιστοι.

Και ο Τύπος

Ο αγώνας άρχισε, το παιχνίδι εξελισσόταν και κάποια στιγμή τα πράγματα δεν φαίνονταν και πολύ καλά. Οι Καταλανοί του Μανουέλ Κομάς έδειχναν να ελέγχουν το παιχνίδι. Στις σημειώσεις (ξέρετε τώρα, χαρτιά, φαξ και τέτοια... Ίντερνετ να θυμίσουμε πως δεν υπήρχε, ούτε καν κινητά τηλέφωνα, και ναι, υπήρχε ζωή και χωρίς αυτά, δουλεύαμε και χωρίς αυτά) έμπαιναν θαυμαστικά, γίνονταν υπολογισμοί. Το ημίχρονο έκλεισε 31-36 και τα φάουλ που χρεώνονταν οι παίκτες του ΠΑΟΚ, δεν το έλεγες και καλό σημάδι. Κι όμως, ήταν η ατμόσφαιρα τέτοια, το γήπεδο τέτοιο, που έλεγες δεν μπορεί, θα γίνει, θα γυρίσει.

Ο Ντράγκαν Σάκοτα, προπονητής του ΠΑΟΚ, είδε να φορτώνονται με φάουλ νωρίς νωρίς ο Φασούλας, ο Παπαχρόνης, ο Ιωάννου. Οι διαμαρτυρίες για τα σφυρίγματα γίνονταν όλο και πιο έντονες και κάποια στιγμή απειλήθηκε και η ίδια η διεξαγωγή του αγώνα. Το θερμόμετρο ήταν στα ύψη. Χρειάστηκε να μιλήσουν διά μικροφώνου ο Νίκος Βεζυρτής και ο Παναγιώτης Φαασούλας για να ηρεμήσουν τα πνεύματα και να συνεχιστεί ο αγώνας.

Σε όλη τη διάρκεια της αναμέτρησης ήταν σαν να είχαμε μεταφερθεί όλοι σε ένα παράλληλο κόσμο. Υπήρχε μόνο το παιχνίδι. Και μην ψάχνετε ουδέτερους ούτε ανάμεσα στον Τύπο. Εκεί ήμασταν όλοι μπασκετικοί, υπήρχε ένα άλλο δέσιμο με κοινό παρονομαστή την αγάπη όλων μας για το ελληνικό μπάσκετ, για το μπάσκετ. Δημοσιογράφοι που δεν ήταν «από μικροί ΠΑΟΚ» καρδιοχτυπούσαν. «Γαλλικά» (καθαρά επειδή βρισκόμασταν στη γαλλόφωνη περιοχή της Ελβετίας, μην πάει το μυαλό σας στο κακό) ακούγονταν και από την δική μας πλευρά.

Όσο για τον Βεζυρτζή... Η δική του αγωνία ήταν η μεγαλύτερη όλων. Να κάθεται, να πετάγεται να φωνάζει, να ιδρώνει, να προσπαθεί να μαζέψει και τους άλλους κάποια στιγμή, να φωνάζει μετά ξανά ο ίδιος. Ήταν η δική του στιγμή. Περισσότερο από οποιουδήποτε άλλου, ήταν η δική του στιγμή, ο δικός του κόπος χρόνων η παρουσία του ΠΑΟΚ εκεί.

 

Στο παρκέ η ένταση ήταν μεγαλύτερη. Ο «δικέφαλος του βορρά» έπαιξε ακόμη και με σέντερ τον Γιώργο Μακαρά (σμολ φόργουορντ με θανατηφόρο σουτ για να μαθαίνουν οι νεότεροι) και από το 51-59, έφτασε στο 76-72 με εκπληκτικούς του Κένεθ Μπάρλοου και Μπάνε Πρέλεβιτς, αλλά και τον Νίκο Σταυρόπουλο. Και φυσικά έφτασε και στον τίτλο.

 «Το πήραμε! Το πήραμε!»

Νομίζω πως δεν θα ξεχάσω ποτέ, μα ποτέ την εικόνα του μεγάλου Φίλιππα Συρίγου (φαντάζεστε πως τον βλέπαμε όλοι τότε υποθέτω, αλλά και πολύ αργότερα ομολογώ), πάνω στα δημοσιογραφικά, στον πάγκο, όχι στις καρέκλες, να φωνάζει με υψωμένες γροθιές «το πήραμε, το πήραμε»... Και δυο τρεις άλλους να κραυγάζουν κάτι αντίστοιχο, αλλά κρατώντας τα πόδια του, έχοντας το νου τους μην φύγει από τη σκαλωσιά κάτω.

Δηλώσεις; Ναι... Θα έπρεπε να πάρουμε, θα έπρεπε να γίνουν, αλλά βρεθήκαμε λίγο όλοι ανακατεμένοι σε εκείνο το κουβάρι με τον κόσμο, με τους παίκτες, το τεχνικό επιτελείο, τη διοίκηση... Τι δουλειά να κάνεις; Και πώς; Και τι να κάνει η αστυνομία που ήταν βαριά εξοπλισμένη και παραταγμένη όρθια σε όλη τη διάρκεια του αγώνα;

Αν κάποιος δει φωτογραφίες εκείνης της ημέρας θα βρει ουκ ολίγους δημοσιογράφους ανακατεμένους με τον κόσμο, ή αγκαλιά με τον Βεζυρτζή, τον Σταυρόπουλο... Σε κάποια στιγμή κάποιοι μέσα στις πάσες που γίνονταν, έπιασαν ακόμη και την κούπα. Και κανείς δεν παρεξήγησε κανέναν. Γιατί ήταν αλλιώς... Ήταν άλλες εποχές. Εποχές που δεν υπήρχαν τόσο οι ομάδες, αλλά το ελληνικό μπάσκετ. Και ίσως τελικά αυτό έκανε τη διαφορά τότε, αυτό θα μπορούσε να την κάνει και τώρα. Αλλά δεν μπορεί...

Και μια εκπομπή που είχε κάνει το Mega Channel τότε για όλη την πορεία του ΠΑΟΚ ως τον τελικό...



ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ